Νίκος Παπαχρήστος (πρόεδρος της ΟΛΜΕ): «Σε τελική ανάλυση, αν η πολιτική ηγεσία αποφασίσει να μας φορέσει χακί, θα γυρίσουμε στα σχολεία με ψηλά στο κεφάλι και οι συνδικαλιστές θα κοιτούν τους συναδέλφους στα μάτια».
Ενώ λοιπόν οι επισφαλείς εκπαιδευτικοί πετιούνται εκτός με τις νέες ρυθμίσεις, αυτοί που νομίζουν ακόμη ότι είναι σταθεροί εργαζόμενοι θα καταλάβουν λίγο καλύτερα ότι σήμερα σταθερός εργαζόμενος σημαίνει επιστρατευμένος εργαζόμενος. Αν δεν καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να το αποδεχτούν αμαχητί θα τους το εξηγήσει ο κάθε Παπαχρήστος κοιτώντας τους στα μάτια.
Απόσπασμα από το κείμενο Δεκέμβρης 2008: Μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε τη δύναμη και τα όρια του αγώνα μας:
Σε όλους τους κλάδους της παραγωγής, στους οποίους οι μεγαλύτεροι σε ηλικία εργαζόμενοι είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό τους «σταθεροί» και οι νεοεισερχόμενοι μπαίνουν στην παραγωγή με τις «νέες σχέσεις εργασίας», εμφανίζονται συγκρούσεις μεταξύ τους, οι οποίες ήδη φτάνουν μέχρι και τις βίαιες αντιπαραθέσεις σε κάποιες περιπτώσεις. Σε μια περίοδο που η καπιταλιστική κρίση οξύνεται και οι «θέσεις» που διαθέτει το κεφάλαιο στην αγκαλιά του μειώνονται, οι προλετάριοι ανταγωνίζονται αναγκαστικά για τις θέσεις αυτές. Όπως αναφέραμε προηγουμένως, στην κατάληψη της ΓΣΕΕ και τις καταλήψεις των εργατικών κέντρων, εκφράστηκε ένα νέο, για τα ελληνικά δεδομένα, ρεύμα: ο συνδικαλισμός βάσης, ο οποίος έχει αρχίσει να αναδύεται, τηρουμένων των αναλογιών, με τρόπο που μοιάζει με αυτόν της Γαλλίας, του Βελγίου και της Μεγάλης Βρετανίας. Το θέμα όμως είναι ότι οι καπιταλιστές χρησιμοποιούν ακόμη και την ίδια την κρίση για την περαιτέρω ελαστικοποίηση της εργασίας και την επίθεση στην αναπαραγωγή των προλετάριων, συνεπώς, καθίσταται αδύνατο αυτές οι συνδικαλιστικές απόπειρες, που εκφράζονται στα όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, να έχουν επιτυχίες για το σύνολο των εργαζομένων που συμμετέχουν σε αυτές. Τα στοιχεία μέχρι σήμερα δείχνουν, και είναι αλήθεια ότι βρισκόμαστε σε ένα πρώιμο στάδιο των εξελίξεων αυτών, ότι η έκβαση των σύγχρονων συνδικαλιστικών αγώνων είναι η περαιτέρω διαίρεση και των επισφαλών εργατών μεταξύ τους, πέρα από την ήδη υπάρχουσα διαίρεση μεταξύ επισφαλών και σταθερών. Βέβαια, πάντα υπάρχει η πιθανότητα, η κινητοποίηση των επισφαλών να δημιουργήσει ρήγματα μέσα στα συνδικάτα των σταθερών εργαζόμενων και οι ριζοσπαστικές μειοψηφίες να βρουν την ευκαιρία, μέσα από τις αντιπαραθέσεις, να απελευθερωθούν – επιτέλους – από τον τρόπο δράσης που αναγκαστικά αναπαράγεται στο σωματείο τους. Θα μπορούσε όμως, ακόμη κι έτσι, ο συνδικαλιστικός αγώνας να έχει αποτελέσματα; Είναι ιδιαίτερα αμφίβολο, καθώς δεν είναι ζήτημα συγκυριακού συσχετισμού δυνάμεων η μη-επιστροφή του κεφαλαίου στη σοσιαλδημοκρατική στρατηγική, αλλά ζήτημα ιστορικό, δηλαδή αποτέλεσμα της συσσώρευσης των ταξικών αγώνων του παρελθόντος και της αναδιάρθρωσης-αντεπανάστασης του κεφαλαίου που ακολούθησε την περίοδο των μεγάλων ταξικών αγώνων των δεκαετιών 1960 και 1970. Επίσης, δεν είναι το ζήτημα της μορφής οργάνωσης των αγώνων με αιτήματα αυτό που θα κρίνει την επιτυχία ή την αποτυχία τους. Ήδη από τους αγώνες του 1960-70, η αυτοοργάνωση των συνδικαλιστικών αγώνων κυριαρχεί τουλάχιστον στους πιο άγριους και επιθετικούς από αυτούς. Οι αγώνες της τάξης (στη Δύση) από την αναδιάρθρωση και μετά είναι ουσιαστικά δύο ειδών: Αγώνες των κομματιών που θίγονται και αμύνονται στην αλλαγή της ταξικής σύνθεσης που επιχειρείται από το κεφάλαιο (που είναι και οι περισσότεροι) και αγώνες των κομματιών τα οποία βιώνουν τις νέες εργασιακές σχέσεις ή εισέρχονται σ’ αυτές και έχουν αιτήματα τα οποία είναι πολύ δύσκολο να ικανοποιηθούν, καθώς δεν είναι απλώς αμυντικά αλλά ζητούν την επιστροφή στο παρελθόν, ή δεν έχουν αιτήματα. Είναι σαφές ότι διανύουμε μια κρίσιμη ιστορική περίοδο, στην οποία η προοπτική για την καταστροφή του κεφαλαίου (αλλά και για την εμβάθυνση της κυριαρχίας του) είναι μπροστά μας.