Tag Archives: ΘΕΩΡΙΑ

Είναι τα slums ένας άλλος πλανήτης;

Αναδημοσίευση από το blog της ΑΝΑΖΩΠΥΡΩΣΗΣ:

 

slums

 

 

Παρακάτω μπορείτε να βρείτε, μεταφρασμένο από εμάς, το άρθρο του Μπρούνο Ασταριάν «Are slums another planet?», το οποίο κυκλοφορούμε αποκλειστικά σε ψηφιακή μορφή. Το πρωτότυπο κείμενο μπορεί να βρεθεί στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.hicsalta-communisation.com/textes/are-slums-another-planet

Όποτε συναντάμε αναλύσεις σχετικά με το ζήτημα των παραγκουπόλεων και των φαβέλων, συνήθως διαβάζουμε μια από τα ίδια: μιζέρια και εξαθλίωση, εξαθλίωση και μιζέρια. Η φτώχεια, ο υποσιτισμός κι η θνησιμότητα σε αυτές τις περιοχές είναι αδιαμφισβήτητη. Όμως, λόγω αυτών των συνθηκών, οι κάτοικοι των slums συχνά ερμηνεύονται ως άμοιρα όντα των οποίων η λύτρωση βρίσκεται στα χέρια του «οργανωμένου εργατικού κινήματος». Πολλές φορές θα διαβάσουμε ότι μόνο η ανθρωπιστική βοήθεια σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της βιομηχανίας μπορεί να επιφέρει την επίλυση του προβλήματός τους. Όμως, του ορισμού της λύσης προηγείται ο ορισμός του προβλήματος, κι ο καθείς έχει τους λόγους του να θέτει το πρόβλημα σύμφωνα με τους σκοπούς του. Οι αστοί σύμφωνα με τη συσσώρευση του κεφαλαίου τους, κι οι «ορθόδοξοι» μαρξιστές σύμφωνα με την Επαναστατική Βίβλο των λενινιστικών τους οργανώσεων.

Στο παρόν άρθρο του Μπρούνο Ασταριάν συναντάμε μια διαφορετική οπτική γωνία. Ασκώντας κριτική στο βιβλίο Planet of Slums του Mike Davis, ισχυρίζεται πως οι κάτοικοι των slums αποτελούν πλήρες κομμάτι του προλεταριάτου και δεν έχουν ανάγκη κανέναν μεσσία για την απελευθέρωσή τους. Κι οι αγώνες τους καταφέρνουν κι ακούγονται πάνω από τα γελάκια των σχεδιαστών και των ιδεολόγων.

Κατεβάστε το σε μορφή pdf:
Είναι τα slums ένας άλλος πλανήτης;

Χαλιφάτο και βαρβαρότητα (πρώτο μέρος)

Στο πολύ ενδιαφέρον μπλογκ ddt21.noblogs.org δημοσιεύτηκε πρόσφατα ένα εκτενές κείμενο πάνω στο Ισλαμικό Κράτος, θέτοντας και απαντώντας μια σειρά ερωτημάτων όπως πώς οργανώνει την επικράτειά του, αν αποτελεί ή όχι έναν απελευθερωτικό στρατό, ποιος ο ρόλος των θεσμών στην οργάνωση ποιας καθημερινότητας, πώς οργανώνεται κοινωνικά και οικονομικά το χαλιφάτο κ.α. Και οπωσδήποτε κατατίθενται ορισμένες ενδιαφέρουσες σκέψεις πάνω στην ίδια την έννοια του κράτους. Σημαντικό επιπλέον πλεονέκτημα του κειμένου, οι πλούσιες βιβλιογραφικές παραπομπές του. Όλα είναι, δυστυχώς, στη γαλλική γλώσσα.

 

Όποια-ος γαλλομαθής ενδιαφέρεται να συμβάλλει στη μετάφραση του κειμένου στα ελληνικά, ας επικοινωνήσει μαζί μας.
Sans-titre-1

 

Califat et barbarie (première partie)

 

 

 

 

ΕΚΔΗΛΩΣΗ-ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ENDNOTES

Λάβαμε και δημοσιεύουμε:

 

 

Γεια σας συντρόφισσες και σύντροφοι, 

στέλνουμε αυτό το mail για να σας ενημερώσουμε για την επικείμενη κυκλοφορία των τευχών 1, 2 & 3 της κομμουνιστικής επιθεώρησης Endnotes σε ελληνική μετάφραση, καθώς και να σας καλέσουμε στις συζητήσεις που οργανώνουμε στις 27 και 28/11 σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα (στην κατάληψη Φάμπρικα Υφανέτ και στην ΑΣΟΕΕ αντίστοιχα) με μέλη του περιοδικού. Ποιοι είμαστε όμως εμείς; Είμαστε ένας κύκλος ανθρώπων από Αθήνα και Θεσσαλονίκη που βρεθήκαμε πάνω στην κοινή βάση της ανάγκης για αναστοχασμό και συζήτηση, πέρα από τις βασικές πολιτικές μας δραστηριότητες. Συναντηθήκαμε αρχικά πριν από 2 περίπου χρόνια στο πλαίσιο μιας προσπάθειας συγκρότησης ενός ευρύτερου περιβάλλοντος συζήτησης -μεταξύ άλλων- γύρω από το ρεύμα της κομμουνιστικοποίησης, η οποία όμως σύντομα αδρανοποιήθηκε. Βρεθήκαμε εκ νέου τον Φεβρουάριο του 2015 στον απόηχο της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, γεγονός που μοιραία καθόρισε τα ενδιαφέροντα και τις αγωνίες μας σε σχέση με τις εξελίξεις εκείνης της περιόδου. Καταπιαστήκαμε με μια αποτίμηση της πρόσφατης τότε αλληλουχίας αγώνων στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό και παγκόσμια, με το ελληνικό κράτος και την Ε.Ε. ως περιφέρεια συσσώρευσης, τη σχέση μεταξύ εθνικού κράτους και παγκόσμιας αγοράς κ.α. Παράλληλα, συμμεριζόμενοι περισσότερο ή λιγότερο τη σημασία της συμβολής του περιοδικού Endnotes τόσο στην κριτική κατανόηση των κοινωνικών μορφών που συγκροτούν τον κόσμο μας όσο και στην προσπάθεια να εννοιολογήσουμε την τρέχουσα συγκυρία από μια σκοπιά ξεπεράσματος, εμπλακήκαμε σε μια εντατική προσπάθεια συζήτησης και μετάφρασης των κειμένων του. Στο εγχείρημα αυτό της έκδοσης συνέβαλαν απλόχερα πολλοί φίλοι και φίλες με πολλούς και διάφορους τρόπους. Υπ’ αυτήν την έννοια, ο στόχος των εκδηλώσεων είναι μάλλον διττός: αφενός θέλουμε να παρουσιάσουμε τα τεύχη και (κάποιες από) τις θέσεις του περιοδικού στο ελληνικό κοινό αφετέρου προσδοκούμε να αποτελέσουν την ευκαιρία για μια αναστοχαστική συζήτηση και ένα μοίρασμα απόψεων επί της (μάλλον χαλεπής) συγκυρίας.

 

Συντροφικά, φίλοι του κεραυνοβόλου κομμουνισμού

http://endnotes.org.uk

 

 

 

 

 

Endnotes [w-mail]

Η ιστορία και η Σφίγγα: Περί ταραχών και εξεγέρσεων

Αναδημοσιεύουμε ένα από τα κείμενα που περιλαμβάνονται στην εξαιρετική έκδοση “ΒΑΛΤΙΜΟΡΗ” από τη Σχολή Κακών Παιδιών, το οποίο μέσω της κριτικής που ασκεί στον Badiou επιδιώκει να αναδείξει τα όρια της παραδοσιακής πολιτικής (με Π κεφαλαίο, θα λέγαμε εμείς, που εσχάτως έγινε πολύ της μόδας σε εκείνους τους κύκλους οι οποίοι συστηματικά αποφεύγουν να συνδέσουν τα όποια επαναστατικά -τους- προτάγματα με τους πραγματικούς σύγχρονους αγώνες του προλεταριάτου παντού στον πλανήτη) απέναντι στις ταραχές. Η εν λόγω μετάφραση δημοσιεύτηκε αρχικά εδώ.

eksofullo-e1434723608750

Η ιστορία και η Σφίγγα: Περί ταραχών και εξεγέρσεων

Ο Jasper Bernes και ο Joshua Clover για το «Η αναγέννηση της ιστορίας: Εποχές ταραχών και εξεγέρσεων» του Alain Badiou

1.

Οι ταραχές είναι η Σφίγγα της αριστεράς. Κάθε δήθεν ριζοσπάστης διανοούμενος αισθάνεται υποχρεωμένος, απ’ ό,τι φαίνεται, να απαντήσει στο αίνιγμα που ακούει να τίθεται από τις ταραχές του σήμερα, στο Μπαχρέιν ή τις Αστούριες, τη Χιλή ή τη Βρετανία: Γιατί τώρα; Γιατί εδώ; Γιατί στασιάζουν; Και οι απαντήσεις γενικά ανήκουν σε λίγες απλές κατηγορίες. Πρώτον, αν η εξέγερση φαίνεται να στερείται εστίασης ή να μην παρουσιάζει ξεκάθαρα αιτήματα – αν δηλαδή, δεν μπορεί να διαβαστεί ως «διαμαρτυρία», όπως στην περίπτωση των ταραχών του Λονδίνου το καλοκαίρι του 2011 – ο διανοούμενος θα τις ζωγραφίσει ως «άνευ νοήματος ξεσπάσματα» (Slavoj Žižek), που τα κάνουν «άμυαλοι ταραξίες» (David Harvey). Πάντα, οι αποδόσεις της απουσίας νοήματος πρέπει να βρουν στήριξη σε μια απολογητική κοινωνιολογία, καθιστώντας έτσι τους στασιαστές απλές παρενέργειες μιας άνισης κοινωνίας, συμπτώματα του νεοφιλελευθερισμού, της καπιταλιστικής κρίσης και της επακόλουθης λιτότητας. Συχνά, τέτοιου τύπου σχολιασμός εμμένει στην υποχωρητική ρητορική δομή του «ναι μεν, αλλά…» Με τα λόγια του Tariq Ali από το London Review of Books:

Ναι, ξέρουμε ότι η βία στους δρόμους του Λονδίνου είναι κακή. Ναι, ξέρουμε ότι το πλιάτσικο στα μαγαζιά είναι λάθος.
Αλλά γιατί συμβαίνει τώρα; Γιατί δε συνέβη πέρσι;
Γιατί οι αδικίες συσσωρεύονται με την πάροδο του χρόνου, γιατί όταν το σύστημα επιθυμεί το θάνατο ενός νεαρού μαύρου πολίτη από μια υποβαθμισμένη κοινότητα τότε, ταυτόχρονα αν και υποσυνείδητα, θέλει την απάντηση.

Πολύ χειρότερος από τέτοιες χλιαρές και απρόθυμες απολογίες είναι ο ισχυρισμός που επαναλαμβάνεται με ανησυχητική συχνότητα από ανθρώπους που θα έπρεπε να ξέρουν καλύτερα, ότι οι ταραξίες στο Λονδίνο δρούσαν ως αποτέλεσμα των αντιφατικών επιταγών της νεοφιλελεύθερης κοινωνίας. Τέτοιος σχολιασμός είναι παρομοίως μια συμπτωματική αναφορά. Για τον Harvey, οι εξεγερμένοι δεν είναι τίποτε άλλο από απλές αντανακλάσεις της απληστίας και της πλεονεξίας του μετα-θατσερικού καπιταλισμού. Για τον Πολωνό κοινωνιολόγο Zygmunt Bauman, το πλιάτσικο είναι απλά μια βίαιη και ριψοκίνδυνη εκδοχή του να κάνεις ψώνια, μια έκφραση της υλιστικής κοινωνίας των καταναλωτών.

Έπειτα, υπάρχουν και οι σχολιαστές που βλέπουνε τις ταραχές ως απλώς παραπλανημένες, και όχι ως αντανακλάσεις της καπιταλιστικής ιδεολογίας. Τέτοιοι συγγραφείς αντιλαμβάνονται τις ταραχές ως μια μηχανή που στερείται τις σωστές ράγες. Η αποτυχία ακολούθως ανήκει στην εξαθλιωμένη/ ξεχαρβαλωμένη αριστερά γενικά, που απέτυχε να παρέχει μια «εναλλακτική» ή ένα «πολιτικό πρόγραμμα» το οποίο να μπορέσει να τιθασεύσει, να σχηματοποιήσει και να κατευθύνει την οργή των ταραχοποιών. Ρωτά ο Žižek: «Ποιος θα καταφέρει να κατευθύνει την οργή των φτωχών;» Ξεχάστε την πιθανότητα οι φτωχοί να είναι ικανοί να κατευθύνουν μόνοι τους την οργή τους.

Μπορεί κανείς να δει τις θεμελιωδώς πατροναριστικές γραμμές που είναι κοινές σε όλες τις απαντήσεις. Σε κάθε μία, ο διανοούμενος καταλογίζει ένα είδος ψευδούς συνείδησης στους ταραξίες, προκείμενου να καταστεί αυτός (και συνήθως είναι αυτός) όλο και πιο αναγκαίος ως η φωνή της απούσας εξουσίας. Αυτοί οι διανοούμενοι ακούνε στις εξεγέρσεις μια ερώτηση στην οποία πρέπει να απαντήσουν. Δεν αντιλαμβάνονται ότι οι ταραχές είναι μάλλον, μια απάντηση στην ερώτηση που αρνούνται να διατυπώσουν.

2.

Ο Alain Badiou δεν είναι κάποιος που κρύβεται από τη Σφίγγα. Παρόλα αυτά, είναι ένας παράδοξος υποψήφιος για να αφιερώσει ένα ολόκληρο βιβλίο στην εκτυλισσόμενη εποχή των ταραχών. Από τη μία πλευρά είναι απολύτως λογικό: Ο Badiou έχει διατηρήσει μια σύνδεση με τη μαχητικότητα από τις μέρες του ως νεαρός μαοϊκός Γάλλος ως την τρέχουσα θέση του ως δεσπόζων αρχι-μαέστρος της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας: Πράγματι πρόκειται να εκδώσει ένα κάποιου είδους εγχειρίδιο που μεταφράζεται ως Φιλοσοφία για Αγωνιστές. Από την άλλη υπάρχει μια περίεργη αναντιστοιχία μεταξύ του στοχαστή και του θέματος – υποκειμένου εδώ, που προκαλείται εν μέρει από τους δυσανάλογους ρυθμούς και τονικότητες της θέσης των διανοούμενων και της παγκόσμιας κρίσης. Ο συλλογιστική του Badiou όσο στρατευμένη κι αν είναι, διατηρεί πάντα ένα σημαντικό βαθμό αφαίρεσης (ως φιλόσοφος, είναι ιδιαίτερα γνωστός για την προαγωγή του τομέα της οντολογίας διαμέσου της αυστηρής εφαρμογής της θεωρίας των συνόλων).

Όσον αφορά την πολιτισμική ιστορία, όμως, η μεγαλύτερη σημασία του Badiou έγκειται στη δια βίου πίστη του σε αυτό που ονόμασε «η κομμουνιστική υπόθεση1». Στα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση του Ανατολικού Μπλοκ όπου ο κομμουνισμός – ως όντως υπαρκτή πολιτική, θεωρητικό σχήμα, και κοινωνική επιθυμία – έπεσε παγκοσμίως σε αχρηστία, ο Badiou και ελάχιστοι ακόμα διαχειρίστηκαν με σύνεση οιαδήποτε σπίθα παρέμενε εντός των πνευματικών κύκλων. Με αυτή την έννοια είναι κατά πολύ μια κατοπτρική εκδοχή αυτού που ο ο Hugh Kenner, ο μεγάλος βιογράφος του Pound, έλεγε «ο άνθρωπος της δίνης», στο κέντρο μιας ιστορίας που συσπάται και μεταλλάσσεται με την ώρα. Ο Badiou είναι ένας άνθρωπος της ερήμου: μια φιγούρα του μεσοδιαστήματος άνευ ορίζοντα, όπου οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές με τον περίφημο δυναμισμό τους, παρήγαγαν ένα μονόχρωμο πολιτικό τοπίο στο οποίο κάθε σοβαρός ανταγωνισμός είχε κατά βάση εξουδετερωθεί (καίτοι υπήρξαν κάποιες συγκεκριμένες εξελίξεις στη Νότια Αμερική.) Αν η ιστορία δεν είχε ακριβώς πεθάνει, πάντως φαινόταν κάτωχρη.

Όταν πια τα ενδιαφερόμενα μέρη συναντήθηκαν για το συνέδριο «The Idea of Communism» το 2009 στο Birkbeck Institute, αυτή η σαν έρημος μικρο-εποχή είχε περάσει. Σχεδόν παντού, αν και άνισα, είχαν ξεσπάσει μαχητικοί αγώνες ενάντια στα συσπειρωμένα καθεστώτα του κεφαλαίου και του κράτους. Έλαμψαν φωτεινά, αργόσβησαν, καταστάλθηκαν βίαια ή έφαγαν τις ουρές τους2, αλλά ως γενική τάση, εξαπλώθηκαν. Η πίεση για τους φιλοσόφους να «αναθρέψουν» μια θεωρία «αντίστασης/αντίθεσης» με την ελπίδα των μελλοντικών ανταγωνισμών δε σταμάτησε, παρά σε ένα άλλο χωροχρόνο. Αναπόφευκτα (όπως χιλιάδες συνελεύσεις του Occupy μαρτυρούν), διανοούμενοι στρέφονταν στο να εμπλακούν με αυτές τις αλλαγμένες συνθήκες, εκστρατεύοντας από την έρημο για να εξετάσουν τη δράση στους δρόμους «εν τω γεννάσθαι» – ανάμεσα τους σε εξέχουσα θέση και ο Badiou.

Το συνέδριο του 2009 στο Birkbeck γέννησε πολλά βιβλία, που όλα τους ποντάρουν πολλά στο στοίχημα ότι η παρούσα περίοδος μπορεί να παρουσιάσει μια ανανέωση της «κομμουνιστικής υπόθεσης» και να κλείσει τη μακρά περίοδο νεοφιλελεύθερης αντίδρασης που κρατά από τη δεκαετία του ’70. Αλλά οι αξιώσεις για μια τέτοια ανανέωση βασίζονται μόνο σε επιλεγμένες περιπτώσεις από παρατηρημένες ιστορικές εξελίξεις, από νέες μορφές κομμουνιστικής πρακτικής ή αγώνα. Ακόμα συχνότερα, φαίνεται να ποντάρουν με βάση την αλλαγή στις κουβέντες καφενείου μεταξύ φιλοσόφων – περισσότερο μάλλον στην ιδέα του κομμουνισμού, παρά στην πολιτική πρακτική του. Αυτό έρχεται σε αξιοσημείωτη αντίθεση με την εκπόνηση του κομμουνισμού που βρίσκει κανείς για παράδειγμα, σε ένα βιβλίο όπως το «η Εξέγερση που Έρχεται», του οποίου οι συγγραφείς βασίζουν τη θεωρητική εκπόνηση ενός νέου κομμουνισμού στην κριτική εξέταση των πρακτικών, των αγώνων και των κοινωνικών κινημάτων της τελευταίας δεκαετίας. Αλλά όσοι είναι εξοικειωμένοι με τη φιλοσοφία του Badiou και το πόσο βασίζεται σε λογικές αποδείξεις, αξιώματα, και στοιχειώδη επιχειρηματολογία, δε θα εκπλαγούν που, για αυτόν, η κομμουνιστική πρακτική ακολουθεί την κομμουνιστική ιδέα. Η πρωτοκαθεδρία της ιδέας είναι ολοφάνερη στον Badiou, αν μη τι άλλο επειδή εμφανίζεται κεφαλαιογράμματη: «Ιδέα», όχι «ιδέα». Γυαλίζοντας την πλακέτα με τον τίτλο του από νωρίς, ισχυρίζεται ότι «Η μόνη πιθανότητα αφύπνισης είναι η λαϊκή πρωτοβουλία στην οποία θα ριζώσει η δύναμη μιας Ιδέας.

Έτσι και το «The Rebirth of History» χρησιμοποιεί την Αραβική Άνοιξη και άλλες εξεγέρσεις των τελευταίων ετών ως εμπειρική επικύρωση του πιο αφηρημένου πλαισίου που αναπτύσσεται στο βιβλίο «Η Κομμουνιστική Υπόθεση». Πρώτα η Ιδέα, έπειτα η ανάδυσή της στον κόσμο. Σίγουρα η σχέση μεταξύ της ιστορίας και της Ιδέας είναι πιο περίπλοκη από ότι η παραπάνω περιγραφή μπορεί να την κάνει να φαίνεται, μιας και οι «οι πολιτικές αλήθειες» που σχηματίζουν τη βάση για την «Ιδέα» παράγονται από την ιστορία κατά το ξεδίπλωμά της. Κι όμως, την ίδια στιγμή, όσο η Ιδέα είναι προϊόν της ιστορίας άλλο τόσο, παραδόξως, προηγείται αυτής: «η Ιδέα αναφέρεται σε ένα είδος ιστορικής προβολής του ιστορικού τι μέλει γενέσθαι μιας πολιτικής – ένα γίγνεσθαι που αρχικά επικύρωσε η εξέγερση». Αυτή η κυκλική χρονικότητα επιτρέπει στον Badiou να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο να εισηγείται ότι η Αραβική Άνοιξη απέτυχε εξαιτίας της έλλειψης μιας ανθεκτικής Ιδέας, και ότι ταυτόχρονα διευκόλυνε την αφύπνιση της Ιδέας στην παρούσα περίοδο.

Ανάμεσα σε αυτό που ο Badiou αποκαλεί «ενδιάμεση περίοδο» καπιταλιστικής παλινόρθωσης που ξεκινά στη δεκαετία του 1980 και σε μια νέα ακολουθία επαναστατικής πολιτικής δράσης κινούμενη από την Ιδέα, βρίσκεται η εξέγερση. Το «The Rebirth of History» είναι ουσιαστικά μια γραμματική των ταραχών, που χρησιμοποιεί τα πρόσφατα γεγονότα για να διακρίνει τις ταραχές σε αυτές που παράγουν «πολιτική αλήθεια» και εκείνες που δεν το κάνουν. Ο Badiou – ακούραστος κατασκευαστής κατηγοριών, σχημάτων και διαγραμμάτων – ταξινομεί τις ταραχές σε τρεις κατηγορίες, τις οποίες πραγματεύεται κατά σειρά αυξάνουσας πολιτικής σημασίας: οι «άμεσες», οι «λανθάνουσες» και οι «ιστορικές». Δοθέντος ότι, οι «άμεσες», αντιμπατσικές εξεγέρσεις των φτωχών όπως αυτές που έλαβαν χώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο το καλοκαίρι του 2011 ή στα γαλλικά προάστια το 2005 ταξινομούνται ως αντανακλαστικά ξεσπάσματα μη στοχευμένης βίας, «αναρχικής και εν τέλει χωρίς μια ανθεκτική αλήθεια», ενώ αντίθετα οι ιστορικές ταραχές που παρακολουθήσαμε με τις Αραβικές εξεγέρσεις έδειξαν την ικανότητα να αντέχουν και να γενικεύουν.

Σε αντίθεση με τους περισσότερους σύγχρονούς του, ο Badiou έχει τουλάχιστον το προτέρημα ότι τουλάχιστον εξετάζει τις ταραχές από μια στρατηγική κι όχι ηθική σκοπιά, και διακρίνει μέσα τους κάτι άλλο από μια μανιασμένη αναπαράσταση της καπιταλιστικής κατανάλωσης. Δηλαδή, σε αντίθεση με τους Harvey, Žižek, Ali, και Bauman, αντιλαμβάνεται την εξέγερση ως κάτι περισσότερο από μια εκδήλωση της «κουλτούρας», κάτι περισσότερο από την έκφραση μιας υποκείμενης κοινωνικής αλήθειας που δε μπορεί παρά να επιβεβαιώνεται με τα καμένα αμάξια και τα λεηλατημένα καταστήματα. Οι ερωτήσεις που ο Badiou ακούει να εκστομίζει η Σφίγγα είναι οι σωστές: Πώς γενικεύουμε και επεκτείνουμε την επιθετική ικανότητα της εξέγερσης; Πώς και γιατί οι ταραχές εξαπλώνονται και γίνονται μια ανοιχτή εξέγερση – επανάσταση;

Αν και έχουμε ενδοιασμούς για τη διάκριση που κάνει ο Badiou ανάμεσα στις άμεσες και τις ιστορικές ταραχές, αξίζει να εμπιστευτούμε τον τρόπο με τον οποίο μετρά την επέκταση των ταραχών από την άποψη αφενός της διάδοσης στο φυσικό χώρο και αφετέρου δια μέσου των κοινωνικών κατηγοριών. Κατά την εκτίμηση του Badiou, ενώ οι άμεσες ταραχές εκτείνονται από τα προάστια του Παρισιού ως αυτά της Marseille, ή από τα council houses3 του Λονδίνου ως αυτά του Manchester, αυτό το κάνουν διαμέσου μιας μοναδικής κοινωνικής κατηγορίας: νέοι προλετάριοι άνδρες. Οι ιστορικές ταραχές, όμως παρουσιάζουν μια επέκταση σε διάφορες κατηγορίες, εξαπλωνόμενες σε άνδρες και γυναίκες, νέους και γέρους.

Ο Badiou κάνει λάθος όταν υποστηρίζει ότι οι «άμεσες» ταραχές απαρτίζονται αποκλειστικά από νέους άνδρες – άλλο δείχνουν τα αρχεία των συλλήψεων από τις ταραχές στη Βρετανία, και ακόμα, σε πολυάριθμες ταραχές της τελευταίας δεκαετίας που ορίζονται ως τέτοιες εμπλέκονταν γυναίκες, ηλικιωμένοι και παιδιά, αν και μάλλον όχι αναλογικά όσον αφορά τον αριθμό τους. Παρόλα αυτά, είναι απολύτως απαραίτητο να κατανοήσουμε το πώς οι ταραχές και οι εξεγέρσεις φτάνουν στο να περιλαμβάνουν (ή να παραμένουν περιορισμένες σε) διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Ένα πράγμα που διαχωρίζει σαφώς την Αιγυπτιακή εξέγερση από τις ταραχές του Ηνωμένου Βασιλείου ας πούμε, είναι ότι ως αποτέλεσμα κατά μεγάλο βαθμό της εδαφικοποίησης – στρατοπέδευσης στην πλατεία Tahrir, υπήρχαν πολυάριθμοι τρόποι να συμμετέχεις στον ξεσηκωμό που δεν εμπεριείχαν την άμεση μάχη με την αστυνομία και τα τσιράκια της. Αυτό δε συνεισέφερε μόνο στην επέκταση της εξέγερσης αλλά και στηn ανθεκτικότητα & διάρκεια της. Παρόλα αυτά, δε φτάνει μια εξέγερση να συντίθεται κι από άλλο κόσμο πέρα από νεαρούς προλετάριους άνδρες αν οι σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων εξακολουθούν να ακολουθούν τον καθιερωμένο καταμερισμό της εργασίας στην καπιταλιστική κοινωνία – με τους άνδρες να συγκρούονται με την αστυνομία και τις γυναίκες να αναλαμβάνουν τις δουλειές φροντίδας, για παράδειγμα, ή τους προλετάριους να συγκρούονται και τη μεσαία τάξη να παρακολουθεί τις συνελεύσεις και να παίρνει τις σημαντικές αποφάσεις. Πρέπει να εξετάζουμε όχι μόνο το πώς μια εξέγερση εξαπλώνεται ανάμεσα σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες αλλά και το πώς καταργεί (ή διαιωνίζει) τη βία τέτοιων κατηγοριών.

Επιπλέον, ο ίδιος ο διαχωρισμός που κάνει ο Badiou – ανάμεσα σε άμεσες ταραχές που δυναμώνουν και πεθαίνουν σα μια κραυγή, και ιστορικές ταραχές που ριζώνουν στο έδαφος του χρόνου – δεν περιλαμβάνει συνταρακτικά γεγονότα που κάθε σοβαρή μελέτη των ταραχών θα έπρεπε να λογαριάζει. Έτσι, για παράδειγμα, η διακεκομμένη σειρά ταραχών που συγκλόνισαν τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα δεν αναφέρεται καν. Είναι μια σκανδαλώδης παράλειψη. Αυτές οι ταραχές είναι ομολογουμένως δύσκολο να σχηματοποιηθούν. Είναι, σύμφωνα με την ταξινόμηση του Badiou, απλά μια ασύνδετη ακολουθία άμεσων ταραχών; Ίσως κάθε περιστατικό είναι στην κατηγορία του «άμεσου»: τα επεισόδια σπάνια διαρκούν τόσο όσο, για παράδειγμα, οι ταραχές στο Los Angeles που ακολούθησαν την ετυμηγορία της υπόθεσης του Rodney King το 1992 (οι οποίες επίσης δεν αναφέρονται). Βέβαια, στην ελληνική περίπτωση, το γενεσιουργό γεγονός ήταν, όπως είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των άμεσων ταραχών του Badiou, η δολοφονία ενός νεαρού άνδρα από την αστυνομία. Αλλά είναι αδύνατο να μιλήσουμε για «τις ταραχές των Εξαρχείων του 2008» με άλλον τρόπο πέρα από αυτόν με τον οποίο κάποιος μιλά για το πρώτο βιβλίο της ιστορίας του πελοποννησιακού πολέμου του Θουκυδίδη: ήταν αναμφισβήτητα μια αρχή, και ως εκ τούτου κομμάτι μιας ευρύτερης ενότητας. Η ελληνική εξέγερση συνεχίζει να εκτυλίσσεται, ανομοιόμορφα αλλά διαρκώς ενώ οι μήνες γίνονται χρόνια, πότε στρεφόμενη ενάντια στους μπάτσους, πότε ενάντια στις τράπεζες, τα σούπερ μαρκετ, τη βουλή. Οι πρωταγωνιστές της, είτε μας αρέσει είτε όχι, είναι συχνά νέοι άνδρες αναρχικοί και/ ή φοιτητές. Την ίδια στιγμή, ξεπέρασε αυτήν ακριβώς τη δημογραφική σύνθεση, γεμίζοντας την πλατεία Συντάγματος με μεγάλα κομμάτια του σώματος των πολιτών, που συχνά γεύονταν για πρώτη φορά δακρυγόνο.

Αυτή δεν είναι η μοναδική παράλειψη του Badiou, αλλά λέει πολλά. Όπως ακριβώς το θέμα της διάρκειάς της διαφεύγει από την ταξινόμηση του Badiou, έτσι και η ελληνική εξέγερση δε φαίνεται να αποκαλύπτει αν κατέχει ή όχι την Ιδέα. Τι είναι αυτό που έχει τροφοδοτήσει την οδοντωτή επιμονή της, τη μισο-εκφρασμένη ικανότητά της για γενίκευση η οποία, παρ’ όλες τις παλιρροιακές της μεταβολές της και την ελλιπή της φύση, δεν είναι ένα ασήμαντο γεγονός; Αν η κατάσταση έχει μια σταθερά, αυτή δε βρίσκεται στο βασίλειο του αφηρημένου: σίγουρα είναι η βία των πολιτικών λιτότητας, που διαπερνά τις κοινωνικές κατηγορίες. Ή για να στραφούμε πίσω στα θεωρητικά μας μητρώα, φαίνεται ότι όλες οι ταραχές που συμβαίνουν στην ιστορία, υπόκεινται σε υλικές δυνάμεις. Αντί να επιμένουμε να ρωτάμε σαν τη μάγισσα Γκλίντα4 «είσαι καλή εξέγερση ή κακή εξέγερση;» θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία για να κατανοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους η ελληνική περίπτωση είναι καταφανώς διαφορετική από αυτή της Αιγύπτου ή του Ηνωμένου Βασιλείου – και συγκεκριμένα το πώς βρίσκουν τους εαυτούς τους μέσα στη διάρθρωση της παγκόσμιας κρίσης, αναμιγμένη η κάθε μία με τις αποκλίνουσες πορείες της τοπικής πολιτικής διαχείρισης.

3.

Τούτου λεχθέντος, οφείλουμε να καταπιαστούμε με αυτά που ο Badiou έχει γράψει, όχι με ό,τι δεν έχει. Σωτήρια στην αφήγησή του είναι η ευθεία αποκήρυξη του πολιτικού κόμματος και της σύνδεσής του με το κράτος, που είναι πλέον οριστικά παρωχημένο ως μηχανισμός για ένα επαναστατικό πρόγραμμα: «Η μορφή-κόμμα είχε τη μέρα της, που εξαντλήθηκε σε ένα σύντομο αιώνα από τα κρατικά της είδωλα». Αυτή ήταν η (μη-)κομματική γραμμή του φιλοσόφου για κάποιο διάστημα, και ασφαλώς σκοπεύει να αφήνει ένα παράθυρο για να αρπαχτεί από οτιδήποτε θα μπορούσε να είναι προσωρινά καινούριο όσον αφορά την πολιτική αστάθεια του παρόντος. Αλλά είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που ο Badiou και το βιβλίο αποτυγχάνουν. Γιατί, όντας ακόμα σκλάβος της Ιδέας που δείχνει το δρόμο, συνεχίζει να θεωρεί δεδομένη και να απαιτεί από εμάς την ίδια τη δραστηριότητα που είναι πιο στενά ταυτισμένη με τη μορφή – κόμμα: την οργάνωση. «Εν πάση περιπτώσει, εξακολουθεί να ισχύει,» γράφει, «ότι συγκεκριμενοποιώντας & μορφοποιώντας τα στοιχεία που συνθέτουν το γεγονός, η οργάνωση καταφέρνει να διατηρηθεί η εξουσία της… Η οργάνωση μετατρέπεται στον πολιτικό νόμο της δικτατορίας του αληθινού από τον οποίο η πραγματικότητα της ιστορικής εξέγερσης άντλησε το καθολικό της κύρος.

Έτσι: για τον Badiou, η Ιδέα έχει υπό μία έννοια αντικαταστήσει το κόμμα. Ή υπάρχει ένα τρίγωνο ταραχών/ κόμματος/ Ιδέας, και τώρα θα πρέπει η Ιδέα αντί για το κόμμα να καθοδηγεί τις ταραχές από άμεσες σε ιστορικές, στον κομμουνισμό. Ωστόσο, όντας η ίδια μη υλική, η Ιδέα θα απαιτεί κάποιου είδους πρακτική για να πραγματοποιηθεί στο εδώ και στο τώρα – και αυτή η πρακτική δράση μοιάζει πολύ με αυτό που έκανε κάποτε το κόμμα. «Υποστηρίζω ότι ο χρόνος της οργάνωσης,» γράφει σε μια ανακεφαλαίωση, «το χρονικό διάστημα της κατασκευής μιας εμπειρικής διάρκειας της Ιδέας στη μετά τις ταραχές περίοδο, είναι κρίσιμο.» Ιδού η Δικτατορία της Ιδέας.

Αυτή η προτροπή για οργάνωση ακούστηκε πολλές φορές κατά τη διάλυση των διαφόρων Occupy εδώ στις ΗΠΑ, από μια τόσο ευρεία γκάμα αριστερών στοχαστών που περιλαμβάνει από τον Noam Chomsky, τον Doug Henwood, ως και τη Jodi Dean. Και το «να οργανωθούμε», από μια άποψη, είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε, στο μέτρο που ως έκφραση απηχεί την κοινή λογική και χωράει άπειρες ερμηνείες μέσα στην ασάφειά της. Κινδυνεύει να γίνει αυτό που ο Fredric Jameson αποκαλεί «ψευδής έννοια»: η αναγκαιότητα «να οργανωθούμε» καταλήγει στο να κάνεις αυτό που σε κάνει περισσότερο αντί για λιγότερο αποτελεσματικό. Αλλά ελλείψει οποιασδήποτε περαιτέρω στρατηγικής διαύγειας, καταλήγει να επιστρέφει σε αυτό που σήμαινε την τελευταία φορά που ήταν εδώ γύρω ως έννοια, με μια μυρωδιά θλιβερών ακτιβιστών που προσπαθούν να σου πουλήσουν Ριζοσπάστη5. Ενώπιον αυτής της τεράστιας και ασταθούς έκρηξης που το βιβλίο του Badiou επιθυμεί να καταγράψει, το κάλεσμα για «οργάνωση» λειτουργεί προς το παρόν όπως το ρεφραίν σε ένα παράδοξο τραγούδι: αυτή η νέα πολιτική είναι φανταστική, αλλά μοιάζει να έχει αγγίξει τα όριά της, χρειαζόμαστε… την παλιά πολιτική!

Τοιουτοτρόπως ο κομμουνισμός του Badiou οδηγεί τον εαυτό του αυτοστιγμεί στο χαντάκι που χωρίζει το νέο από το παλιό: «σε μια απόσταση από το κράτος», αλλά ακόμα ουσιαστικά προσανατολισμένος προς απαρχαιωμένες ιδέες σχετικά με το μαρασμό του κράτους. Αν και πλέον οργάνωση δε σημαίνει ένα κόμμα ικανό να καταλάβει την κρατική εξουσία και να στρέψει τη στρατιωτική και γραφειοκρατική του δύναμη προς συγκεκριμένους προγραμματικούς σκοπούς, σημαίνει όμως ότι «αποφασίζεις τι πρέπει να κάνει το κράτος και βρίσκεις τα μέσα να το εξαναγκάσεις να το κάνει, κρατώντας πάντα την απόστασή σου από το κράτος…» Παρά ταύτα, αυτός ο προσανατολισμός προς το κράτος – άσχετα από το ότι στηρίζεται στην τηλεκίνηση αντί στην άμεση επαφή – αναπαράγει τη βασική αδυναμία των ταραχών και των εξεγέρσεων του παρόντος, ακριβώς αυτό που προσπαθεί να ξεπεράσει. Είτε διαθέτουν είτε όχι συγκεκριμένες απαιτήσεις, αυτές οι ταραχές ακούγονται πάντα από το κράτος και τις υπάρχουσες εξουσίες ως πρακτικές εκκλήσεις για μεταρρυθμίσεις: «Να φύγει ο Mubarak!» και «Όχι άλλα μέτρα λιτότητας!». Κάπως έτσι ακούγονται παραφρασμένες οι εξεγέρσεις στην Αίγυπτο και την Ελλάδα. Αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με τις πραγματικές ιδέες των συμμετεχόντων, που μπορεί να έχουν αντικαπιταλιστικές και αντικρατικές φιλοδοξίες, όσο έχει να κάνει με τις συγκεκριμένες τους επιλογές στρατηγικής και τακτικής: για παράδειγμα το ότι συγκεντρώνονταν αμυντικά στην πλατεία, ή το ότι επιτίθονταν στο κτίριο της βουλής τη βραδιά της ψήφισης νέων μέτρων λιτότητας. Ακόμα και η δήθεν «άνευ νοήματος» βία των ταραχών του Λονδίνου ακούγεται ως έκκληση για μεταρρυθμίσεις, για τη βελτίωση της φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, και των ρατσιστικών οχλήσεων της αστυνομίας.

Είναι ασαφές λοιπόν, ποια είναι η λύση που μπορεί να παρέχει το κάλεσμα του Badiou για «οργάνωση» στα όρια των ιστορικών ταραχών, που ο ίδιος πολύ σωστά επισημαίνει «δεν παρέχουν από μόνες τους καμία εναλλακτική στην εξουσία που αποσκοπούν να ανατρέψουν». Με την παρέκκλιση της αμφίβολης γενικά περίπτωσης του «σοσιαλισμού της Λατινικής Αμερικής» και της συνθηματοποίησης του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, καμία τέτοια εναλλακτική δεν έχει αναδυθεί στον 21ο αιώνα. Μπορούμε να αναρωτηθούμε, αντ’ αυτού αν η ίδια η έννοια της εναλλακτικής ανήκει στις πλέον ξεπερασμένες πολιτικές του κόμματος, του κράτους και του προγράμματος.

4.

Ίσως, τότε η ίδια η αμεσότητα των άμεσων ταραχών να έχει να μας διδάξει πιο πολλά από ό,τι φαίνεται. Ο Badiou προσεγγίζει για μια στιγμή την αλήθεια της αμεσότητας όταν αναφέρεται στη «συναρπαστική αίσθηση μιας απότομης μεταβολής στη σχέση μεταξύ του πιθανού και του απίθανου», η οποία θα μοιάζει οικεία σε κάθε θιασώτη της εξέγερσης. Αλλά, όπως θα μπορούσε κανείς πλέον να περιμένει, υποχωρεί άμεσα πίσω στην πολιτική αφαίρεση ρεμβάζοντας σχετικά με την «από-κρατικοποίηση του θέματος του τι είναι δυνατόν». Εδώ υπερπηδά την πραγματική εμπειρία των ταραχών, και κάνοντάς το, χάνει κι αυτό που θα μπορούσε να μάθει από αυτές: Το πρώτο είναι η συνειδητοποίηση ότι υπάρχουν πολλοί σαν κι εσένα και η αστυνομία δεν αρκεί για να σας ελέγξει, και στη συνέχεια το άμεσο άλμα να υποψιαστείς ότι επίσης μπορεί και να είσαι ελεύθερος από την πειθαρχία της αγοράς, του μισθού και του εμπορεύματος, και του κόσμου που οργανώνεται από αυτές τις αλλότριες δυνάμεις. Αντί για μια μορφή ακραίου καταναλωτισμού υψηλού κινδύνου, η λεηλασία των καταστημάτων κατά τη διάρκεια των ταραχών είναι ίσως ένα από τα καθαρότερα παραδείγματα κομμουνιστικής πρακτικής που έχουμε την παρούσα στιγμή. Και χωρίς την πρακτική η κομμουνιστική Ιδέα δε μπορεί να σημαίνει τίποτα. Πράγματι, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι σε αυτό το σημείο που βρισκόμαστε, ο κομμουνισμός μπορεί να σημαίνει μόνο την ανάπτυξη πρακτικών που αφαιρούν τα πράγματα που χρειαζόμαστε και θέλουμε, τα πράγματα που φτιάχνουμε, από τον κλοιό της ιδιοκτησίας – ένας κλοιός για την υπεράσπιση του οποίου εκατομμύρια άνθρωποι καθημερινά καταδικάζονται σε λιμοκτονία, ασθένειες, φυλάκιση και χιλιάδες ακόμα μορφές βασάνων επιπλέον.

Αν και θα έπρεπε να είναι αυτονόητο, ας θυμηθούμε ότι o καταναλωτισμός εξαρτάται από το να πληρώνεις για πράγματα, με χρήματα που κερδήθηκαν με την εργασία. Το να κάνεις πλιάτσικο ένα ζευγάρι παπούτσια βασίζεται στο μίσος για τη μορφή-εμπόρευμα και τη σχέση της με την κοινωνική τάξη, κι όχι από μια σαγήνευση από το εμπόρευμα. Αυτός είναι ο λόγος που κατά τη διάρκεια των ταραχών, τα εμπορεύματα καταστρέφονται αναίτια και παιγνιδιάρικα τόσο συχνά όσο τα βουτάνε για κατανάλωση. Όπως έγραψε ο Guy Debord για την άμεση εξέγερση του Watts το 1965:

τη στιγμή που η περιβόητη αφθονία λαμβάνεται στην ονομαστική της αξία και άμεσα καταλαμβάνεται… αληθινές επιθυμίες αρχίζουν να εκφράζονται μέσα στη γιορτή, στην παιχνιδιάρικη αυτοεπιβεβαίωση, στο potlatch6 της καταστροφής. Ο άνθρωπος, που καταστρέφει εμπορεύματα, φανερώνει την ανωτερότητα του ανθρώπου πάνω στα εμπορεύματα…Από τη στιγμή που δεν αγοράζεται πλέον, το εμπόρευμα είναι ανοιχτό στην κριτική και τη μετατροπή.7

Αυτή είναι η «ανθεκτική αλήθεια» που επιβιώνει και πέρα από τις άμεσες ταραχές.

Αντί να ηθικολογούμε αντικρίζοντας περιστατικά αντικοινωνικής βίας που, αν και θλιβερά, προκύπτουν εξίσου σε καιρούς ταραχών όσο και σε καιρούς κοινωνικής ειρήνης, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τις άμεσες ταραχές από μια στρατηγική σκοπιά: Πώς θα μπορούσαν τέτοιες πράξεις απαλλοτριώσεων και το να παίρνεις πράγματα χωρίς αντίτιμο να αναπτυχθούν και να ενταθούν, και ποιες άλλες πρακτικές θα μπορούσαν να τις συνοδεύσουν και να βοηθήσουν στην επέκτασή των απαλλοτριώσεων; Πώς γίνεται όλο και περισσότερα άτομα να αναμιγνύονται στο ξεδίπλωμα της εξέγερσης, και τι μέτρα θα ήταν απαραίτητα για να την υπερασπιστούμε απέναντι στην επακόλουθη βία του κράτους; Η οργάνωση, υπό αυτήν την έννοια, σημαίνει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτό που έχει στο νου του ο Badiou. Αντί για ένας μηχανισμός αναπαραγωγής της Ιδέας, γίνεται ένα μέσο για την ανάπτυξη, τη διάχυση και το συντονισμό των πρακτικών που περιέχουν μέσα τους τις ιδέες, και από τις οποίες θα ανθίσουν άλλες, άγνωστες ως σήμερα ιδέες. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Badiou δεν έχει τίποτα να πει για τη δημιουργία κουζινών και ιατρείων, αυτοσχέδιων σταθμών φόρτισης κινητών τηλεφώνων και εκθέσεων τέχνης σε μέρη όπως η πλατεία Tahrir. Αυτά είναι όντως τα είδη της οργάνωσης – μορφές αλληλοβοήθειας και προσφοράς χωρίς αντίτιμο – που μπορεί να βοηθήσουν να επεκταθεί το «να παίρνεις πράγματα χωρίς αντίτιμο» στις ταραχές, και να διευκολύνει το πέρασμα από τις ταραχές στην ανοιχτή εξέγερση, στην επανάσταση. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να μας κάνει να ξανασκεφτούμε την ουσία του κινήματος Occupy τώρα που έχει φτάσει στην πρώτη του επέτειο: δεν είναι η εισαγωγή νέων όρων στον εθνικό διάλογο, ούτε το κάλεσμα για έναν λιγότερο δηλητηριασμένο πολιτικό μηχανισμό, ούτε καν η καταγραφή των διαστάσεων της τρέχουσας καταστροφής, αλλά τα ανιχνευτικά και μερικά και παρόλα αυτά ισχυρά πειράματα αυτοοργανωμένης μέριμνας, άμυνας και πρόνοιας.

Αυτό που διαπραγματεύεται η προηγούμενη κριτική δεν είναι μόνο οι ιδέες πάνω στο πώς προκύπτει η κοινωνική αλλαγή, αλλά και οι ιδέες σχετικά με τον ρόλο των ιδεών, καθώς και οι διάφοροι διανοούμενοι που θα μπορούσαν να τις ποιμάνουν μέσα στους αγώνες που αναδύονται. Αναποδογυρίζοντας τη δήλωση του Μαρξ ότι «η ανθρωπότητα δεν θέτει στον εαυτό της παρά μόνο προβλήματα που είναι ικανή να επιλύσει», ο Badiou γράφει ότι «η Ιστορία δεν περιέχει μέσα της λύση στα προβλήματα που θέτει στην ημερήσια διάταξη». Η λύση που φαντάζεται αναδύεται πέρα από την ιστορία, από τη λογική επεξεργασία της Ιδέας και τους πιστούς υποστηρικτές της, που μεταφράζουν την αλήθεια των αγώνων του σήμερα σε οργανωτικές δομές και αρχές που νικούν. Αν και βρίσκουμε καλούς λόγους να αποφεύγουμε την αισιοδοξία του Μαρξ, ωστόσο, δεν μπορούμε να δούμε κανένα άλλο μέρος από το οποίο μπορεί να προκύψουν λύσεις αν όχι από τις πρακτικές των ταραχών, των εξεγέρσεων και των αγώνων του σήμερα. Αντί να βλέπουμε τη θεωρία ως ένα μάθημα το οποίο πρέπει να διδαχθεί στους συμμετέχοντες των εξεγέρσεων του σήμερα, μπορούμε να τη δούμε ως κάτι που ενυπάρχει μέσα σε αυτά που κάνουν. Θα μπορούσαμε να αφουγκραστούμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Η απάντηση στο γρίφο της Σφίγγας είναι πάντα μια άλλη ερώτηση.

Σημειώσεις/ σχόλια της μετάφρασης:

  1. Aντιγράφοντας από το οπισθόφυλλο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του: ο Αλαίν Μπαντιού πρότεινε να ονομάσουμε «κομμουνιστική υπόθεση» αυτό που εμψύχωνε -από τη Γαλλική Επανάσταση και μετά- τις επαναστατικές πολιτικές ή πολιτικές χειραφέτησης. Η ετυμηγορία που επιχειρεί να επιβάλει η επίσημη ιστορία είναι ότι όλες οι προσπάθειες για την πραγμάτωση αυτής της υπόθεσης κατέληξαν σε τραγικές αποτυχίες, ενώ η ίδια η υπόθεση ακυρώθηκε από την Ιστορία. Το ανά χείρας βιβλίο θέλει να εξετάσει άμεσα την περίφημη ιστορική απόδειξη αυτής της «αποτυχίας» διαμέσου τριών θεμελιακών παραδειγμάτων: της Παρισινής Κομμούνας, της Πολιτιστικής Επανάστασης και του Μάη του ’68. Διατυπώνει τη θέση ότι, όπως συμβαίνει εξίσου σε θέματα πολιτικής και επιστήμης, η τοπική αποτυχία μιας προσπάθειας δεν μας δίνει το δικαίωμα να αποφύγουμε το πρόβλημα του οποίου αυτή η αποτυχία πρότεινε μια λύση· ότι σήμερα πρέπει να φανταστούμε νέες λύσεις για τα προβλήματα στα οποία προσέκρουσε αυτός ο πειραματισμός. Αυτό ακριβώς κάνει το τελευταίο κείμενο του ανά χείρας τόμου, το οποίο εκφωνήθηκε στο Λονδίνο, τον Μάρτιο του 2009, σε ένα σημαντικό συνέδριο που είχε ακριβώς τον τίτλο «Η ιδέα του κομμουνισμού». Και μεταφράζοντας από το αγγλικό αντίστοιχο: Ξέρουμε ότι ο κομμουνισμός είναι η σωστή υπόθεση. Όσοι εγκαταλείπουν αυτήν την υπόθεση αυτομάτως εγγράφουν εαυτούς στην οικονομία της αγοράς, την κοινοβουλευτική δημοκρατία – τη μορφή του κράτους που ταιριάζει στον καπιταλισμό – και τον αναπόφευκτο και «φυσικό» χαρακτήρα των πιο τερατωδών ανισοτήτων.
  2. Kατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για μια αναφορά στον ουροβόρο όφη: αρχαίο σύμβολο της αιωνιότητας και της συνέχειας του κυκλικού χρόνου.
  1. Tα councilhouses είναι σύστημα ενοικίασης (φτηνής) οικίας στην Αγγλία. Για μια γενική εικόνα του πώς λειτουργεί το σύστημα (λίστα αναμονής – πλειοδοσία κτλ) αξίζει να επισκεφτείτε το https://www.gov.uk/council-housing
  1. Glinda: Η κατά την επίσημη ανάγνωση του «Μάγου του Οζ» καλή μάγισσα του Νότου. Για όσους δεν αρέσκονται σε επίσημες αναγνώσεις και απεχθάνονται την εξίσωση όμορφος = καλός & άσχημος = κακός, για όσους φαίνεται περίεργο να κλέβεις – τηλεμεταφέρεις τα παπούτσια μιας νεκρής στα πόδια μιας άσχετης χωρίς καν την άδεια της δεύτερης, πράγμα που οδηγεί σε ένα κυνηγητό από την αδερφή της νεκρής, και τέλος πάντων θέλουν να δουν όλους τους λόγους για του οποίους η Glindaείναι ο πιο αχρείος, φαύλος και κακοήθης χαρακτήρας που έχει γραφτεί ποτέ, μπορεί να ανατρέξει στο http://www.cracked.com/article_18881_5-reasons-greatest-movie-villain-ever-good-witch_p2.html
  1. socialistworker στο πρωτότυπο
  2. potlatch: Το πότλατς –ή όπως το ονομάζει ο Μαρσέλ Μώς «ολική παροχή αγωνιστικού τύπου»-είναι ένα έθιμο ανταγωνιστικών πλουσιοπάροχων προσφορών και σπατάλης, ομαδικής κατανάλωσης ή και καταστροφής αγαθών που προασπίζει γόητρο και δύναμη στους δωρητές. Στο πότλατς ο ανταγωνισμός φτάνει μέχρι την επιδεικτική καταστροφή του συσσωρευμένου πλούτου για να επισκιαστεί ο αντίπαλος αρχηγός και εντέλει δε πρόκειται για μια απλή τελετουργία προσφορών και δωρεών από ένα κλάν ή μια φυλή αλλά από υπερβολικές, επιδεικτικές και ανταγωνιστικές παροχές προς τα μέλη των παραληπτών. πηγή: Κατερίνα Βαλασίδη anthropologia.gr

Στις κοινωνίες του δώρου, οι έννοιες της υποχρέωσης και της ευγνωμοσύνης είναι αδιαχώριστες. Στα πότλατς της Μελανησίας και του Βορειοδυτικού Ειρηνικού, η προσφορά δώρων μπορεί να αποτελεί πράξη επίδειξης κοινωνικής δύναμης, ίσως και εχθρικότητας. Αλλά ακόμα και πέρα από αυτή την ακραία περίπτωση, σε γενικές γραμμές είναι γεγονός ότι, όπως λέει και η ανθρωπολόγος Mary Douglas, “σε ολόκληρη τη γη από την απαρχή της ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού, η μεγαλύτερη διακίνηση προϊόντων γινόταν στα πλαίσια της υποχρεωτικής ανταπόδοσης των δώρων”  πηγή http://sacred-economics.com

Το δώρο σε τελική ανάλυση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η παύση της λειτουργίας της αξίας και η κατάργηση της τιμής για κάποιο χρονικό διάστημα ή σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο/τόπο. Ο κομμουνισμός ικανοποιεί ανάγκες, οποιουδήποτε είδους με έναν τρόπο που δεν είναι ούτε δωρεάν ούτε επί πληρωμή. […]το   πρόβλημα με την έννοια του δώρου είναι ότι μας οδηγεί στη σφαίρα της διανομής. Ότι διατηρεί το διαχωρισμό ανάμεσα στην ανάγκη και τα μέσα ικανοποίησης της. Εκτός από το ότι δε χρειάζεται πληρωμή. Bruno Astarian, (2011) Δραστηριότητα Κρίσης και Κομμουνιστικοποίηση μετάφραση πρακτορείο Rioters & Blaumachen

  1. Και για να συνεχίσουμε το απόσπασμα: Η κοινωνία της αφθονίας βρίσκει τη φυσική απάντηση της στη λεηλασία. Η αφθονία της δεν είναι με κανένα τρόπο φυσική κι ανθρώπινη αφθονία, είναι αφθονία εμπορευμάτων. Και η λεηλασία, γκρεμίζοντας προς στιγμήν το εμπόρευμα ως εμπόρευμα, φανερώνει το ultima ratio (ύστατο επιχείρημα) του εμπορεύματος: τη δύναμη, την αστυνομία και τα’ άλλα ειδικευμένα αποσπάσματα που μέσα στο Κράτος κατέχουν το μονοπώλιο της ένοπλης βίας. Τι είναι ο αστυνομικός; Είναι ο ενεργός υπηρέτης του εμπορεύματος, ο άνθρωπος που έχει ολοκληρωτικά υποταχθεί στο εμπόρευμα και χάρη στη δράση του το τάδε προϊόν της ανθρώπινης εργασίας παραμένει εμπόρευμα. Η μαγική θέληση του εμπορεύματος είναι να πληρώνεται και όχι απλοϊκά ένα ψυγείο ή ένα τουφέκι, δηλαδή ένα τυφλό, παθητικό κι αναίσθητο πράγμα που υποτάσσεται σ’ οποιονδήποτε το χρησιμοποιεί. Απορρίπτοντας την ταπείνωση της εξάρτησης του ανθρώπου από τον αστυνομικό, οι Μαύροι απορρίπτουν την ταπείνωση της εξάρτησης του ανθρώπου από τα εμπορεύματα. πηγή: internationale situationniste (1999) Το ξεπέρασμα της τέχνης – ανθολογία κειμένων της καταστασιακής διεθνούς, Αθήνα: ύψιλον/βιβλία

Η κρίση γενικεύεται, αλλά δεν αρκεί

Αναδημοσιεύουμε εδώ ένα παλιότερο κείμενο του Woland, αναρτημένο εδώ στο ίδιο blog πριν από περίπου δυο χρόνια, λόγω της επικαιρότητας των παρατηρήσεών του.

897998_8a27_625x1000

Στα κράτη της “αραβικής άνοιξης” η κρίση παίρνει ολοένα και περισσότερο τη μορφή της κρίσης του ίδιου του Kράτους. Πέρα από την αποσάθρωση της Αιγύπτου, η κατάσταση γίνεται ολοένα και χειρότερη στην Τυνησία, και ποτέ δε βελτιώθηκε από το χάος που προέκυψε μετά το 2011 στη Λιβύη.  Στο κράτος αυτό δεν σταθεροποιήθηκε σε καμία στιγμή μια νομιμοποιημένη κρατική εξουσία. Αυτή η γενικευμένη αποσταθεροποίηση είναι δεδομένη στις τέσσερις δεκαετίες του κύκλου του νεοφιλελεύθερου-χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού για την υποσαχάρια αφρική, και η Νότια Αφρική εντάσσεται τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο στην “εποχή των ταραχών” με συγκρούσεις κυρίως των βιομηχανικών εργατών στα ορυχεία και των φτωχών που διαμαρτύρονται για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης τους.

Η κρίση του Κράτους όμως δεν περιορίζεται μόνο στις χώρες του Μαγκρέμπ ή/και της Αφρικής γενικότερα. Στη λατινική αμερική, η κατάσταση επιδεινώνεται συνεχώς. Στη Βραζιλία τις τελευταίες μέρες έγιναν και πάλι βίαιες διαδηλώσεις σε αρκετές πόλεις. Η εισβολή σε τράπεζα, η καταστροφή εισόδου τηλεοπτικού σταθμού αποτελούν ενδείξεις του σημείου που βρίσκεται ακόμη η κοινωνική ένταση. Στη Χιλή εδώ και πολλούς μήνες συνεχίζονται οι συγκρούσεις για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, στην Κολομβία οι συγκρούσεις των αγροτών, αρχικά, με την αστυνομία τείνουν να πάρουν τη μορφή εξέγερσης με τη συμμετοχή φοιτητών και άλλω προλετάριων σε αυτές, και εχθές, επίσης, έγιναν μεγάλες διαδηλώσεις στο Μεξικό ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της κρατικής εταιρείας πετρελαίου, η οποία για να συμβεί απαιτεί αναθέωρηση του συντάγματος του κράτους αυτού.

Στην νότια Ευρώπη η κρίση του Κράτους (αναδιάρθρωση με μοχλό τη συνεχή κρίση δημόσιου χρέους) εμφανίζεται ως κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού και αδυναμία δημιουργίας ενός άλλου (κάτι που επηρεάζει έμμεσα και τις ανατολικές χώρες στις οποίες η πολιτική σύγκλιση με το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό ήταν ταχύτατη, τα αποτελέσματα είναι εμφανή σε Βουλγαρία, Σλοβενία αλλά και Ρωσία). Στη Σουδία μετά την Αγγλία, οι ταραχές των αποκλεισμένων όρισαν την κρίση του Κράτους ως κρίση ενσωμάτωσης/αποκλεισμού του προλεταριάτου στην διαδικασία παραγωγής αξίας. Στις ΗΠΑ και στη Βρετανία η αδυναμία του κράτους να δημιουργήσει συναίνεση γύρω από έναν ακόμη ιμπεριαλιστικό πόλεμο (έναν πόλεμο που εξάγει το κοινωνικό ζήτημα του κράτους που επιτίθεται) είναι επίσης μια μορφή εμφάνισης της κρίσης του Κράτους. Η αδυναμία συναίνεσης γύρω από αυτόν τον πόλεμο είναι σημαντική καθώς η δεύτερη φάση της αναδιάρθρωσης αποτελεί μεταξύ άλλων και παραγόμενη διευθέτηση της κρίσης της ζωνοποίησης του κεφαλαίου. Η νέα περιφερειοποίηση που είναι αναγκαία πτυχή της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης (και επίλυση της κρίσης του Κράτους που κυοφορεί) δεν μπορεί να συμβεί χωρίς την εμπλοκή της ταξικής πάλης στα κράτη που προσπαθούν να την επιβάλλουν όπως φαίνεται (μια εξέλιξη που σχετίζεται με το γεγονός ότι η ζωνοποίηση αναπαράγεται και στο εσωτερικό των “ανεπτυγμένων” κρατών).

Στα κράτη της ανατολικής και νοτιοανατολικής ασίας στα οποία βασίζεται σε σημαντικό βαθμό η παγκόσμια συνδιασμένη συσσώρευση κεφαλαίου (και είναι πιθανό να βασιστεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον μετά από τη διαφαινόμενη κατάρρευση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας των BRIS και της Τουρκίας) η κρίση παίρνει επίσης τη μορφή της κρίσης του Κράτους, παρά τις επιμέρους διαφορές. Στο Μπαγκλαντές η σύγκρουση έχει και στοιχεία εργατικού κινήματος και στοιχεία που προσομοιάζουν στα κινήματα του Μαγκρέμπ και της Τουρκίας, στην Κίνα το εργατικό στοιχείο είναι εντονότερο και συνδιάζεται με σκληρές συγκρούσεις γύρω από την απαλλοτρίωση γης, οι οποίες μορφοποιούν την πολιτική κρίση στο κράτος αυτό.

Η κρίση του Κράτους είναι ο τρόπος που παράγεται η καπιταλιστική κρίση στο επίπεδο της αναπαραγωγής των τάξεων, είναι μια σημαντική μορφοποίηση της εποχής των ταραχών και της άνισης δυναμικής της. Στο Κράτος, στη δυσκολία του να αναδιαρθρωθεί,  να ενσωματώσει την ταξική πάλη στις δομές του, να επανορίσει τους όρους της κοινωνικής ειρήνης, να τιθασεύσει το υπεράριθμο προλεταριάτο, να κατανείμει την εργασιακή δύναμη ικανοποιητικά με βάση το φύλο, την ηλικία ή/και τη φυλή της και να διασφαλίσει την διαφοροποιημένη υποτίμηση της εργασιακής δύναμης συνολικά, να συνεχίσει την πορεία του μέσα σε ευρύτερα περιφερειακά υπερ-κρατικά σχήματα και πιθανόν να απο-εθνικοποιηθεί μέσα σε αυτά, σε όλα αυτά τα στοιχεία είναι που συναντιούνται προς το παρόν όλες οι ετερόκλητες αντιφάσεις, σε όλα αυτά τα στοιχεία και στη συνάρθρωση τους μορφοποιείται ο τρόπος σύνδεσης της εκμετάλλευσης με όλες τις αντιφάσεις της αναπαραγωγής των τάξεων (φύλο-οικογένεια, θρησκεία, φυλή, νεολαία-εκπαίδευση, ένταξη/αποκλεισμός) και τους παραγόμενους συνδυασμούς των αντιφάσεων αυτών.

Το τέλος του εργατικού κινήματος, δηλαδή το τέλος του ορίζοντα μιας κοινωνίας στην οποία όλοι θα είναι εργάτες, είναι επίσης στοιχείο της κρίσης του Κράτους. Οι προλετάριοι και οι προλετάριες δεν έχουν ως ορίζοντα της δραστηριότητας τους την κατάκτηση της εξουσίας από το κόμμα “τους”, άρα δεν έχουν ως σαφή ορίζοντα τους τη διαχείριση ενός “άλλου τύπου” Κράτους. Αυτή η απουσία είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί θέτει το πρόβλημα της επανάστασης με αρνητικούς όρους.  Όταν δεν υπάρχει ο ορίζοντας μιας κοινωνίας στην οποία όλοι θα είναι εργάτες, υπονομεύεται ταυτόχρονα και η επίλυση των αντιθέσεων τις οποίες “τακτοποιούσε” η ηγεμονία του κοινωνικού ρόλου του εργάτη. Οι πρώην δευτερεύουσες αντιθέσεις παράγονται στον κύκλο αυτό ως άλυτες αντιφάσεις, όλα είναι σε καθεστώς αμφισβήτησης όχι όμως ως προς την ιεραρχία τους, όπως συνέβαινε μέχρι τον προηγούμενο κύκλο, αλλά ως προς την ύπαρξη τους. Δεν τίθεται θέμα “ισότητας” πλέον, τίθεται θέμα κατάργησης των ρόλων και των ταυτοτήτων, δηλαδή, θέμα κατάργησης του προλεταριάτου. Αυτή η απουσία του ορίζοντα της κοινωνίας των εργατών και της κατάληψης της κρατικής εξουσίας, όμως, ενώ ορίζει το πρόβλημα (την κατάργηση όλων των κοινωνικών ρόλων) αρνητικά, και παράγει την ανάδυση των πρών δευτερουσών αντιφάσεων στην επιφάνεια της συγκυρίας, αδυνατεί να θέσει το ζήτημα της κατάργησης των κοινωνικών ρόλων με θετικό τρόπο. Ενώ απουσιάζει η κατάληψη της κρατικής εξουσίας από τον ορίζοντα και τη δυναμική της συγκυρίας, δεν ηγεμονεύει η κατάργηση του ίδιου του Κράτους ως ορίζοντας, ένα στοιχείο αναγκαίο για την κατάργηση όλων των διαμεσολαβήσεων που συγκροτούν την ταξική κοινωνία.

Το αποτέλεσμα αυτής της αντιφατικής κατάστασης είναι η μεταβατική περίοδος, η δεύτερη φάση της αναδιάρθρωσης που συντελείται από την αρχή του κύκλου του νεοφιλελεύθερου-χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού (από τη σκοπιά του κεφαλαίου), η μορφοποίηση της φάσης αυτής ως “εποχή των ταραχών” (από τη σκοπιά του προλεταριάτου). Ο ορίζοντας της κατάργησης του Κράτους, ως αναγκαίου κομμουνιστικού μέτρου, δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε επίπεδο πολιτικού προγράμματος και να διαδοθεί από μια “πεφωτισμένη ηγεσία” στις προλεταριακές μάζες (οι αναρχικές πολιτικές οργανώσεις που ευαγγελίζονται την κατάργηση του Κράτους ως πρόγραμμα επιβεβαιώνουν με αυτόν τον τρόπο την καθήλωση τους στον προηγούμενο κύκλο αγώνων). Κάθε πολιτικό πρόγραμμα, ακόμη και το πιο ριζοσπαστικό προυποθετει την ύπαρξη θεσμών διαμεσολάβησης των κοινωνικών σχέσεων (ακόμη και “αμεσοδημοκρατικής” ή συμβουλιακής!) για την υλοποίηση του. Συνεπώς το Κράτος, μέσα σ’αυτό το θεωρητικό σύμπαν, για να καταργηθεί πρέπει πρώτα να κατακτηθεί, να υπάρξει μια μεταβατική περίοδος κατάργησης του (μια προοπτική που εξαντλείται στη συνεχή επίκληση της ανάστασης του νεκρού εργατικού κινήματος και της εργατικής δημοκρατίας που του αντιστοιχεί, εκεί είναι που συναντιούνται οι πολιτικές οργανώσεις όλου του “επαναστατικού” φάσματος).

Ο ορίζοντας της κατάργησης του Κράτους μπορεί να παραχθεί μόνο μέσα στη συνεχή ανανέωση των συνθηκών ύπαρξης των αγώνων που συναποτελούν την εποχή των ταραχών. Η ίδια η αναπαραγωγή του αγώνα, η ταύτιση της δραστηριότητας του αγώνα με το στόχο του, μόνο αυτή η δυναμική που έρχεται συνεχώς σε ρήξη με τον εαυτό της, που αμφισβητεί συνεχώς την καθήλωση στις όποιες “επιτυχίες” της, μπορεί στην ιστορική περίοδο που διανύουμε να είναι η παραγωγή της επανάστασης.

Το ηλιοστάσιο: για την άνοδο των δεξιών μαζικών κινημάτων, χειμώνας 2013/14

Δημοσιεύουμε παρακάτω ένα κείμενο σε τρία μέρη σχετικά με την άνοδο των δεξιών μαζικών κινημάτων, από ένα αμερικάνικο (πιθανότατα φιλομαοϊκό και φιλοΚΟΕ) μπλογκ. Παρά την επαναλαμβανόμενη πολιτική και ιδεολογική, και γι’ αυτό αποπροσανατολιστική, διάκριση μεταξύ “αριστεράς” και “δεξιάς” όσον αφορά την κατανόηση των κινημάτων που εμφανίζονται στις μέρες μας στο προσκήνιο της ιστορίας κάτω από το label των “πλατειών”, το κείμενο είναι χρήσιμο τουλάχιστον στα εξής σημεία:

(α) συνδέει τη συζήτηση για τον χαρακτήρα των σύγχρονων κινημάτων με τη μαρξική συζήτηση για το “ιστορικό κόμμα”.

(β) παρουσιάζει αρκετά αναλυτικά την ιστορία και τον χαρακτήρα της σύγκρουσης μεταξύ των “κόκκινων πουκάμισων” και των “κίτρινων πουκάμισων” στην Ταϊλάνδη, μια περιοχή του πλανήτη όπου, κατά την άποψη του συγγραφέα, προέκυψαν φαινόμενα που προηγήθηκαν των κινημάτων των πλατειών και των “ανοίξεων” τα επόμενα χρόνια μετά την πυρπόληση του κέντρου της Μπανγκόκ το 2010.

(γ) αναγνωρίζει την ύπαρξη της “εποχής των ταραχών”, την οποία όμως, εγκαταλείποντας εκεί τη χρήση μαρξιστικών και ταξικών εργαλείων, επιδιώκει να την κατανοήσει με την αρκετά αφηρημένη τυποποίηση του Badiou. Παρόλα αυτά, και αυτό έχει σημασία, θεωρεί ότι μέσα από τις ταραχές αναπτύσσονται τριών ειδών υποκείμενα που βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους (πολύ σχηματικά: επαναστατικό υποκείμενο, “κόμμα της Τάξης” που σχετίζεται με το κράτος, εθνικιστές), ενώ με την παρομοίωση του ηλιοστασίου θεωρεί ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο ιστορικής καμπής.

Α.

 

Πρώτο μέρος

 

Δεύτερο μέρος

Τρίτο μέρος

 

Βοσνιοποίηση της Ουκρανίας και ο ρόλος των ολιγαρχών

Δίνονται παρακάτω τα λινκ για τα δυο μέρη ενός μεγαλύτερου κειμένου (δυστυχώς στα ιταλικά, μπορεί όμως να σε γενικές γραμμές να διαβαστεί και μέσω του google translator) πάνω στα γεγονότα στην ανατολική ουκρανία. Τα κείμενα αυτά δημοσιεύτηκαν στο ιταλικό blog crisiglobale.wordpress.com, όπου μπορεί να βρεθεί και κείμενο για το background της “Δημοκρατίας του Ντόνετσκ”.

Παρόλο που τα κείμενα έχουν γραφτεί ένα μήνα πριν, θυμίζουν σε αυτούς που (θέλουν να) ξεχνούν όχι μόνο ένα βασικό χρονολόγιο των γεγονότων, αλλά και μια συγκεκριμένη ερμηνεία τους σε σχέση με την προοπτική τόσο της ομοσπονδιοποίησης /βοσνιοποίησης της χώρας όσο και της ενίσχυσης του ημιφεουδαρχικού καθεστώτος των ολιγαρχών-μαφιόζων στις ανατολικές περιοχές και του νέου ρόλου που θα επιδιώξουν αυτοί για τους εαυτούς τους μετά τη δημοκρατική εξέγερση του Μαϊντάν.

Α.

Doneck2

Χειρισμοί μεγάλης κλίμακας στην Ανατολική Ουκρανία: Μέρος 1 – Το χρονικό των γεγονότων και ο ρόλος των ολιγαρχών

Χειρισμοί μεγάλης κλίμακας στην Ανατολική Ουκρανία: Μέρος 2 – Ο εσωτερικός και εξωτερικός ανταγωνισμός, η ομοσπονδιοποίηση

Against the regime in Kyiv and the junta in the East!

Αναδημοσιεύουμε παρακάτω το τελευταίο κείμενο της ACT για τα γεγονότα στις ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας. Το αρχικό κείμενο μπορεί να βρεθεί εδώ, ενώ η ελληνική του μετάφραση εδώ.


Against the regime in Kyiv and the junta in the East! AWU-Kyiv statement on the conflict in the Eastern regions (EN, GR)

vyshyvanka

There is a continuing confrontation on Ukraine’s territory between the groups of local and Russian ruling class which play off the working people one against another and stir up enmity, bringing the country closer to the state of civil war. The events in Mariupol’ are the embodiment of this confrontation. Many people, the combatants and civilians, contract military staff and conscripts, as well as volunteers, have suffered on both sides of the conflict  as a result of the “anti-terrorist operation”

This is a critical situation for working people. The government treats all protesting Anti-Maidan people alike: soldiers don’t understand who they shoot at, and the ones who are being shot at don’t understand what they die for. Both sides of the condlict manipulate their “foot soldiers” with a particular cynicism, and because of this the working people fight for the ideas that do not have anything in common with their material, class interests. Ukrainian military units and other armed groups fight for the senseless ideals of national-patriotism and “unity of a nation”, while separatists fight for the creation of a new state and/or joining Russia. In all cases the aim is the borgeois national state with its bureaucrats, police, judges, prisons, capitalists and paupers.

Even now there are already dozens of victims and deaths as the consequence of struggle between those two reactionary movements. Army incompetence, on the one side, and the combatants’ depravity, on another side, increase the losses significantly.

The highest ranks of Anti-Maidan movement are generally made up of military retirees, as well as senior police officials, which are loyal to the previous regime. Therefore, the leadership of the “people’s republics” in the Eastern regions of Ukraine may indeed be styled as the junta – the dictatorship of the law enforcement and armed forces.

Fascist groups and criminals present in this movement make the overall character of junta deeply reactionary and radically contrary to the class interests of the working people in the Eastern regions.

Pro-Russian propaganda portrays separatist combatants as fighters of anti-fascist resistance. According to this propaganda, “anti-terrorist operation” started by Ukrainian government is nothing else but the attack of Ukrainian fascists from “Right Sector”, whose role in these and many other events is disturbingly blown way out of proportion.

“Right Sector” is a poorly coordinated coalition of several far-right organizations. Its social structure consists of far-right youth and criminal groups. The social structure of “people’s republics” combatants is mainly similar: teenagers, gangsters and declassed elements. The popular appeal of “Right Sector” in the present moment is very low (even lower than that of the totally discredited Communist Party of Ukraine); moreover, “Right Sector” is in the state of an undercover war with Ukrainian government.

Owing to the constant PR from the pseudo-antifascist international community, “Right Sector” acquires the dreadful image of a powerful organization which almost rules the Ukrainian state, which is obviously not true. But we are not trying to minimize the problem of fascist movements in Ukraine. AWU repeatedly emphasized the escalation of far-right violence, aimed particularly at leftists, as early as 2012, during Yanukovych’s regime. AWU activists were also attacked. One of our comrades was almost killed by the neo-nazis who had attacked him with knives. Also, the location of this year’s May Day march had to be moved due to the threat of clashes with far-right.

Resisting the fascist movements has been one of the primary tasks of anarchist movement in Ukraine for a long time. Unlike many post-Stalinist “antifascists” in Western countries we know this problem firsthand and not from the Internet. And yet, we and our comrades managed to organize May Day anarchist marches with social, anticapitalist and antinational agenda in Kyiv, Kharkiv and Zhytomyr.

Anarchists do not intend to give ground to the nazis and to the right-liberal government. It was AWU that organized the radical left protest campaign against the “Bat’kivshyna” ruling party.

We are ready to continue the fight against the state, capital and the far-right who protect them. But this fight is a hundred times more difficult when the state, the church, police structures and fascist movements are united into one force. Such is the situation in Donbass, where the “army of Donetsk people’s republic” is headed by Igor Strelkov, the Russian undercover man and a great fan of the historical Tsarist White Guard movement; where the organizer of the referendum, the founder of “Orthodox Donbass” movement, consults with the leader of the oldest post-Soviet neo-Nazi movement, legendary Aleksandr Barkashov; where activists of Anti-Maidan manifest their solidarity and respects to another icon of European fascists – Aleksandr Dugin; where co-chairman of the “Donetsk people’s republic government” Denis Pushilin openly regrets the revolution of 1917 that put end to tsarism and calls it a “bloody disaster”.

Social slogans did not fit into the manifests and official documents of separatists, while there are many phrases about the class peace and the interests of the “small business”. Criminal and fascist junta on the East at present organizes the tortures and abductions of trade union activists.

Nationalism is the deadly enemy of the working people. This is proved by the current events in Ukraine, when fascists on both sides help the ruling class to physically fight down the working people. The question is – how many victims and destructions are needed before Ukrainian proletariat realizes it.

We demand from the Kyiv government to remove the troops from the cities immediately, and from the Eastern junta to stop terrorizing peaceful working people. Our own goal is to keep up the resistance at all fronts and to build revolutionary labour movement against all the odds.

We call on our fellow Ukrainian workers to line up behind our common class interests, among which are peace and solidarity, but not the senseless fight for keeping the territories or their separation. Class struggle does not have anything to do with the fight for redistribution of power. Whoever wins in the confrontation between the government and separatists, – we will lose, that is why its boycott is our priority. Ignoring the government’s decisions, renouncing the militarism, striking and building the revolutionary labour movement – such are our weapons against the war imposed upon us. We can count only on ourselves and the international solidarity from other left-radical organizations. If we don’t start to rise now we will face the most difficult times.

No gods, no masters, no nations, no borders!

Workers of the world, unite!

Anarchism in the context of civil war

Αναδημοσιεύουμε παρακάτω ένα ακόμα κείμενο για την Ουκρανία, αυτή τη φορά για τη στάση που κράτησαν οι εκεί αναρχικοί. Τα σχόλια του συγγραφέα του κειμένου, το οποίο  πρωτοδημοσιεύτηκε εδώ, και σε ελληνική μετάφραση εδώ, σε κάθε περίπτωση έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και αφορούν την ίδια τη δυνατότητα να κρατήσει κανείς μια αντιπολεμική στάση, και όχι μόνο, λίγο πριν τον εμφύλιο.

image
On Friday, the 2nd of May, the House of Trade Unions in Odessa caught on fire. Altogether at least 42 people lost their lives during the clashes in the city, most of them in the fire and the others in streetfights. This is an account of the tragedy.

 

Events began to unfold when armed pro-Russian AntiMaidan fighters attacked a demonstration organised by football hooligans with nationalist sympathies. This attack resulted in lethalities, but soon the pro-Russians were overpowered. They escaped back to their protest camp in the Kulikovo field, but pro-Kiev demonstrators followed and lit the protest camp on fire. The pro-Russians then escaped to the House of the Trade Unions, which soon caught on fire. The fire spreading, is visible in this video. At the 2 minute mark, you can see a flame behind a closed window, making it plausible that some of the fires were started from the inside. For example, due to accidents with Molotov cocktails which were used by both sides during the fight. However, you can also see pro-Ukrainian nationalists throwing Molotov cocktails, making them at least partially responsible for the fire.

 

There are doubts as to whether the core group of pro-Russians who attacked the demonstration with firearms were outside provocateurs. But certainly, there were people in the House of Trade Unions, who had nothing to do with the attack. In a number of photographs, you can see police protecting the core group of attackers. Otherwise, police were very passive during the fire, and did not interfere in the events. Even if the police were not part of a conspiracy, at the least, they acted completely unprofessionally.

 

During the weekend, troops of the central government and local “federalists” had been waging war in the city of Kramatorsk in Eastern Ukraine. This means, that what is happening in the Ukraine can already be considered a civil war. In the upcoming weeks, it will become clear how widely the warfare will spread and if Russia will interfere.

 

I consider myself an expert on the Russian context as I lived in Moscow for more than 12 years, but this does not mean that I am an expert on the Ukrainian one. I have only visited the country three times in the last years, and have hardly more than 20 friends there. Still, when getting myself acquainted with the Ukraine, I quickly understood that civil war could be a possible scenario there. All of my Ukrainian friends, however, were absolutely certain, that nothing like that would ever happen there. That even with all the differences between Eastern and Western Ukraine, no-one was prepared to kill in their name. They were convinced, that Ukraine could never become another Yugoslavia. All of them had acquaintances, friends and loved ones on both sides of the river Dnieper, both Ukrainian and Russian speakers. But if you only ever take into consideration your own friends, you will fall into the trap of scaling, obstructing those mechanisms which create hatred on a large scale.

 

War does not require personal hatred between people, geopolitical and economical reasons are good enough for that. And in the Ukraine, the geopolitical interests are far greater than in Yugoslavia. If you have an interest in flaring up ethnic hatred or war, a rather small ethnic rift is enough. A few abuses, murders, and kidnappings, and everyone will be ready for battle. This has succeeded now in Ukraine, just as it has succeeded in many other places.

 

At the moment, the Western “left” seems to be pretty much clueless in terms of the events taking place there. This is because the “left,” broadly speaking, is not a very useful concept in the former Soviet Union, as it can mean anything from social-democrats and anarchists, to stalinists supporting Putin. Personally, I prefer to always write the word in quotation marks. I identify with anarchists, not the “left,” since, for quite a while now anarchists have been the only political force in Russia which united the ethos of opposing racism, sexism and homophobia to the ethos of social equality. Until very recently, there had not been much of any Western “new left” in Russia, with the exception of a handful of Trotskyists.

 

A split within the “left” in Ukraine is completely predictable and even necessary. In Kharkiv the streetfighting, Stalinist organisation, “Borotba” (meaning Struggle) has been on the opposite side of the anarchists. In this region of the former Soviet Union, 99.9% of the “left” will always support imperialism for the sake of “being with the people.” It is about time that anarchists refuse the “left” label. We have nothing in common with these people.

 

But anarchists, too, can be easily manipulated with buzzwords such as “self-organisation” and “direct democracy.” For example, Boris Kagarlitsky, a Russian intellectual widely known amongst the Western “left” and a frequent guest of World Social Forums, has found favorable ground in the West by using these buzzwords.

 

Apparently, the Ukrainian and Russian anarchists could not foresee the developments which lead to the civil war. Maidan had only been discussed from the point of view that it could offer something better than the Yanukovich regime. It was not expected that Russia would react to a Maidan victory with a conscious escalation of the conflict, and which could eventually lead to civil war.

 

Whereas Russia is the major propaganda machine and arms provider in the conflict, Western countries are not doing much better, as they only acknowledge the interests of the new government in Kiev and present the movement in Eastern Ukraine as mere Russian puppets.The armed wing of the “federalists” are definitely Kremlin puppets, but if it were not for the widespread discontent and protests against the new regime in Kiev, this armed wing would not have emerged.

 

I do not believe that a civil war was the Kremlin’s aim. First of all, it wanted to destablizie Ukraine to the maximum in order to have Kiev give up any attempts to gain back control over Crimea. Now the situation is out of the Kremlin’s control, and it may have to send regular troops to Ukraine in order to fulfill the promise of support it has given to the “federalists.”

 

The government in Kiev has given so many “final ultimatums” which were quickly forgotten, and has announced so many unexisting “anti-terrorist operations,” that it is clear it has very few battle-ready troops. A few times, the central government troops have actually taken action and the results have been tragi-comic. Thus, the government understands that it’s still in question whether it would succeed in a full-scale civil war. However, it also understands, that war can help discipline society and stabilize the new order to the extent, that any promises given to Maidan would be forgotten. With time, both sides have come to understand that a full-scale war might be necessary for their interests, even if neither was initially planning for this.

 

Disagreements within the anarchist movement

 

Over the course of events, the Ukrainian and Russian anarchist movements have split into three different sides. A first group concentrated on producing internet-statements against both sides of the conflict. For them, keeping out of any social processes is a matter of principle, and they only want to monitor and assess. Participation in the social protest is not a goal for them, as they prefer to keep their hands clean. Since every process has input from either disgusting liberals, hated nationalists, awful stalinists, all three at the same time, or other undesirables, one can never fully participate in anything and the only alternative is to stay home and publish statements on the internet about how everything is going from bad to worse. However, most of the time these statements are just self-evident, banalities.

 

A second group, was made up of those who got excited about all the riot-porn and anti-police violence in Kiev, without considering who was carrying out this violence and in whose interests. Certain antifascists drifted as far as to defend the “national unity” in Maidan, and threatened particular Kiev anarchists due to their criticism of Maidan and refusal to participate. Most of the people in this camp are just fans of anti-police violence without any theoretical frame, but some want to give Maidan an imagined anti-authoritarian flavor, by equating the general meeting of Maidan (“Veche”) with the revolutionary councils established during 20th century revolutions. They base this claim on the social demands occasionally presented at Maidan, but these demands were always at the periphery of the Maidan agenda.

 

One of these peripheral demands was the proposal that oligarchs should pay a tenth of their income in taxes and was generally in tune with nationalistic populism. However, the demands of the Kiev Maidan were still far from returning the billions stolen by oligarchs back to society. In Vinnytsa and Zhitomir, there was an attempt to expropriate factories owned by German capital , but this was the only case going beyond the national-liberal context that I am familiar with.

 

In any case, the main problem at Maidan wasn’t the lack of a social agenda and direct democracy, but the fact that people did not even demand them. Iven if everyone kept repeating that they did not want another “orange revolution” like in 2004, nor for Yulia Timoshenko to return, at the end of the day chocolate industrialist Poroshenko and Vitaly Klitchko are leading the polls. This was the choice the people made as they grew weary of the revolutionary path as proposed by the radical nationalists of the Right sector. As of now, people want to return to “life as usual,” to life before Yanukovich, and are not prepared to make the sacrifices that further revolutionary developments would demand. Representative democracy is indeed like a hydra, if you cut one head, two will grow in its place.

 

However, none of the fears of “fascist takeover” have materialized. Fascists gained very little real power, and in Ukraine their historical role will now be that of stormtroopers for liberal reforms demanded by the IMF and the European Union — that is, pension cuts, an up to five times increase in consumer gas prices, and others. Fascism in Ukraine has a powerful tradition, but it has been incapable of proceeding with its own agenda in the revolutionary wave. It is highly likely, that the Svoboda-party will completely discredit itself in front of its voters.

 

But anyone attempting to intervene, anarchists included, could have encountered the same fate — that is, to be sidelined after all the effort. During the protests, anarchists and the “left” were looking towards the Right sector with envy, but in the end all the visibility and notoriety, for which they paid dearly, was not enough to help the Right sector gain any real influence.

 

If Kiev anarchists would have picked the position of “neutral observers” after Yanukovich had shot demonstrators, it would have completely discredited them. If after being shot, the working class, or more exactly “the people,” that is, the working class along with the lower strata of the bourgeoisie, would have failed to overthrow Yanukovich, Ukrainian society woul have fallen into a lethargic sleep such as the one Russian and Belarusian societies are experiencing. Obviously, after the massacre there was no choice left except to overthrow the power, no matter what would come in its place. Anarchists in Kiev were in no position to significantly influence the situation, but standing aside was no longer an option.

 

And thus, we come to the third, “centrist,” position taken by anarchists — between the brainless actionism and the “neutral” internet statements. The camp of realist anarchists understood, that even if the Maidan protests pretty much lacked a meaningful positive program, something had to be done or the future would be dire.

 

The limits of intervention

 

In Kiev, anarchists took part in a number of important initiatives during the revolutionary wave — first of all the occupation of the ministry of education, and the raid against the immigration bureau by the local No Border group, which was looking for proof of illegal cooperation with security services of foreign countries. But the most successful anarchist intervention was the one in Kharkiv, where Maidan was relatively weak but also freer of nationalistic influence.

 

Still, such centrism has its own problems. For one, you might unintentionally help the wrong forces gain power, also discrediting radical protest. A second problem would be that you might end up fighting a fight which is not your own. When AntiMaidan attacked the Maidan in the city of Kharkiv, its imagined enemy were not the anarchists, but NATO, EU or Western-Ukrainian fascists. Since anarchists had joined Maidan, it would have been cowardly to desert once the fight started. Thus anarchists ended up fighting side by side with liberals and fascists. I do not want to criticize the Kharkiv anarchists, after all they made, perhaps, the most serious attempt among Ukrainian anarchists to influence the course of events, but this was hardly the fight, and these were hardly the allies they wanted.

 

And so, comes the point when desertion becomes imperative, and that is when civil war begins. As of now, it’s still too early to make any final assessment of the anarchist attempts to influence Maidan, but after the beginning of a civil war, Maidan will no longer play a role. From now on, assembly will gradually turn to the army, and assault rifles will replace Molotov cocktails. Military discipline will replace spontaneous organisation.

 

Some supporters of the Ukrainian organisation, Borotba (meaning Struggle) and the Russian Left Front claim that they are attempting to do the same things as the anarchists did at Maidan, that is, direct protest towards social demands. But AntiMaidan has no structures of direct democracy, not even distorted ones. It quickly adopted the model of hierarchical, militaristic organisations. The AntiMaidan leadership consists of former police and reserve officers. It does not attempt to exert influence through the masses, but with military power and weapons. This makes perfect sense, considering that according to a recent opinion poll, even in the most pro-”federalist” area of Lugansk, a mere 24% of the population is in favor of armed takeovers of government structures. That is, AntiMaidan cannot count on a victory through mass demonstrations.

 

Whereas at its essence Maidan was a middle-class liberal and nationalistic protest, supported by part of the bourgeoisie, AntiMaidan is purely counter-revolutionary in tendency. Of course, AntiMaidan has its own grassroots level. One could attempt to intervene, but an intervention by joining would mean supporting a Soviet, imperialist approach. The Communist Party of the Russian Federation, Borotba, the Russian Left Front and Boris Kagarlitsky have all joined this Soviet chauvinist camp. Intervening in Maidan made sense only as long as the enemy were Berkut police forces and paid thugs. When the opponents are mislead AntiMaidan participants, it no longer makes sense to fight in the streets.

 

When looking at either side of the conflict one can see a dangerous tendency, which every anarchist and anti-authoritarian will face in the future: the recuperation of anti-authoritarian rhetoric and terminology for the purposes of hierarchical ideologies. On the one side, “autonomous nationalists” who have found sympathy amongst many anarchists, and on the other, intellectuals such as Boris Kagarlitsky. Both characterising warring factions with attributes such as “direct democracy” and “self organisation.” In reality, these characteristics are either present in a distorted form or not at all. When two different flavors of nationalism are “self-organising” in order to maim and murder each other, there is nothing to celebrate. Subsequent to the events in Ukraine, it is clear that anarchists must explain the essential difference between “self-organisation” and self-organisation to the world.

 

According to the opinion poll referenced above, in Eastern Ukraine as a whole, only 12% of the population supports the “federalists’“ armed actions, whereas the Kiev government is supported by some 30%. The remaining 58% supports neither, and in conditions of civil war, this is the majority on which we should count. We should encourage desertion and conflict avoidance. Under any other conditions, and if anarchists had more influence, we could form independent units against both warring factions.

 

Unarmed civilians have stopped bloodbaths in several places by moving in between the troops as human shields. If not for this kind of civil disobedience, a full-scale war would have been launched much earlier. We should support this movement, and attempt to direct it against both “federalist” and government troops simultaneously.

 

In case Russia reacts either by occupying parts of Eastern Ukraine or the country as a whole, we could take the example of anarchist partisans in World War II era France and Italy. Under such conditions, the main enemy is the occupying army, as it will antagonise the whole population very quickly. But it is also necessary to keep the maximum distance from the nationalistic elements of the resistance, as any alliance with them would hinder anarchists from realising their own program in the framework of the resistance.

 

The events in Odessa are a tragedy, and it is possible, that among those who died in the House of the Trade Unions were also people who played no part in flaring up the violence. People who threw molotov cocktails at the House should have understood the consequences. Even if the fire igniting was not solely due to them, it is not for lack of trying.

 

In case civil war spreads, these deaths are just the beginning. No doubt that on both sides the majority only wants a better life for their close ones and their motherland, and many hate governments and oligarchs to an equal extent. The more sincerely naïve people die, the greater the pressure to support one of the factions in the war, and we must struggle against this pressure.

 

Whereas it may occasionally be worth it to swallow tear gas or to feel the police baton for a bourgeois revolution, it makes no sense at all to die in a civil war between two equally bourgeois and nationalist sides. It would not be another Maidan but something completely different. No blood, anarchist or otherwise, should spill due to this stupidity.

 

Antti Rautiainen

 

 

 

Δυο κείμενα για την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική

Το πρώτο κείμενο των Srecko Horvat και Igor Štiks, το οποίο έχει τίτλο «Is the Balkans a new Maghreb?» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 2011 στο site uninomad. Έχει μεταφραστεί στα ελληνικά και αποτελεί μια από τις πρώτες απόπειρες εκτενούς αποτίμησης της ευρωπαϊκής πολιτικής στα βαλκάνια σε άμεση σύνδεση με την τότε πρωτοεμφανιζόμενη «αραβική άνοιξη».

Αυτό το πρώτο κείμενο μπορεί να συνδεθεί με το κείμενο-σχόλιο του Malte Daniljuk στο portal Telepolis, το οποίο δημοσιεύουμε μεταφρασμένο παρακάτω, κατά την αναζήτηση απαντήσεων πάνω στο πού αποσκοπεί η ευρωπαϊκή νεοφιλελεύθερη στρατηγική στα σύνορα της Ευρώπης.

Α.

 

Έναν δακτύλιο, για να τους υποτάξουν

Malte Daniljuk, 10.3.2014

 

Βόρεια Αφρική, Εγγύς Ανατολή, Ουκρανία: Η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική βάζει γύρω από τον λαιμό της γηραιάς ηπείρου έναν δακτύλιο από εστίες φωτιάς.

Η σύγκρουση για την Ουκρανία κλιμακώνεται με απρόβλεπτη ταχύτητα. Ο γερμανός υπουργός εξωτερικών μιλάει για την «οξύτερη κρίση από την πτώση του τείχους». Για τον βρετανό υπουργό εξωτερικών William Hague πρόκειται για την «μεγαλύτερη κρίση στην Ευρώπη του 21ου αιώνα». Παρόλα αυτά, δεν μπορεί κανείς αντιληφθεί κάποια πρόθεση αποκλιμάκωσης. Το αντίθετο: Σήμερα, το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε τη στενότερη συνεργασία με την Ουκρανία, η οποία αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να υπερηφανευθεί ούτε για μια εκλεγμένη κυβέρνηση, και οι ΗΠΑ μετακινούν πολεμικά αεροσκάφη F-16 προς την Πολωνία.

Πριν από ούτε δυο εβδομάδες, ευρωπαίοι υπουργοί εξωτερικών [Außenpolitiker] θριάμβευαν στο Μαϊντάν. Έβαζαν πλάτες σε μια αντιπολίτευση, την οποία κανείς δεν εκτιμούσε πολιτικά, ανάμεσα σε φλεγόμενα οδοφράγματα. Μετά από λίγο, άγνωστοι ελεύθεροι σκοπευτές διέπραταν μια σφαγή και φρόντιζαν για την ανατροπή της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς (Προήλθαν οι ελεύθεροι σκοπευτές από την αντιπολίτευση;). Ο Γιανουκόβιτς εκλέχτηκε από ένα μεγάλο κομμάτι των Ουκρανών το 2010 για να βάλει τέλος στο πολιτικό χάος και τη διαφθορά, στα οποία η προηγούμενη κυβέρνηση των πορτοκαλί επαναστατών είχε ρίξει τη χώρα.

Ως πολίτης που παρατηρεί, τρίβει κανείς έκπληκτος τα μάτια του και αναρωτιέται αν δεν υπάρχουν [ήδη] αρκετές άλλες κρίσεις στην άμεση γειτονία [της Ευρώπης]: Ιράν, Ιράκ, Συρία, Αίγυπτος, Λιβύη… Δεν είναι εκεί ακόμα τα προβλήματα ανοιχτά; Γιατί οξύνει τώρα η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική ακόμα μια σύγκρουση της Ουκρανίας με τη Ρωσία; Γιατί τοποθετείται η Ευρώπη με τέτοιο επιθετικό τρόπο σε μια πολιτικά διαιρεμένη χώρα, της οποίας κανένα κόμμα δεν έχει απεύθυνση σε όλη τη επικράτεια; Φαίνεται πραγματικά εδώ και καιρό πως η ευρωπαϊκή πολιτική πρακτικά τα έκανε μαντάρα με όλες τις γειτονικές χώρες σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.

Με αυτόν τον τρόπο, παραμένει στη λήθη το γεγονός ότι πριν από μερικά χρόνια το πεδίο της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής καθοριζόταν από κοινές και φιλικές πρωτοβουλίες. Μέχρι το 2011, η διαδικασία της Βαρκελώνης επεξεργαζόταν τις αρχές μιας Μεσογειακής-Ένωσης, στα πλαίσια της οποίας μέλη της ΕΕ μαζί με χώρες της Εγγύος Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής επιθυμούσαν να αναπτύξουν μια κοινή ενεργειακή και επενδυτική πολιτική (Το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται στον Νότο). Ένα από τα πιλοτικά πρότζεκτ της, το Desertec, αφοσιώνόταν στην εναλλακτική παραγωγή ενέργειας.

Continue reading