Tag Archives: ΘΕΩΡΙΑ

ιδιότροπα ερείπια και ανέλπιστοι ορίζοντες

10177023_669478703118437_1480042236_o

κείμενο το οποίο μοιράστηκε από την Υπερρεαλιστική Ομάδα Αθήνας στην εκδήλωση με θέμα ‘Ποίηση και Εξέγερση’ που έγινε στο αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο ΕΜΠΡΟΣ

ιδιότροπα ερείπια και ανέλπιστοι ορίζοντες:

ένα μικρό σχόλιο για το τυχαίο που δεν έχει ακόμα συνθηκολογήσει

«Η χαρμόσυνη έξαρση που το προλεταριάτο βιώνει καθώς αγωνίζεται∙ οι κλονισμοί και οι καταρρεύσεις που ένα πνεύμα βιώνει καθώς αφήνεται στις δικές του αβύσσους: απ’ τη δική μας μεριά θα ήταν εντελώς άσκοπο να μην προσπαθήσουμε να συνδυάσουμε αυτά τα δύο διακριτά δράματα. Σε αυτό το πεδίο, μην περιμένει κανείς από εμάς να κάνουμε την παραμικρή παραχώρηση»

André Breton

 

Τι έκαναν οι ποιητές το Δεκέμβρη του 2008;  Ως επί το πλείστον, έμειναν στα σπίτια τους, αν δεν συντάχθηκαν με όλους εκείνους τους ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων που καταδίκασαν τη βία «απ’ όπου κι αν προέρχεται», δηλαδή τη βία των εξεγερμένων, και ζήτησαν να αποκατασταθεί πάραυτα η τάξη στον αστεακό χώρο, δηλαδή να επιβληθεί, ως κάτι το κανονικό, η βία των αφεντικών. Θα ήταν μάλλον ορθότερο να ρωτήσουμε: τι άλλο θα μπορούσαν να κάνουν οι ποιητές, όσο ακόμα αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους ως ποιητές, ως φορείς ενός συνόλου από δεξιότητες, το οποίο αντιστοιχεί σε μια καθορισμένη θέση στον κοινωνικό καταμερισμό εργασίας, σε ένα συγκεκριμένο, και καλά περιφραγμένο, διαμέρισμα της πολιτισμικής βιομηχανίας;

Τον Δεκέμβρη του 08 υπήρχε ποίηση στους δρόμους, αλλά δεν υπήρχε χώρος για ποιητές, παρά μόνο αν ήταν διατεθειμένοι/ες να θέσουν υπό δοκιμασία στην ανάσα του δρόμου την ατομική τους υπόσταση ως μία από τις πολλές εκδοχές της κυρίαρχης σήμερα βαρβαρότητας, ως ενσάρκωση, παρόλα τα φτιασίδια και τις ιδιοτροπίες της, ενός καλά προσδιορισμένου κοινωνικού ρόλου στην καθημερινά επαναλαμβανόμενη διαδικασία αναπαραγωγής του υπάρχοντος υπό τη μορφή του μοναδικού, αυτονόητα αναγκαίου και καλύτερου δυνατού, κόσμου.

Continue reading

Συζήτηση για την έννοια της συγκυρίας

timthumb.php

αναδημοσίευση από blaumachen (blaumachen  6, Μάιος 2013)

Στην ενότητα που ακολουθεί αποτυπώνεται ένα µέρος µιας ανολοκλήρωτης συζήτησης γύρω από την έννοια της συγκυρίας. Πρόκειται για µια συζήτηση που ήδη διεξαγόταν στο blaumachen από την περίοδο συγγραφής του 5ου τεύχους του περιοδικού. Οι εξεγέρσεις στη Βόρεια Αφρική σε συνδυασµό µε γεγονότα σαν τις ταραχές στην Αγγλία, τα κινήµατα αγανακτισµένων, τις ταραχές στη Χιλή, στον Καναδά και την Ινδία, την εσωτερική σύγκρουση στις απεργίες των εργατών στη Ν. Αφρική, τη γενίκευση της αποσταθεροποίησης στην Αίγυπτο· όλα αυτά τα συµβάντα της ταξικής πάλης µας θέτουν επιτακτικά την ανάγκη να συζητήσουµε για την έννοια της συγκυρίας, ειδικά επειδή συνθέτουν ένα σκηνικό ολοένα και αυξανόµενης κοινωνικής έντασης και ταυτόχρονα δεν µπορούν να ενταχθούν ως συµβάντα στο εργατικό κίνηµα. Η θεωρητική µας δουλειά είναι η προσπάθειά µας να αναγνωρίσουµε τη συσχέτιση αυτών των συµβάντων (µια συσχέτιση που είναι αόρατη στο επίπεδο της εµπειρίας), τον τρόπο ένταξής τους στην κίνηση της ταξικής πάλης, τον τρόπο που µετασχηµατίζουν ως συµβάντα αυτήν την κίνηση, την ανάδυση των δρώντων υποκειµένων που συµπεριλαµβάνουν, µε δυο λόγια την παραγωγή αυτών των συµβάντων.

Στη συζήτηση εξετάζονται βασικά ζητήµατα όπως η σχέση της έννοιας της συγκυρίας µε την επανάσταση (η χρησιµότητά της), η σχέση της έννοιας της συγκυρίας µε την κρίση στη συσσώρευση του κεφαλαίου, ο τρόπος που σχετίζεται η αντίφαση της εκµετάλλευσης µε τις υπόλοιπες σχέσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας, δηλαδή πώς δοµείται η ολότητα της καπιταλιστικής κοινωνίας· εξετάζονται οι έννοιες της ιδεολογίας και του φετιχισµού και δίνεται έµφαση στη µεθοδολογική αρχή ότι η καπιταλιστική κοινωνία αποτελεί ένα σύνολο σχέσεων που βρίσκονται σε συνεχή κίνηση, κίνηση που δεν είναι τυχαία αλλά παράγεται από εσωτερικούς καθορισµούς, από δοµικές σχέσεις.

Το πρώτο κείµενο αποτελεί τµήµα του κειµένου «Η συγκυρία: Μια έννοια αναγκαία στη θεωρία της κοµµουνιστικοποίησης» του Roland Simon που πρόκειται να δηµοσιευθεί στο 2ο τεύχος του περιοδικού SIC. Στη συνέχεια ακολουθούν οι παρεµβάσεις του Θήτη, του Woland και της Anna O’Lory.

Η συζήτηση αυτή συνεχίζεται…

______________________

Συγκυρία και ενότητα της δυναµικής του κεφαλαίου ως αντίφασης εν κινήσει*  [RS]

Η φύση αυτού που παράγεται είναι µια συγκυρία, µια τωρινή στιγµή. Δηλαδή η κατάσταση αυτή –η οποία προσιδιάζει στις περιόδους κρίσης– όπου η κίνηση του κεφαλαίου ως αντίφασης εν κινήσει δεν είναι πια µία µόνο αντίφαση (µεταξύ των τάξεων), ούτε καν η απλή και οµοιογενής ενότητα δύο αντιφάσεων (µεταξύ των τάξεων και µεταξύ των φύλων), αλλά η στιγµή όπου το κεφάλαιο ως αντίφαση εν κινήσει δεν επιβάλλεται πια σαν πάντοτε ήδη παρόν νόηµα καθεµιάς από τις µορφές εµφάνισής του.

Continue reading

Το παρελθόν μάς βαραίνει

20081019230042-marx-y-hegel
Οι  άνθρωποι δημιουργούν την ίδια τους την ιστορία, τη δημιουργούν όμως όχι όπως τους αρέσει, όχι μέσα σε συνθήκες που οι ίδιοι διαλέγουν, μα μέσα σε συνθήκες που υπάρχουν άμεσα, που είναι δοσμένες και που κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει το μυαλό των ζωντανών σαν εφιάλτης. Και όταν ακόμα οι ζωντανοί φαίνονται  σαν ν’ ασχολούνται ν’ ανατρέψουν τους εαυτούς τους  και τα πράγματα και να δημιουργήσουν κάτι που δεν έχει προϋπάρξει, σ’ αυτές ακριβώς τις εποχές της επαναστατικής κρίσης  επικαλούνται φοβισμένοι τα  πνεύματα του παρελθόντος  στην υπηρεσία τους,  δανείζονται τα ονόματά τους, τα μαχητικά συνθήματά τους, τις στολές τους για να παραστήσουν με την αρχαιοπρεπή  αυτή, σεβάσμια μεταμφίεση και μ’ αυτή τη δανεισμένη γλώσσα τη νέα σκηνή της  παγκόσμιας ιστορίας.
Η κοινωνική επανάσταση δεν μπορεί να παραλάβει την ποίησή της από το παρελθόν αλλά μόνο από το μέλλον. Δεν μπορεί να ξεκινήσει με τον εαυτό της πριν αποξέσει κάθε δυσειδαιμονία για το παρελθόν. Οι παλιές επαναστάσεις απαιτούσαν την ενθύμηση της περασμένης παγκόσμιας ιστορίας για να αποσιωπήσουν το δικό τους περιεχόμενο. Η επανάσταση πρέπει να αφήσει τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους για να φτάσει στο δικό της περιεχόμενο.
Η έμφαση σε σημεία του αποσπάσματος δική μας
                                                  ~~~~~~~~~~~
Αναδημοσιεύουμε αυτές τις λίγες εμπνευσμένες φράσεις του Καρλ Μαρξ από το έργο του “Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη” τις οποίες αφιερώνουμε:
-σε αριστερούς και αναρχικούς που στη συγκυρία της Ουκρανίας παίρνουν φωναχτά ή σιωπηλά θέση ακόμη και σήμερα υπέρ ενός κράτους στα πλαίσια της αντι-ιμπεριαλιστικής τους ιδεολογίας, και βέβαια παίρνουν θέση υπέρ της Ρωσίας (που με κάποιο τρόπο κατορθώνει ακόμη και σήμερα να τους θυμίζει την παλιά Σοβιετική Ένωση),
-σε αριστερούς και αναρχικούς που ψάχνουν ακόμη το παλιό εργατικό κίνημα με τα μεγάλα συνδικάτα του, τις παρελάσεις του τις πρωτομαγιές και τις θερμές χειραψίες των ηγετών τους όταν επιτύγχαναν μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς των εργαζόμενων και
-σε αριστερούς (κυρίως) που βλέπουν ακόμη και στη μορφή του Ν. Μαδούρο ή του Ε. Μοράλες σήμερα μια σκιά της μορφής του Ε. Τσε Γκεβάρα.
  W.

SIC 2: (This not an) editorial

cropped-constructivism

Anti-editorial text of SIC 2

Crisis has become a household word and the attack on the value of labour power an everyday reality. Such an attack had already been stamped on capitalism’s genetic code by the restructuring of the ’70s–’80s, but the crisis of restructured capitalism gave it an enormous impetus. From struggles of waged workers anxiously demanding to remain such and mobilisations of pensioners defending their survival, to the outburst of rage of the ‘feral class’ in developed countries, to violent workers’ riots in the South-East Asian global factory, and all the way through to the Arab Spring and its aftermath, hard evidence of the continuing conflictuality of social reality forces even the most unrepentant end-of-history sopranos to refresh their repertoire. Admittedly, not everything bathes in perfection. But it would seem that there is good news too: nobody has to worry about where this world is going, it is a one-way street, just keep on going. Some changes in management personnel are graciously offered, the persons reciting the ‘no alternative’ mantra can always be renewed and even bear the socialist flavour. Of course, the remnants of a once optimistic citizenism keep formulating ‘proposals’ – ever less far-reaching, ever more restrained – begging capitalism to mend its ways, but nobody seems to take these noble souls seriously enough, since they dispose of no high-placed interlocutor with a receptive ear. Still, there are struggles, outbursts, riots, serving as a reminder that class struggle is always there and that capital, today no less than yesterday, is a ‘moving contradiction’. Hand in hand with it, the critical theory of its demise is being produced: history in the making is also the making of theory.

Communisation is no longer being perceived as an exotic beast, and it even tends at times to become a fashionable word. Present-day struggles highlight the end of the classical workers’ movement, together with its ambition to take the supposedly good-by-nature core of the economy away from voracious capitalist predators and run it itself. It is almost obvious that the world of our days, matter and soul alike, is the world actually produced by and for capital; that, therefore, workers and their products would have never existed as such if capital had not called them into existence in the first place; that working people’s demands have nowadays become asystemic or, in other words, a scandal akin to high treason; that proletarians are forced to defend their condition against capital but, in this struggle, actions that hurt capital are also actions that tend to call into question the proletarian condition; that communism cannot possibly be conceived as a program to be realised, but only as the historical product of proletariat’s struggle against capital and, at the same token, against its own class belonging; etc., etc. All this is reassuringly easy to show, almost worryingly so in fact.

Continue reading

Φασισμός και Εκπαίδευση

sim4

Εισήγηση του ΓΣ σε εκδήλωση που έλαβε χώρα στο Αντιφασιστικό φεστιβάλ παραστατικών τεχνών που έγινε στο Θέατρο Εμπρός

Φασισμός και Εκπαίδευση

Η σχέση μεταξύ φασισμού και εκπαίδευσης είναι εν μέρει προφανής. Αν η εξάπλωση του φασισμού προϋποθέτει την εμπέδωση και διάχυση ορισμένων πρακτικών, ιδεών και αξιών, τότε η εκπαίδευση είναι ένα βασικότατο κομμάτι της όλης διαδικασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι τα φασιστικά καθεστώτα του μεσοπολέμου έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην εκπαίδευση. Για τον Μουσολίνι ο βασικός στόχος της εκπαίδευσης, (η οποία έβγαινε από τους τοίχους τους σχολείου για να απλωθεί και στον ελεύθερο χρόνο τον νέων μέσα από διάφορες λέσχες), έπρεπε να είναι η φασιστικοποίηση της νεολαίας, δηλαδή να κάνει τους νεαρούς Ιταλούς «καλούς φασίστες». Αλλά αυτό διαβάζεται και αντίστροφα: δηλαδή ένα βασικό στοιχείο αντίστασης στον εκφασισμό της κοινωνίας θα ήταν ένα σύστημα εκπαίδευσης που θα προήγαγε αξίες αντίθετες ή ανταγωνιστικές προς τον φασισμό: την κριτική σκέψη, την ανοχή στο διαφορετικό κλπ.

 

Δεν είναι σκοπός μου να αμφισβητήσω κάτι από αυτά επί της αρχής. Οι όποιες ενστάσεις έχω είναι όταν αυτή η προοπτική αρθρώνεται κατά τρόπο που να ταυτίζει τον φασισμό με τον σκοταδισμό και την ανορθολογικότητα. Η ακόμα πιο απλοϊκά ότι για να είναι κάποιος φασίστας πρέπει να είναι αμόρφωτος. Αυτό φαίνεται πολύ χαρακτηριστικά και στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι χρυσαυγίτες και λοιποί εθνικιστές στα social media. Φυσικά είναι αλήθεια ότι η κριτική σκέψη δεν είναι το φόρτε του «μέσου φασίστα». Αλλά η ταύτιση του φασισμού με τον σκοταδισμό και ακόμα χειρότερα με την αμορφωσιά είναι ιδιαίτερα προβληματική. Μπορεί σήμερα να μην υπάρχουν πολλοί επιφανείς φασίστες, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ιστορικά ο φασισμός προσέλκυσε ανθρώπους που ήταν οτιδήποτε πέρα από αμόρφωτοι: τον Martin Heidegger, τον Karl Schmitt, τον Ezra Pound. Πέρα από αυτό, ο φασισμός, όπως κάθε ανάλογο φαινόμενο, έχει την δική του ορθολογικότητα την οποία, στον βαθμό που θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την λεγόμενη «φασιστική απειλή», οφείλουμε να κατανοήσουμε. Όπως έλεγε και ο Μαρξ «για να συγχωρεθεί από τις αμαρτίες της η ανθρωπότητα πρέπει να τις περιγράψει όπως είναι».

 

Όπως είναι γνωστό ο όρος «φασισμός» εμφανίστηκε ως προσδιορισμός μιας πολιτικής ιδεολογίας και ενός συστήματος διακυβέρνησης που εξαπλώθηκε σε διάφορες χώρες της Ευρώπης την περίοδο του Μεσοπολέμου. Σήμερα όμως ο φασισμός έχει διευρυνθεί ώστε να αναφέρεται σε μια στάση ζωής. Επίσης, ενώ ο φασισμός αρχικά εμφανίστηκε ως θετικός προσδιορισμός, σήμερα με την εξαίρεση αυτών που τον ασπάζονται – και είναι λίγοι πλέον που τον χρησιμοποιούν ως αυτοπροσδιορισμό – έχει προσλάβει ένα εντελώς αρνητικό πρόσημο. Ο «φασίστας» είναι κάποιος που η ζωή του ορίζεται από τον φανατισμό, την αδιαλλαξία, την άρνηση της διαφορετικότητας.

 

Εδώ φυσικά υπάρχει ένας κίνδυνος. Με το να ορίζουμε τον φασισμό με ένα τόσο γενικό τρόπο η λέξη εύκολα καταλήγει να χρησιμοποιείται με όρους πολεμικής. Ό,τι δεν μας αρέσει είναι φασιστικό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να βρεθεί σε ένα Κεντρικό άρθρο των Νέων, με αφορμή τα περσινά γεγονότα με τον Γερμανό πρόξενο και τους εργαζομένους στους Δήμους:

 

«Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενός χρυσαυγίτη που μαχαιρώνει έναν μετανάστη και ενός συνδικαλιστή που επιτίθεται σε έναν διπλωμάτη; Καμία! Η βία είναι πάντα φασιστική και οι συνδικαλιστές πρέπει να συλληφθούν πάραυτα».

Continue reading

Από τις ταραχές στην εξέγερση: η επανάσταση δεν είναι πλέον αυτή που ήταν

 

Revue internationale et stratégique 2014/1

 

Παρακάτω, δημοσιεύουμε, κατά το δυνατόν σε αξιοπρεπή αλλά όχι επαγγελματική μετάφραση, το κείμενο του καθηγητή Alain Bertho (http://berthoalain.com) με τίτλο De l’émeute au soulèvement : la révolution n’est plus ce qu’elle était, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Revue international et strategique, no93, ιανουάριος 2014. Πέρα από το γεγονός ότι δεσμευόμαστε για αναλυτικό σχολιασμό των θέσεων αυτού του κειμένου το αμέσως επόμενο διάστημα, δεν μπορούμε εντούτοις να μην επισημάνουμε ορισμένα πράγματα που αποτελούν σημαντικά σημεία προς διερεύνηση:

  • Η συλλογιστική σύμφωνα με την οποία υπάρχουν δομικές συνδέσεις ανάμεσα σε παλιότερες ταραχές όπως π.χ.  στη Γαλλία το 2005 με τις πιο σύγχρονες εξεγέρσεις στην Τυνησία, στην Αίγυπτο κ.α.
  • Η σχέση εξωτερικότητας μεταξύ των «λαών» και των Κρατών, η οποία φαίνεται να έχει μια αναλογία(;) με την παραγωγή αποκλίσεων, συγκρούσεων και εξωτερικοτήτων εντός των σύγχρονων προλεταριακών πρακτικών σε κινηματικό επίπεδο. Υπάρχουν συνδέσεις μεταξύ τους και, αν ναι, πώς αρθρώνονται μεταξύ τους;
  • Πόσο αναγκαία είναι η ανάδειξη της πολλαπλότητας (και άρα ενός εμφανώς «νεγκρικού» θεωρητικού εργαλείου) ως κεντρικής έννοιας για τη μελέτη της σχέσης μεταξύ κρατών και πληθυσμών, ειδικά σε περιβάλλον κρίσης και προλεταριακού υπερπληθυσμού;
  • Η έλλειψη οπτικής για το μέλλον και η καθήλωση σε έναν «παροντισμό», η αποδοχή «πραξικοπημάτων» κ.α. πώς (ανα)παράγονται εντός των σύγχρονων κινημάτων;
  • Πόσο αναγκαία είναι για τον Bertho, και της θεωρίας των ταραχών που εδώ και χρόνια οικοδομεί, η έννοια της «νέας μορφής πολιτικής» και μιας «νέας μορφής του μέλλοντος και του εφικτού» (και πού βρίσκεται η λογική των “κοινών” σε όλα αυτά;);

Α.

Από τις ταραχές στην εξέγερση: η επανάσταση δεν είναι πλέον αυτή που ήταν

 

O ΧΧΙος αιώνας ξεκίνησε με τρία γεγονότα μείζονος σημασίας. Το 2001, το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ θέτει ως θεμελιώδη αρχή ότι για να οικοδομήσουμε το μέλλον μαζί πρέπει να κρατηθούμε σε απόσταση από τα διακυβεύματα της εξουσίας. Την ίδια χρονιά, η συνάντηση του G8 στη Γένοβα και ο θάνατος ενός νεαρού διαδηλωτή τοποθετούν τη σύγκρουση στην καρδιά των παγκόσμιων θεσμών [gouvernance], μετά και τις ταραχές στο Σηάτλ το 1999. Μερικές εβδομάδες αργότερα, οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου εγκαινιάζουν την αλληλουχία της στρατιωτικής διάστασης της παγκοσμιοποίησης. Δεκατρία χρόνια μετά, αυτή η τριαδική παιδαγωγική μοιάζει να μπορεί να διαβαστεί καλύτερα: ένα διαζύγιο ολοκληρώνεται ανάμεσα στους λαούς και τις εθνικές εξουσίες οι οποίες ελέγχουν τον νέο παραγωγικό και χρηματοπιστωτικό μηχανισμό που καλείται παγκοσμιοποίηση.

Continue reading

Φουκώ: η κολαστική κοινωνία και ο νομαδισμός

 

Michel Foucault

Πηγή: nomadicuniversality

Όταν μίλησα για παρανομία υπό τη μορφή της λεηλασίας, μίλησα για τον συσσωρευμένο πλούτο σαν να αποτελούνταν από αγαθά προς κατανάλωση, από στοιχεία πλούτου προς θέση σε κυκλοφορία τα οποία θα μπορούσε κανείς να τα ιδιοποιηθεί είτε για να τα χρησιμοποιήσει ο ίδιος, είτε για να τα διανείμει. Αλλά αυτό ήταν απλώς μια αφαίρεση. Ο πλούτος αυτός είναι πριν απ’ όλα ένας μηχανισμός παραγωγής, σε σχέση με τον οποίο το σώμα του εργάτη –τώρα άμεσα παρόν σε σχέση με αυτόν τον πλούτο ο οποίος δεν θα του ανήκει- δεν είναι πλέον απλή επιθυμία, αλλά εργατική δύναμη, η οποία πρέπει να γίνει παραγωγική δύναμη. Σε αυτό ακριβώς το σημείο του μετασχηματισμού της σωματικής δύναμης σε εργατική δύναμη και της ενσωμάτωσης αυτής της δύναμης σε ένα σύστημα παραγωγής που θα την κάνει παραγωγική δύναμη, συγκροτείται μία νέα τάση παρανομίας, η οποία, όπως και εκείνη της λεηλασίας, αφορά τη σχέση ανάμεσα στο σώμα του εργάτη και το σώμα του πλούτου, αλλά το σημείο εφαρμογής της δεν είναι πλέον το σώμα του πλούτου ως αντικείμενο πιθανής ιδιοποίησης, αλλά το σώμα του εργάτη ως δύναμη παραγωγής.

Αυτή η τάση παρανομίας συνίσταται κατ’ ουσίαν στην άρνηση εφαρμογής αυτής της δύναμης στο μηχανισμό παραγωγής. Μπορεί να πάρει περισσότερες μορφές: 1) την απόφαση της οκνηρίας: την άρνηση του εργάτη να προσφέρει στην αγορά εργασίας αυτά τα μπράτσα αυτό το σώμα, αυτή τη δύναμη· την τάση να τα «κλέψει» από το νόμο του ελεύθερου ανταγωνισμού της εργασίας, από την αγορά· 2) την εργατική αταξία, το νομαδισμό: την άρνησή του να εφαρμόσει τη δύναμή του εκεί που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει· αυτό σημαίνει ότι διασπείρει αυτές τις δυνάμεις, αποφασίζει ο ίδιος για πόσο χρόνο θα τις εφαρμόσει· 3) η γιορτή: να μη διατηρείς αυτή τη δύναμη μέσα σε όλα όσα θα μπορούσαν να της επιτρέψουν να χρησιμοποιηθεί, να τη σπαταλάς μη φροντίζοντας το σώμα σου, πέφτοντας στην αταξία· 3) Η άρνηση της οικογένειας: να μη χρησιμοποιείς το σώμα σου για την αναπαραγωγή των εργασιακών του δυνάμεων στη μορφή μιας οικογένειας που αναθρέφει η ίδια τα τέκνα της και εγγυάται, με τις φροντίδες που τους παρέχει, την ανανέωση των εργασιακών δυνάμεων· εδώ έχουμε την άρνηση της οικογένειας μέσω της παλλακείας, της ασωτείας.

Αυτό το σύνολο πρακτικών αναδεικνύεται και καταγγέλλεται από μια ολόκληρη σειρά συγγραφέων που εμφανίζουν τις αγορεύσεις τους ως ένα εγχείρημα ηθικοποίησης της εργατικής τάξης. Έτσι, στο έργο του Delamoralisation des classes laborieuses [Περί ηθικοποιήσεως των εργαζομένων τάξεων] (Παρίσι, Guillaumin 1851), ο Grün επισημαίνει τις κύριες μάστιγες της εργατικής τάξης: 1) την ακράτεια· 2) την απερισκεψία και τους πρώιμους γάμους: ο άνθρωπος πρέπει να παντρεύεται μόνο αν έχει τα μέσα να συντηρήσει οικογένεια· πρέπει να ενσταλάξουμε την καθαρότητα των ηθών αναθέτοντας την εκπαίδευση «στη θρησκευτική διδαχή, στην ευαισθητοποίηση των πατέρων και των μητέρων, στην επαγρύπνηση των εργοδοτών»· 3) ο στροβιλισμός, τα αναρχικά πάθη, η άρνηση υπαγωγής στους νόμους και εγκατάστασης· 4) η έλλειψη οικονομίας· 5) η άρνηση εκπαίδευσης και τελειοποίησης της δύναμης προς εργασία· 6) η έλλειψη υγιεινής· 7) η κακή χρήση της αναψυχής· πρέπει λοιπόν οι εργοδότες και η διοίκηση να καταπιαστούν να τους οργανώσουν. Όλα αυτά παρουσιάζονται ως μία συνηγορία για πράγματα που θα αποσπάσουν τις εργαζόμενες τάξεις από την αθλιότητα και θα τις κάνει πιο ευτυχείς. Αλλά αυτή η φιλολογία λέει επίσης ρητά ότι είναι προς το συμφέρον του αφεντικού να εφαρμοστεί πραγματικά αυτή η δύναμη εργασίας στο μηχανισμό παραγωγής.

Continue reading

Μαϊντάν-Σύνταγμα χωρίς αντι-ιμπεριαλιστικό εισιτήριο

012414_ANR_Ukraine_640

 

Συνειδητή σιωπή και εξίσου συνειδητός θόρυβος· να η αντιστοιχία των ταραχών στη Βοσνία και της ανατροπής του καθεστώτος Γιανουκόβιτς στην Ουκρανία στην πολιτική φιλολογία της αριστεράς. Ό,τι δε χωράει στο αντιιμπεριαλιστικό καλούπι της θεωρίας προορίζεται για θάψιμο χωρίς πολλά-πολλά. Το κόμμα και οι οπαδοί του να είναι καλά και τα υπόλοιπα ας πετιούνται στο καλάθι της ιστορίας ως «περιθωριακά συμβάντα»…Παρακάτω κατατίθενται κάποιες σκέψεις με μορφή σημειώσεων πάνω στα γεγονότα στην Ουκρανία από μια μη αντιιμπεριαλιστική σκοπιά που αναγνωρίζει την αυτάρκεια των κινημάτων που ξεσπάνε, φυσικά όχι πάντα προς την κατεύθυνση που εμείς θα επιθυμούσαμε. Γιατί η ιστορία των μέχρι σήμερα κοινωνιών παραμένει η ιστορία της πάλης των τάξεων όσο κι αν πρεσβευτές ξένων χωρών περνούν από το Μαϊντάν για δηλώσουν τη συμπόνια του χασάπη για τα πρόβατα που πρόκειται να σφαχτούν.

Από τη σκοπιά της ακρίβειας όσων πρόκειται να ειπωθούν, δηλαδή από τη σκοπιά του «ιστορικού», θα ήταν σκοπιμότερο να περιμένουμε. Για να μπορέσουν να γίνουν γνωστά πράγματα που αφορούν το κίνημα των περασμένων μηνών και παραμένουν σε εμάς άγνωστα, να αναδυθούν πιθανώς εξελίξεις που προς το παρόν παραμένουν υπόγειες και να προσδώσουν στα μέχρι τώρα τετελεσμένα άλλο νόημα. Δεν είμαστε όμως «επιστήμονες» ούτε επιδιώξαμε ποτέ κάτι τέτοιο. Η προοπτική της ένοπλης αντιπαράθεσης στην Κριμαία –και η σοβαρή πιθανότητα ενταφιασμού του κοινωνικού ζητήματος κάτω από την ταφόπλακα της εθνικής ενότητας ενόψει ενός πολέμου μικρότερης ή μεγαλύτερης διάρκειας– μας ωθεί να αναβάλλουμε για αργότερα το σχέδιο μιας πιο ολοκληρωμένης καταγραφής του κινήματος στην Ουκρανία και να καταγράψουμε όσα μέχρι τώρα σημεία προλάβαμε να εκτιμήσουμε[1] ότι χρήζουν προσοχής από μια κινηματική προοπτική.

 

автономна 1

Από θεωρητικής πλευράς, οι αναφορές των θεωριών που έχουμε κληρονομήσει από τη δεκαετία του ’70 όσον αφορά τον ρόλο του κράτους και τη σχέση του με την κοινωνία των πολιτών είναι μάλλον περιορισμένες. Αυτή η περιορισμένη θεωρητική αναφορά στο κράτος δεν είναι αυτονόητη και σε γενικές γραμμές αποτελεί ευθεία συνέπεια του προηγούμενου κύκλου αγώνων που σχετίζονταν είτε με την (κριτική ενίοτε) αποδοχή των σοσιαλιστικών κρατών είτε με την ανάδειξη του εργοστασίου ως κεντρικού άξονα περιστροφής των κοινωνικών σχέσεων. Είναι σαφές ότι από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οπότε και ολοκληρώθηκαν τα κοινωνικά θεμέλια αυτού του κύκλου αγώνων, μέχρι σήμερα έχουν μεσολαβήσει σχεδόν τέσσερις δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού, προγραμμάτων δομικής προσαρμογής κλπ. Ή, με μια άλλη ορολογία, πραγματικής υπαγωγής της εργασίας και της ζωής γενικότερα στο κεφάλαιο. Αν πράγματι η πραγματικότητα της ταξικής πάλης θεωρείται σημαντική για την ίδια την παραγωγή της θεωρίας, τότε αν μη τι άλλο ο κύκλος αγώνων που φαίνεται να ξεκίνησε με την αραβική άνοιξη[2] και θέτει το κράτος στο επίκεντρο της σύγκρουσης οφείλει να βρει την αντανάκλαση που του αντιστοιχεί στο επίπεδο της θεωρίας. Και συνακόλουθα της έμπρακτης αντιπαράθεσης.

автономна 2

Θα μπορούσε η ανατροπή του καθεστώτος στην Ουκρανία να χαρακτηριστεί «πραξικόπημα»; Για εμάς είναι σαφές ότι αυτό που έριξε το καθεστώς Γιανουκόβιτς ήταν οι αντιδράσεις ενάντια στην κρατική καταστολή[3] που ξεκίνησε αρχικά μετά την πρώτη εκκένωση του Μαϊντάν τη νύχτα της 30ης Νοεμβρίου και κυρίως μετά τις 16 Ιανουαρίου, οπότε και ψηφίστηκαν οι νόμοι ενάντια στις διαδηλώσεις. Σε αυτή τη χρονική στιγμή λαμβάνει χώρα μια ποσοτική και ποιοτική διαφοροποίηση στο εσωτερικό του κινήματος παρόλο που το (μικρό) κομμάτι του κόσμου, που πριν είχε εκφράσει συγκεκριμένες διεκδικήσεις σε σχέση με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, παραμένει εκεί και συναντάει τους περισσότερους που κατεβαίνουν στον δρόμο μετά. Και είναι ακριβώς αυτή η δυναμική του κινήματος που εμποδίζει αφενός την ειδική αστυνομία να το διαλύσει και αφετέρου τον στρατό να παρέμβει[4]· όσο κι αν οι ουκρανικές σημαίες ήταν έντονα παρούσες δίνοντας στο διαταξικό Μαϊντάν την αύρα «κινήματος εθνικής σωτηρίας», το αιματοκύλισμα των κινητοποιήσεων[5] δικαίως θεωρήθηκε εμφυλιοπολεμική πράξη. Παράλληλα, πρέπει να σκεφτούμε τι είδους λαϊκή στήριξη (δεν) είχε η «δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση» που έπεσε, η οποία μόνο στην αρχή οργάνωσε αντιδιαδήλωση μερικών εκατοντάδων στο Μαϊντάν –όταν ο κόσμος εκεί δεν ξεπερνούσε τις μερικές χιλιάδες, κυρίως μέλη της μεσαίας τάξης που διαδήλωναν υπέρ της ΕΕ– και στη συνέχεια κατέφευγε στους πληρωμένους μπράβους και στην ειδική αστυνομία. Ούτε καν στην «κανονική» αστυνομία. Πώς θα μπορούσαν να κρατηθούν μετά από αλλεπάλληλες επιθέσεις της ειδικής αστυνομίας τα μόνιμα οδοφράγματα που στήθηκαν από τις αρχές Δεκεμβρίου, οι κατασκηνώσεις μέσα και γύρω από το Μαϊντάν, οι καταλήψεις κυβερνητικών κτιρίων αν δεν υπήρχε ευρεία αποδοχή από την πλειοψηφία του πληθυσμού;

Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα χαρακτηριστικά του κινήματος που είναι τα πιο ενδιαφέροντα από ανατρεπτική σκοπιά. Δεν παύουν όμως να είναι και προϊόντα μιας αφαιρετικής περιγραφής που αν δε συλλάβει τη συγκεκριμένη δυναμική των κινητοποιήσεων, κινδυνεύει να χάσει τον προσανατολισμό της και να υποτιμήσει τις εσωτερικές διαδικασίες και την  κατάληξή τους.

 

автономна 3

Ο Ντωβέ, στο Quand meurent les insurrections[6], κάνει ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με την άνοδο του φασισμού την περίοδο του μεσοπολέμου:

«Ποια είναι λοιπόν η πραγματική ορμή του φασισμού, αν όχι η τάση οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης του κεφαλαίου, μια τάση που γενικεύτηκε μετά το 1914; Ο φασισμός ήταν ένας ιδιαίτερος τρόπος να επιβληθεί η ενότητα αυτή σε χώρες –όπως η Ιταλία και η Γερμανία –όπου, ακόμα κι αν η επανάσταση είχε ξεριζωθεί, το κράτος ήταν ανίκανο να επιβάλει την τάξη, ακόμα και στο εσωτερικό της ίδιας της αστικής τάξης».

«Ο φασισμός ήταν μια προσπάθεια της αστικής τάξης να τιθασεύσει δια της βίας τις δικές της αρχικά αντιφάσεις, να οικειοποιηθεί μεθόδους κινητοποίησης της εργατικής τάξης προς όφελός της, και να αναπτύξει όλες τις δυνατότητες του σύγχρονου κράτους, αρχικά εναντίον ενός εσωτερικού εχθρού, και στη συνέχεια ενός εξωτερικού».

Υπάρχουν αναλογίες ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, όμως το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσονται οι καπιταλιστικές σχέσεις έχει σαφώς μεταβληθεί. Πράγματι, η Ουκρανία ήταν η χώρα από τις 29 πρώην σοσιαλιστικές που επλήγη περισσότερο από την κρίση: ο πληθωρισμός έφτασε 22% το 2008, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος ήταν στα όρια του 60%. Τον επόμενο χρόνο, το ΑΕΠ της Ουκρανίας μειώθηκε κατά 14% ενώ ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες. Επίσης, η χώρα έγινε δανείστηκε πολύ από το ΔΝΤ, μιας και οι τιμές των πρώτων υλών, με τις οποίες προμηθεύει η Ουκρανία την παγκόσμια αγορά, δεν μπορούν να σταθεροποιηθούν σε κάποιο ικανοποιητικό επίπεδο. Σε καθαρά οικονομικό επίπεδο, λοιπόν, υπήρχε έντονη αστάθεια λόγω της φύσης της ουκρανικής οικονομίας. Παράλληλα, όμως, η εσωτερική υποτίμηση δεν προχώρησε χωρίς παλινδρομήσεις μιας και είχαμε αυξήσεις του βασικού μισθού χωρίς μείωση των κρατικών ενισχύσεων σε βασικές παροχές. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι η εργατική τάξη έχει μια μη αμελητέα διαπραγματευτική ισχύ.

Η κρίση, κυρίως, και όχι τόσο η σχετικά πρόσφατη κατασκευή του ουκρανικού κράτους ως προσάρτηση ανομοιογενών εδαφών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατέτμησε την αστική τάξη της χώρας σε αντιπαρατιθέμενα γεωπολιτικά στρατόπεδα: είτε με τη δύση και την ΕΕ, είτε με τη Ρωσία. Αυτό και μόνο το γεγονός, ότι το ουκρανικό κράτος δεν μπορούσε να εκπληρώσει μια από τις βασικές λειτουργίες του, δηλαδή να μπορεί να εμφανιστεί ως συλλογικός καπιταλιστής, είναι το βασικό στοιχείο της κρίσης του ως κράτος. Είτε με την Ευρασιατική Ένωση της Ρωσίας είτε με την ΕΕ, ποιος και πώς θα επιβάλει τα απαραίτητα διαρθρωτικά μέτρα;

Από τη στιγμή όμως που το θέμα τίθεται έτσι, δηλαδή ως κρίση-του-κράτους-σε-σχέση-με-τη-νεοφιλελεύθερη-αναδιάρθρωση, δεν μπορούμε να μιλάμε για αναβίωση του «φασιστικού φαινομένου». Πώς θα μπορούσε να σταθεί ένα φασιστικό κράτος από μόνο του, ακόμα κι αν θεμελιωνόταν σε ένα αμιγώς φασιστικό κίνημα από τα κάτω; Επιπλέον, τότε, ακόμα και μετά το τσάκισμα των προλεταριακών εξεγέρσεων που προηγήθηκαν, η εργατική τάξη και τα συμφέροντά της αναγνωρίστηκαν ως τέτοια και γι’ αυτό υπήρχε η ανάγκη να ενσωματωθούν στα πλαίσια ενός μαζικού κοινωνικού κινήματος που ήταν και ο φασισμός και ο ναζισμός. Κάτι τέτοιο σήμερα είναι αδιανόητο στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης που περνάει ακριβώς από τη διάλυση της εργατικής τάξης ως συλλογικά αναγνωρισμένου υποκειμένου. Αυτή η βασική διάσταση της σύγχρονης αναδιάρθρωσης είναι που θα εμποδίσει τους όποιους νοσταλγούς του Χίτλερ, του Μουσολίνι, του Μπαντέρα ή όποιου άλλου καθάρματος να γίνουν κάτι παραπάνω από μπάτσοι και σεκιουριτάδες, λακέδες δηλαδή των αφεντικών.

автономна 4

Για την κατανόηση των εξελίξεων στην Ουκρανία, έχει μεγάλη σημασία να απαντηθεί το ερώτημα γιατί πριν και κατά τη διάρκεια του Μαϊντάν δεν υπάρχουν εργατικές κινητοποιήσεις. Όσο κι αν έχει υποχωρήσει το εργατικό κίνημα, αυτό προσπάθησε να εμφανιστεί λίγο-πολύ σε όλες τις περιπτώσεις αυτού του κύκλου αγώνων μέχρι τώρα, με ποιο έντονη τη συμβολή του στη βοσνιακή εκδοχή. Και αυτό όχι τυχαία. Αν δεχτούμε ότι το εργατικό κίνημα υπερασπίζεται όχι μόνο τα άμεσα εργατικά συμφέροντα, αλλά και γενικότερα τον (δημοκρατικό) πλουραλισμό, την ελευθερία της έκφρασης κ.α. τότε αποκτά αυξημένη βαρύτητα η παρατήρηση των ουκρανών συντρόφων ότι αυτή σοβιετική κληρονομιά έχει διαβρωθεί εδώ και πολύ καιρό στην Ουκρανία από τον εθνικιστικό λόγο, ότι η λεγόμενη κοινωνία των πολιτών είχε συρρικνωθεί πολύ εκεί και ότι οι φιλελεύθεροι δημοκράτες ήταν πολύ περιορισμένης εμβέλειας. Με άλλα λόγια, το εργατικό κίνημα είχε «υποτιμηθεί» πολύ από μια ορισμένη πλευρά, τη «δημοκρατική/πλουραλιστική» του πλευρά: δεν είχε πλέον το «δικαίωμα» να εκφράζεται ως τέτοιο, όπως και άλλες ομάδες «δικαιωμάτων» (γυναίκες, gay, κλπ) μιας και κάτι τέτοιο εναντιωνόταν στην εθνική ενότητα. Last but not least, δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι σε μια ευρεία κινητοποίηση που εξελίσσεται σε πρώην σοσιαλιστικό περιβάλλον, όπου το ίδιο το κράτος ήταν εκφραστής και εγγυητής των εργατικών συμφερόντων, όπου το εκεί Κομμουνιστικό Κόμμα ψήφισε τα κατασταλτικά μέτρα της 16ης Ιανουαρίου και όπου ο αντικομμουνισμός είναι συνώνυμος της ανατρεπτικής ιδεολογίας, δε θα μπορούσαν να μην γκρεμίζονται μαζικά τα αγάλματα του Λένιν.

Continue reading

Για τις αμβλώσεις: Το γυναικείο σώμα ως πεδίο μάχης

aleqm5ji6al2rt4l6p2bsz7jjron9n8usg

Η μητρότητα, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζονται κάποιοι, δεν αποτελεί σκοπό ύπαρξης της γυναίκας ή πραγμάτωση του ρόλου που αρμόζει στη βιολογική συγκρότηση του σώματός της, καθώς η αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους, δεν αποτελεί  βιολογική διαδικασία. Αντιθέτως, είναι συνθήκη επικαθορισμένη από το σύνολο των αντιθέσεων και διακρίσεων που περιγράψαμε παραπάνω. Η προσέγγιση των εννοιών όπως εγκυμοσύνη και μητρότητα, αποκομμένες από το κοινωνικό σύνολο, είναι λανθασμένη. Η εγκυμοσύνη και η μητρότητα είναι αδύνατο να συζητηθούν και να κατανοηθούν εκτός κοινωνικού συνόλου, ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν και δεν υπήρξαν ποτέ αποκομμένες από αυτόν.

Αναδημοσίευση αποσπάσματος από το κείμενο της Χ. Τριανταφυλλίδου που αναρτήθηκε στο barikat.gr

[…] Για προφανείς λόγους δεν θα ασχοληθούμε βαθύτερα με το ερώτημα, κατά πόσο ένα γονιμοποιημένο ωάριο, που εξελίσσεται σε μια βλαστοκύστη και προσκολλάται στο εσωτερικό της μήτρας μιας γυναίκας, είναι δυνατό να είναι ιδιοκτησία κάποιου θεού, τον οποίο – με εξαίρεση του Αντώνη Σαμαρά ίσως – δεν είδε και δεν άκουσε ποτέ κανείς και καμιά. Αντ’ αυτού θα  προσεγγίσουμε το θέμα, ξεκινώντας από το κοινωνικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο η σύλληψη, η γέννηση και η ανάπτυξη ενός παιδιού λαμβάνει χώρα και  το οποίο είναι κάθε άλλο παρά ουδέτερο.

Σε όλες τις εποχές και σε όλους τους πολιτισμούς, γυναίκες έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή τους εφαρμόζοντας διάφορες, πολλές φορές βίαιες τεχνικές, για να διακόψουν μια μη επιθυμητή εγκυμοσύνη. Προκειμένου να αποβάλλουν, έπαιρναν φυτικά φάρμακα ακόμα και στρυχνίνη και προσπαθούσαν με βελόνες και άλλα αιχμηρά αντικείμενα να σταματήσουν την ανάπτυξη του εμβρύου μέσα τους. Ωστόσο, οι εποχές όπου γυναίκες  στην προσπάθεια τους να τερματίσουν μια μη επιθυμητή εγκυμοσύνη έβρισκαν το θάνατο, δεν ανήκουν στο παρελθόν. Από τις περίπου 220 εκατομμύρια εγκυμοσύνες που καταγράφονται κάθε χρόνο παγκοσμίως, περίπου 30% με 35% δεν είναι σχεδιασμένες. Έτσι, κάθε χρόνο σημειώνονται 21,6 εκατομμύρια “μη ασφαλείς αμβλώσεις” (unsafe abortions), τεχνητές διακοπές κύησης δηλαδή, που εφαρμόζονται από άτομα χωρίς απαραίτητη επαγγελματική κατάρτιση ή/και υπό ελλιπείς υγειονομικές συνθήκες. Η πλειοψηφία των μη ασφαλών αμβλώσεων καταγράφονται σε αναπτυσσόμενες χώρες, στις οποίες το νομοθετικό πλαίσιο τις καθιστά ποινικό αδίκημα. Σύμφωνα με στοιχεία του παγκόσμιου οργανισμού υγείας 47.000 γυναίκες πεθαίνουν  κάθε χρόνο λόγω επιπλοκών που σχετίζονται με μια μη ασφαλής έκτρωσης.

Πίσω από τους αριθμούς βρίσκεται η πραγματικότητα. Εδώ η εγκυμοσύνη και η μητρότητα δεν είναι απλά βιολογικά φαινόμενα. Δεν είναι στάδια της απόλυτα φυσικής διαδικασίας αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους, αλλά αποτελούν συνθήκες με σοβαρές κοινωνικές συνέπειες, καθώς το “θαύμα της μητρότητας” δεν λαμβάνει χώρα σε κάποιο ουδέτερο ή φιλικό προς τη μητρότητα και το γυναικείο φύλο έδαφος, αλλά  πλαισιώνεται από συγκεκριμένους ταξικούς, σεξιστικούς και ρατσιστικούς φραγμούς.

Continue reading