Daily Archives: June 22, 2015

ΣΥΡΙΖΟΠΟΙΗΣΗ

ΣΥΡΙΖΟΠΟΙΗΣΗ

Ή ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΝΤΑΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕΣΩ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

 

Στις 25 Μάη 2015, στην κατάληψη κτήματος Πραποπούλου, οργανώσαμε μια δημόσια συζήτηση με τίτλο: “Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και η σχέση της με τον προηγούμενο κύκλο αγώνων: σύγχρονες προοπτικές αντίστασης ενάντια στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση”. Αφετηρία αυτής της συζήτησης ήταν το γεγονός πως για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού μια κυβέρνηση απολαμβάνει την (εύθραστη) υποστήριξη ολόκληρου του πολιτικού φάσματος, από [οργανωμένους] αναρχικούς έως [οργανωμένους] φασίστες[1]. Επιπλέον, σκοπός της συζήτησης ήταν να εισαχθεί το κράτος στον καμβά των εννοιών που χρειάζεται για να αναλυθεί ο τρόπος με τον οποίο τα προηγούμενα κινήματα της περιόδου 2008-2012 σταδιακά εξασθένησαν και υπό μια έννοια μεταμορφώθηκαν στη σημερινή συγκυβέρνηση μέσω των “μετατροπέων” του αντιφασισμού και αντιμνημονίου. Χωρίς να υποτιμούμε τη σπουδαιότητα του χρέους ως όργανο ανάλυσης της παρούσας κρίσης, προσπαθήσαμε να υπογραμμίσουμε ότι είναι σημαντικό να διακρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο η αντίφαση ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία αναπαράγεται μέσα στα κινήματα. και, με αυτό τον τρόπο, να βοηθήσουμε στην ανάδυση του πολιτικού ως τρόπο κοινωνικοποίησης ξεχωριστό αλλά όχι ανεξάρτητο από την αξία, σχετιζόμενο αλλά όχι ταυτόσημο με αυτήν. Με άλλα λόγια, το κράτος παραμένει η πολιτική μορφή της καπιταλιστικής σχέσης, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να επιβάλλει τη δική του λογική ώστε να σταθεροποιήσει έναν κοινωνικό σχηματισμό σε κρίση. σε κάθε περίπτωση, η καπιταλιστική κοινωνική σχέση δεν μπορεί να ταυτιστεί με τον καπιταλιστικό κοινωνικό σχηματισμό.

 

Όσα ακολουθούν αποτελούν έναν προσωπικό απολογισμό και σχολιασμό με αφορμή αυτή τη συζήτηση.

 

Της συζήτησης, που διήρκησε 3,5 ώρες, προηγήθηκε ένα 35λεπτο βίντεο συνέντευξης του Αριστείδη Μπαλτά, σημερινού Υπουργού Παιδείας και επικεφαλή της επιτροπής που συνέταξε το πολιτικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτή τη συνέντευξη, η οποία δόθηκε στα τέλη του 2012, ο Μπαλτάς περιγράφει ποιες ήταν οι πολιτικές δυνάμεις που έδωσαν ώθηση στον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές των Μαη-Ιούνη του 2012, ποιο ήταν το προφίλ κι η εσωτερική δομή του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος που συνίστατο από μια δεκάδα περίπου ξεχωριστές οργανώσεις/κόμματα (τις λεγόμενες “συνιστώσες”) των οποίων ηγείται ο Συνασπισμός, μιλάει για τη σύγχρονη έννοια του σοσιαλισμού σε μία χώρα (sic) και σκιαγραφεί τον τρόπο με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θα μεταχειριζόταν τα κοινωνικά κινήματα κατά τη διαδικασία μετασχηματισμού του σε σοσιαλιστική κυβέρνηση[2].

 

Κάνοντας την εισαγωγή στη συζήτηση, προτείναμε πως τα λεγόμενα του Μπαλτά πρέπει να παίρνονται στα σοβαρά, με την έννοια πως μετά τις εκλογές του Γενάρη 2015, μετά από 5 συνεχόμενα χρόνια λιτότητας και κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε πως η εφαρμογή ενός τύπου μεταβατικού προγράμματος και η συμφωνία με τους “θεσμούς” (ΕΚΤ, ΕΕ, ΔΝΤ) ήταν και τα δύο πιθανά. τουλάχιστον ως ηγέτες μια σοσιαλιστικής κυβέρνησης. Από την αρχή όμως, το ζήτημα της διαχείρισης της λεγόμενης “ανθρωπιστικής κρίσης” κι η υιοθέτηση σοσιαλιστικών μέτρων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το ζήτημα της σύγχρονης περιφεριοποίησης του κεφαλαίου, δηλαδή της επιλογής του ποιο καπιταλιστικό μπλοκ αποδεικνύεται καταλληλότερο γι’αυτή τη δουλειά και το κατά πόσον η έξοδος από το ευρώ προωθεί αυτό το πλάνο. Ακόμα και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ έχουν υπάρξει βαθιές διαφωνίες σχετικά με αυτή την προοπτική, η οποία τώρα (ξεκινώντας από τον Ιούνη του 2015) έρχεται βιαστικά στο προσκήνιο. Η μετατόπιση των αντιφάσεων στο πολιτικό επίπεδο, η συνέχιση και ανάδυση του διλλήματος “εντός ή εκτός της ΕΕ” δεν έχει παράξει μαζικές πολώσεις σε επίπεδο δρόμου ακόμα, αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: κάθε πιθανή δημόσια διαδήλωση υπέρ της ΕΕ θα έχει να αντιμετωπίσει την ισχυρή αντιπαράθεση των “ειδικών του δρόμου”, την υπέρ της Ρωσίας ακροαριστέρα και τους “μεταμοντέρνους” αναρχικούς. Τώρα που έχει γίνει ξεκάθαρο στον καθένα πως το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει τις βασικές λειτουργίες του χωρίς εξωτερική χρηματική βοήθεια, παραμένει ζωτικής σημασίας να βρεθεί τι είδους κοινωνικές συμμαχίες θα παραχθούν καθώς οι ελάχιστες κι απομονωμένες απεργίες του Μάη δεν φαίνονται ικανές να δράσουν ως κοινωνικοί καταλύτες προς καμία κατεύθυνση. Αυτός είναι ο λόγος που, μετά την εισήγηση, θέσαμε ρητά το ερώτημα του ποιες θα μπορούσαν να είναι οι πιθανές κοινωνικές αντιδράσεις ενάντια στην υπογραφή ενός νέου (τρίτου) μνημονίου, και τι μορφές θα μπορούσαν να πάρουν. Μένει να φανεί αν η διαδικασία της αποεθνικοποίησης συγκεκριμένων κομματιών του ελληνικού κρατικού μηχανισμού μπορούν να αντιστραφούν υπέρ ενός πίσω-στην-εθνική-μας-κυριαρχία προγράμματος. μια διαδικασία η οποία, κατά την άποψή μας, χρειάζεται πολλά περισσότερα από την “αθώα” διέγερση του εθνικού αισθήματος.

 

Η απάντηση στη τελευταία ερώτηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το πως αντιλαμβάνεται κανείς τη σχέση ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τον προηγούμενο κύκλο αγώνων: τα κινήματα δεν παράγουν τον εαυτό τους από το μηδέν. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, έγινε ξεκάθαρο πως μερικές σοβαρές διαφωνίες υπήρξαν, όχι μόνο επειδή κάποιοι σύντροφοι δεν θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι κάποιου είδους σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, παλιού ή νέου τύπου, αλλά αυστηρώς νεοφιλελεύθερο[3], αλλά ακόμα επειδή προσπαθούν να προσεγγίσουν την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στη κρατική εξουσία μέσω του διπόλου του ΣΥΡΙΖΑ ως την “νίκη/ήττα των κινημάτων”. Για εμάς, είναι αρκετά παραπλανητική η χρήση τέτοιων αντιλήψεων, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ ως τέτοιος δεν είχε σοβαρές σχέσεις με τα κινήματα της περιόδου 2008-2012 εκτός από το κίνημα των πλατειών και μόνο ύστερα από τις εκλογές του 2012 προσπάθησε να μεσολαβήσει τα συμφέροντα μεγάλων κομματιών του δημόσιου τομέα. οι εργάτες στον ιδιωτικό τομέα έχουν αφεθεί στην μοίρα τους εδώ και πάρα πολλα χρόνια[4].

 

Παρόλο που σχεδόν τέσσερα χρόνια δεν είναι καθόλου αμελητέο χρονικό διάστημα, το κύριο μέρος της συζήτησης επικεντρώθηκε στους αγανακτισμένους, την κατάληψη της πλατείας Συντάγματος και τον πολλαπλασιασμό των τοπικών συνελεύσεων στα προάστια της Αθήνας. έτσι οι παρευρισκόμενοι εμμέσως παραδέχτηκαν πως αυτή είναι η πιο πιθανή προοπτική μιας μελλοντικής επανεμφάνισης των κινημάτων. Πολλοί σύντροφοι μίλησαν ξανά για το Σύνταγμα, τον τρόπο με τον οποίο συμμετείχαν σε αυτό και για αρκετή ώρα έγινε μια αναβίωση της δημόσιας διαμάχης σχετικά με το κατά πόσον οι επαναστάτες θα πρέπει παρεμβαίνουν ή όχι σε τέτοιες περιπτώσεις. Ορισμένοι επεσήμαναν πως εμείς, ως ο “κομμουνιστικός χώρος”, δεν έχουμε πραγματικά συζητήσει για τους λόγους που το κίνημα των πλατειών ηττήθηκε και έκαναν μια σύγκριση ανάμεσα στον τρόπο που οι Μπολσεβίκοι σφετερίστηκαν το κίνημα των σοβιέτ και τον τρόπο που μέλη του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησαν να παρουσιαστούν ως η πραγματική έκφραση του κινήματος των πλατειών. Η συζήτηση στάθηκε για κάποια ώρα στον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ ως καπιταλιστικό κόμμα χρειάζεται να ισορροπήσει ανάμεσα στις ανάγκες του κεφαλαίου και τις ανάγκες της εργατικής τάξης. και υπό μία έννοια είναι παγιδευμένος σε αυτή την κατάσταση. Σε αυτό θα πρέπει να προσθέσουμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μόνο κόμμα που στάθηκε, λεκτικά τις περισσότερες φορές, υπέρ σχεδόν όλων των κοινωνικών αγώνων. Από εδώ, ίσως, προκύπτει η ανάγκη να εξηγηθεί ποια είναι τα σύγχρονα θεμέλια του κράτους ως μηχανισμού που επιβάλλει την ισορροπία στο πλαίσιο μιας κρίσης, η οποία πρώτα εμφανίστηκε απαραίτητα ως οικονομική, αλλά μετά απέκτησε μια σημαντική πολιτική διάσταση. Για περισσότερους από τέσσερις μήνες, ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιεί το προπαγανδιστικό χαρτί της “σκληρής διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς” ως το απαραίτητο ενωτικό στοιχείο, εκπέμποντας ταυτόχρονα ένα ισχυρό κύμα εθνικής ενότητας. Επιπλέον, στην ίδια γραμμή σκέψης, ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε έχει αυξήσει τα μέλη του τα τελευταία τρία χρόνια ούτε σταθεροποίησε τον κομματικό μηχανισμό του μετά την ενσωμάτωση πολλών τοπικών κλάδων του ακρωτηριασμένου ΠΑΣΟΚ τόσο στις γειτονιές όσο και στον δημόσιο τομέα. όπου, ας το τονίσουμε, ο ΣΥΡΙΖΑ προσφέρει την υπόσχεση ενός συγκεκριμένου κοινοβουλευτικού τρόπου αντιμετώπισης των εργασιακών ζητημάτων[5].

 

Κλείνοντας, κάναμε κάποιες παρατηρήσεις που δεν αφορούν μόνο στη συγκεκριμένη συζήτηση, αλλά που προσπαθούν να γενικεύσουν κατά την αντιμετώπιση της τωρινής συγκυρίας:

  • Ο τρόπος που ο ραδιοφωνικός σταθμός του ΣΥΡΙΖΑ “Στο κόκκινο” προσπάθησε να στρέψει τις μόνιμες καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών ενάντια στις προσωρινές[6], οι οποίες έχουν προσληφθεί μέσω υπεργολαβίας, μαζί με την πρόταση για πρόσληψη άνεργων εργατών οι οποίοι έχοντας κάμερες θα καταγράφουν τη φοροδιαφυγή και άλλες παράνομες συναλλαγές σε εστιατόρια, αποκαλύπτουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ διαπρέπει στις εφαρμοσμένες νεοφιλελεύθερες τακτικές.
  • Στις αρχές του Φλεβάρη 2012 έλαβε χώρα μια διαδήλωση οργανωμένη από αναρχικούς ενάντια στο επιβαλλόμενο κράτος έκτακτης ανάγκης και τουλάχιστον 3.000 άτομα συμμετείχαν. Αμέσως μετά τις εκλογές στις 25 Γενάρη 2015, και φυσικά μέχρι και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, έχει πραγματοποιηθεί μια αναρχική αντικρατική διαδήλωση στην Αθήνα μόλις 200 ανθρώπων, στη διοργάνωση της οποίας σχεδόν καμία οργανωμένη ομάδα δεν είχε συμμετάσχει, η κάθε μία για τους δικούς της λόγους.
  • Στις θεωρητικές καταβολές του εργατισμού και της γαλλικής υπεραριστεράς, πίσω στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, και ίσως πέρα από πολύ λίγες εξαιρέσεις, δεν μπορούμε να βρούμε κανένα ίχνος μιας ειδικής θεωρίας του κράτους. Πιθανόν, αυτό καταδεικνύει την ανεπάρκεια των θεωρητικών μας εργαλείων που θα μπορούσαν να βοηθήσουν να καταπιαστούμε με το κίνημα των πλατειών και την αραβική άνοιξη. Μόνο ο Νέγκρι προσπάθησε να ιστορικοποιήσει και περιοδολογήσει όχι μόνο το εργατικό υποκείμενο, αλλά και την ίδια τη μορφή κράτος.
  • Σε αντίθεση με όσα συνέβησαν στην πλατεία Ταχρίρ, στο πάρκο Γκεζί, ακόμα και στο Μαϊντάν, καμία γυναικεία ομάδα δε σχηματίστηκε κατά τη διάρκεια της κατάληψης της πλατείας Συντάγματος. για να μη μιλήσουμε για την παρουσία μεταναστών.
  • Η κεντρικότητα του εργατικού υποκειμένου σαφώς αμφισβητήθηκε κατά τη διάρκεια του κινήματος των πλατειών. και, γενικότερα, σχεδόν σε όλες τις διαδηλώσεις στις μεγάλες ελληνικές πόλεις, και πέρα από αυτές. Η συνύπαρξη και η παράλληλη παρουσία διαφορετικών κοινωνικών ομάδων στον ίδιο ιστορικό χώρο, όταν δεν είναι ανοιχτά αντιθετική, είναι ένας ισχυρός δείκτης της διαρκής χρησιμότητας του θεωρητικού σχήματος του “μη υποκειμένου”, επεξεργασμένη από τον Woland και τους Blaumachen η οποία φυσικά δεν κατόρθωσε να παράσχει μια ανάλυση του κράτους ως κεντρομόλου παράγοντα. και, γενικότερα, να αντιμετωπίσει σοβαρά την πραγματικότητα της διαστρωμάτωσης των κινημάτων των πλατειών[7]. Κάθε προσπάθεια δυσφήμισής του θεωρητικού σχήματος λόγω της αποστασίας του Woland είναι άχρηση και μόνο για εσωτερική κατανάλωση.
  • Η πολιτική θέση, που προωθείται από κάπους συντρόφους εδώ[8], σύμφωνα με την οποία μόνο οι αγώνες της ντόπιας εργατικής τάξης μπορούν να τραβήξουν προς τα πάνω την υπόλοιπη τάξη είναι υπόλειμμα των παλιών εποχών κατά τις οποίες η (ντόπια) εργατική ταυτότητα ακόμα αναγνωριζόταν από το κράτος. για να μην αναφερθούμε ότι ξεκάθαρα υποτιμά το πραγματικό διακύβευμα της επανεισαγωγής της σύγκρουσης εντός του ενδεχόμενου μελλοντικού κινήματος των πλατειών. Πέρα από αυτό το σημείο, θα μπορούσε ένα κίνημα πλατειών που γρήγορα θα διαδιδόταν σε πολλές πόλεις και θα ενέπλεκε πολλούς προλετάριους -ανεξαρτήτως χώρας καταγωγής, φύλου και φυλης- να μοιάζει με το πρόσφατο κίνημα; Δεν θα γινόταν η αυτοεπιβεβαίωση της (ντόπιας) εργατικής τάξης πραγματικό εμπόδιο για τον ίδιο τον αγώνα;

 

Παρακάτω, με μερικές κυρίως στυλιστικές διορθώσεις, παρατίθεται ένα εσωτερικό κείμενο, το οποίο γράφτηκε μερικούς μήνες νωρίτερα και το οποίο είναι κάπως επηρεασμένο από τη γενίκευση των φιλοΣΥΡΙΖΑ αισθημάτων μετά τις εκλογές. Σε αυτό, ο αναγνώστης μπορεί να βρει μερικά ακόμα στοιχεία αναφορικά με τη σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τους αγώνες των προηγούμενων ετών, καθώς και την επεξεργασία της θέσης πως, παρόλες τις συνέπειες, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μαζί με την πλειοψηφία των μελών του τελικά θα καταλήξει σε συμφωνία με τους ξένους δανειστές της χώρας. κι αυτό έχει να κάνει με τη θέση της Ελλάδας εντός του ευρωπαϊκου καταμερισμού της εργασίας όσον αφορά τη διαχείριση των προλεταριακών μεταναστευτικών ροών. Αν, αντιθέτως, δεν φτάσει σε συμφωνία κι η Ελλάδα αναγκαστεί να φύγει από την Ευρωζώνη (πιθανόν και από την ΕΕ) αυτός ο παράγοντας -ο οποίος συχνά παραβλέπεται προς όφελος μιας περισσότερο διανοουμενίστικης και με κύρος θεωρητικής ανάλυσης- θα καταδείξει ρητά το βάρος της επιρροής του στις τωρινές και μελλοντικές συνθήκες καπιταλιστικής συσσώρευσης, μαύρης ή λευκής. και, πάνω απ’όλα, στη μορφή-κράτος.

 

Αθήνα, 7/6/2015

Α.

 

 

 

***

 

JE NE SUIS PAS SYRIZA

 

Μετά τις διαδηλώσεις στην Αθήνα και σε μερικές άλλες ελληνικές πόλεις στις 15 Φλεβάρη 2015, οι οποίες που δεν απεύθυναν κανένα αίτημα προς τη νεοεκλεχθείσα κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ -όντας η πλήρης ιστορική αντιστροφή της εξέγερσης του Δεκέμβρη 2008 η οποία επίσης δεν είχε κανένα αίτημα αλλά άσκησε κριτική στα πάντα- είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε τον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε τον δρόμο προς την κοινοβουλευτική πολυτέλεια μέσω των κινημάτων της προηγούμενης περιόδου και προσποιήθηκε πως είναι δυνατό να “φέρει τον αέρα της επανάστασης” στον σύγχρονο καπιταλιστικό κρατικό μηχανισμό σε κρίση. Από αυτή την άποψη, η ανάλυση, κατά το δυνατόν βαθύτερη, της διαλεκτικής της κρατικοποίησης των κινημάτων αυτών, τουλάχιστον ως έναν βαθμό, θα ήταν περισσότερο αποσαγηνευτική για τις προσδοκίες που οφείλουν να συνοδεύουν την “ελπίδα που έρχεται”.

 

Με πιο σοφιστικέ ορολογία, επιτρέπεται να αποκαλέσεις όσα ακολουθούν ως μια πρώτη απόπειρα παραγωγικής εννοιολογικής διαμεσολάβησης για ένα πιθανό ανταγωνιστικό κίνημα απέναντι στο νέο καθεστώς, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είσαι φιλο-σύριζα ακαδημαϊκός. Σε αυτή την περίπτωση, έχε το νου σου: οι λίστες προγραφών μας είναι είναι πιστό αντίγραφο του κατά Σύλλα πρωτοτύπου…

 

Σε μερικούς συντρόφους εδώ στην Αθήνα, πολλά από τα επιχειρήματα που εκφράζονται εδώ μπορεί να ακουστούν περισσότερο από οικεία. Αυτό δεν αποτελεί σύμπτωση, αλλά ρητή τακτική συγγραφής ενός πολεμικού κειμένου συνθέτοντας κρίσιμες παρατηρήσεις και ακριβείς συλλήψεις από διαφορετικές τρέχουσες συζητήσεις οι οποίες δεν λαμβάνουν χώρα απαραίτητα στα ίδια δωμάτια και περιοδικά ή στις ίδιες mailing-lists. είναι σαν πολλά νήματα να εισέρχονται στον ίδιο αργαλειό. H aτομική υπογραφή δε σημαίνει θόλωση των ορίων του “ποιος λέει τι” και οπωσδήποτε δεν αναιρεί τον αδιαμφισβήτητο συλλογικό χαρακτήρα των θέσεων που ακολουθούν.

 

 

 

“Το ελληνικό κράτος έχει συνέχεια, η αυτοτροφοδοτούμενη κρίση των τελευταίων χρόνων όχι.”

Ο Υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, στην ομιλία του

κατά τη τελετή ορκωμοσίας, 28 Γενάρη 2015

 

 

 

Η κίνηση του κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά, η οποία απλά δεν μπορεί να ελεγχθεί από το κράτος, είναι πάντα πέρα από τις πολιτικές του έθνους-κράτους. πιο συγκεκριμένα, η αύξηση της κρατικής ρύθμισης είναι ακριβώς συνέπεια της παγκόσμιας γενίκευσης της σχέσης κεφάλαιο και της λειτουργίας του νόμου της αξίας σε παγκόσμια κλίμακα η οποία συνδεεται με αυτή τη γενίκευση. Η διείσδυση του κράτους στο ευρύτερο πλαίσιο της κοινωνικής αναπαραγωγής και η πλήρης επιβεβαίωση της σχέσης κεφάλαιο σχηματίζουν μια ενότητα. Η “κρατικοποίηση” αποτελεί ακριβώς το όχημα μέσω του οποίου το κεφάλαιο διατηρεί τον εαυτό του και μέσω του οποίου συγκεκριμενοποιούνται κοινωνικά τα αποτελέσματα του γενικού πλαισίου της αξίας. Γι’αυτό το κράτος εμφανίζεται… ιδεατά ως η στιγμή υπό τους όρους της οποίας -στο πλαίσιο της κοινωνικής διαδικασίας αναδιάρθρωσης και τροφοδοτούμενη από τον ανταγωνισμό στην παγκόσμια αγορά- ο νόμος της αξίας πραγματοποιείται στο εσωτερικό: μέσω της απαξίωσης κεφαλαίου έπειτα από κρατικές ρυθμίσεις, δομικές προσαρμογές, διορθώσεις του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας κλπ. Είναι αδιαμφισβήτητο πως με αυτή τη διαδικασία, η επιβολή του νόμου της αξίας τροποποιείται “πολιτικά” με συγκεκριμένο τρόπο. Μόνο μια “καθαρή” λειτουργία του νόμου της αξίας δεν μπορεί να υπάρξει και ποτέ δεν έχει υπάρξει. παντα τροποποιείται μέσω πολιτικών δομών και σχέσεων εξουσίας. Η θέση σχετικά με την αναστολή του νόμου της αξίας μέσω της παρέμβασης του κράτους παραβλέπει το γεγονός πως το κράτος, στην ίδια τη μορφή του, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του καπιταλιστικού πλαισίου αναπαραγωγής της εργασίας. οι καπιταλιστικοί νόμοι -με μια ειδικά μεσολαβημένη περιβολή- ενεργοποιούνται κατευθείαν μέσω του κράτους και υπο τους όρους της δραστηρίοτητάς του.

Joachim Hirsch, Der Sicherheitsstaat: Das “Modell Deutschland”,

seine Krise und die neuen soziale Bewegungen

 

 

1.

 

Οπωσδήποτε χρειάζεται να δίνουμε προσοχή στις βεντέτες του θεάματος: όχι μόνο για να γελάμε με τη γελοιοτητά τους ως λακέδες των αφεντικών, αλλά και επειδή με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο αναπαριστούν τις σύγχρονες αντιφάσεις σε συμπαγή σωματική μορφή. Με μια φράση, στην τελική παρατήρηση της πρώτης ομιλίας του μόλις τρεις μέρες μετά τις εκλογές, ο έλληνας υπουργός παραδέχεται πως παρόλη τη κρίση, κάποια πράγματα πρέπει να παραμείνουν συνεχή. Αλλά πώς μπορεί να συμβεί αυτό; Δεν ήταν ο ελληνικός καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός και το κράτος που του αντιστοιχεί γεμάτα αντιφάσεις όλα αυτά τα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της υποχώρησης των κινημάτων τα τελευταία χρόνια; Πώς μπορεί το καπιταλιστικό κράτος, παρόλη την κρίση του τόσο ως καπιταλιστικό όσο και ως κράτος, να ισχυριστεί πως έχει παραμείνει συνεχές, δηλαδή: ανέπαφο; Θα έπρεπε να αποφύγουμε να εκλάβουμε αυτή τη δήλωση ως αφέλεια ενός νεοδιορισμένου φιλόδοξου ανδρείκελου, και θα έπρεπε χωρίς χωρίς συμβιβασμούς να το αποκαλέσουμε με το πραγματικό του όνομα: καθησυχασμό όλων των μερών, τα οποία εμπλέκονται στην απόσπαση υπεραξίας σε αυτή τη γεωγραφική περιοχή του πλανήτη, πως η νέα κυβέρνηση θα ακολουθήσει τα βήματα των προδρόμων της όσον αφορά την αναπαραγωγή της κοινωνικής σχέσης κεφάλαιο και τη σταθερότητα του κοινωνικού σχηματισμού. Όσοι συγκαλύπτουν αυτή τη στάση κάτω από τα συνθήματα περί “επιστροφής της ελπίδας”, “σεβασμού της αξιοπρέπειας του λαού”, “ανάγκης για ανάσα” κλπ είναι απλά υποκριτές.

 

2.

 

Αμέσως μετά τις ταραχές τον Δεκέμβρη του 2008, πολλοί εικονοποίησαν το κράτος ως συμμορία μπάτσων. Αυτό αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο οι (κυρίως νέοι) προλετάριοι που βγήκαν στον δρόμο αντιλήφθηκαν εμπειρικά το ποιοτικό άλμα της καταστολής που επιβλήθηκε εξαιτίας του εύρους της πολυεθνικής κοινωνικής έκρηξης. Αλλά το κράτος δεν μπορεί, και δεν πρέπει, να εξισώνεται με την καταστολή όσο εξελιγμένη ή υποστηριζόμενη από λεπτολόγους δικαστές κι αν είναι: δε ζούμε στη δεκαετία του ’20. Η έλευση της αστυνομίας ως απαραίτητης λειτουργίας του κράτους και η μελλοντική ανάπτυξή της ως θεμελιώδη διαμεσολάβηση σχεδόν κάθε κοινωνικής αντιπαράθεσης -ένα αδιαμφισβήτητο χαρακτηριστικό του κράτους ασφαλείας της τρέχουσας περιόδου- προκειμένου να γίνει πλήρως αντιληπτές, απαιτούν την ακριβή γνώση των μεσολαβήσεων που το κράτος ανέπτυξε με την πάροδο του χρόνου, γιατί αυτές εξασθένησαν και γιατί ήταν απαραίτητο να αντικατασταθούν από την αστυνομία. Ποια ήταν τα μειονεκτήματα κι οι ατέλειες των υπαρκτών πολιτικών κομμάτων, των συνδικάτων, του σχολικού θεσμικού πλαισίου, των μεταναστευτικών πολιτικών, της διαχείρισης σε επίπεδο δήμου κλπ; Γιατί όλα αυτά δεν έδρασαν αρκετά προληπτικά ώστε να αποτρέψουν μια τέτοιου είδους ανταρσία; Γιατί το ελληνικό κράτος απέδειξε ότι είναι πολύ κάτω από το επίπεδο αποτροπής που απαιτεί ο σύγχρονος καπιταλισμός; Αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα -που θα βαρύνουν στις μελλοντικές πολιτικές στρατηγικές αναδιάρθρωσης της σχέσης κεφάλαιο και του κράτους της εν μέσω του ξεσπάσματος της κρίσης τα επόμενα χρόνια- δε σπαζοκεφάλιασαν μόνο τους κρατικούς υπαλλήλους εκείνης της περιόδου. αλλά επιπλέον βρίσκονται στις ρίζες της στρατηγικής αναγέννησης αυτού του κομματιού της “αριστεράς της ευθύνης” που μερικοί αφελείς(;) πολιτικάντηδες ακόμα λανθασμένα θεωρούν πως είναι “το μόνο κόμμα που δεν καταδίκασε τις ταραχές” -όταν συγκεκριμένα παραδείγματα όχι μόνο της απουσίας τους αλλά επίσης της επιθετικότητάς τους προς την επέκταση των ίδιων των ταραχών παραβλέπονται- δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

3.

 

Αδιαμφισβήτητα, παρόλα αυτά, κάποια μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως νεολαίοι, ήταν παρόντες στους δρόμους εκείνες τις ημέρες και σχημάτισαν ένα περιθωριακό αλλά μη αμελητέο, κρίνοντας αναδρομικά, κομμάτι της γενικής συνάντησης που παράχθηκε εκείνες τις ημέρες ανάμεσα σε τμήματα του πολυεθνικού προλεταριάτου. Αυτοί οι φιλόδοξοι καινούριοι πολιτικοί στοχάστηκαν σοβαρά πάνω στην εξέγερση του Δεκέμβρη και σκέφτηκαν πως επικεντρώνοντας τις προσπάθειές τους στην αναδιοργάνωση του κόμματός-ως-κίνημα, ήταν ένα στοίχημα που άξιζε να παρθεί. Αλλά παρόλο που αυτό οδήγησε σε μια κάπως σημαντική αλλαγή του κομματικού μηχανισμού, ήταν τελείως ανεπαρκές όσον αφορά την πιθανή αύξηση των εκλογικών ποσοστών: το μόνο πράγμα που έχει σημασία για κάθε αριστερό κόμμα άξιου του ονόματός του. Η πρώτη συμμετοχή του Τσίπρα στις εκλογές του 2009 ως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -θεαματική κορύφωση της προηγούμενης διαδικασίας και ξεκάθαρος δείκτης της επιρροής των στελεχών που είναι υπεύθυνα για τη στρατητική του κόμματος- δεν έφερε τα προβλεπόμενα αποτελέσματα: η νεολαία δεν μπορούσε να ψηφίσει μαζικά το κόμμα, τουλάχιστον εκείνη τη συγκεκριμένη περίοδο. Ο μέχρι και σήμερα “αέρας νεανικής αναζωογόνησης” του ΣΥΡΙΖΑ είναι απομεινάρι αυτών των εκλογικών τακτικών που συντηρούνται από τους image makers του κόμματος-ως-μηχανισμός. Η πολιτική έμφαση στη “γενιά των 700 ευρώ” των ντόπιων προλετάριων -που, υποτίθεται, ήταν το κύριος φορέας της εξέγερσης του Δεκέμβρη- δεν μπορούσε να αντιστοιχηθεί θεσμικά, δεν μπορούσε να αναδιατυπωθεί με θεσμική ορολογία. Η εξέγερση του Δεκέμβρη δεν είχε αιτήματα: αυτό αποτελούσε σίγουρα ένα συμπέρασμα, όσο προσωρινό κι αν ήταν.

 

4.

 

Το κράτος, θεωρούμενο εδώ ως ο συλλογικός καπιταλιστής, κατάλαβε καλύτερα από τον καθένα πως η πραγματική απειλή της εξέγερσης δεν ήταν οι σπασμένες βιτρίνες των τραπεζών καθαυτές, αλλά η δυνατότητα της αμοιβαίας αναγνώρισης μιας κοινής μοίρας ανάμεσα στους ντόπιους και τους μετανάστες προλετάριους που κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας. Αυτό δεν μπορούσε να αφεθεί να συμβεί, ειδικά υπό την προοπτική της συνεχούς αύξησης του υπερπληθυσμού. Η κοινωνική στρατηγική της αντι-εξέγερσης, που ξεκίνησε αμέσως μετά τις πρώτες πράξεις της εξέγερσης με τη μορφή αντισυγκεντρώσεων σε συγκεκριμένες ελληνικές πόλεις, υλοποιήθηκε παραδειγματικά στην περίπτωση του Αγίου Παντελεήμονα, μιας φτωχής γειτονιά στο κέντρο της Αθήνας, όπου μια πραγματική κατάσταση εξαίρεσης για τους μετανάστες προλετάριους ξεκίνησε να ξεδιπλώνεται από τις αρχές του 2009 και μετά. αποκαλύπτοντας σταδικά όλες τις δυνατές χρήσεις και πρακτικότητές της. Έτσι, κράτος και κοινωνία των πολιτών με την μορφή ρατσιστικών επιτροπών κατοίκων, εγκατέστησαν τη δική τους διαλεκτική, πολύ πριν το κίνημα των πλατειών, στην κατεύθυνση της εξάλειψης από τον δημόσιο χώρο ενός σημαντικού τμήματος του προλεταριάτου. Από εκείνο το σημείο και μετά, και υπό την απειλή κυρώσεων από την πλευρά του κράτους, αυτή η εξάλειψη επρόκειτο να γίνει ο μόνος άξονας γύρω από τον οποίο θα έπρεπε να περιστρέφονται οι ευϋπόλυπτες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων και των αριστερών.

 

5.

 

Οποιαδήποτε αναφορά στη μορφή και το περιεχόμενο της κρατικής καταστολής αναπόφευκτα συνεπάγεται μια αντίληψη όχι μόνο για το ποιος είναι ο ρόλος του κράτους στην παρούσα συγκυρία, αλλά και για το από που μπορεί να εξαχθεί η αναγκαία ύπαρξή του σε μια καπιταλιστική κοινωνία. Πριν την άνοιξη του 2010 και την επίσημη είσοδο του ελληνικού καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού στο μνημόνιο –κομμένου και ραμμένου από το ΔΝΤ, την ΕΚΤ, την ΕΕ και τους έλληνες καπιταλιστές– η στάση του κράτους προς τα κοινωνικά κινήματα εντασσόταν στην κατηγορία της μηδενικής ανοχής: το καλοκαίρι του 2008, η αστυνομία μπορούσε να σκοτώσει μια 43χρονη γυναίκα στην Κέρκυρα εν μέσω συμπλοκών με ντόπιους ενάντια στην προοπτική της κατασκευής χωματερής. το καλοκαίρι του 2009, η αστυνομία μπορούσε να επιτεθεί άγρια σε ντόπιους στο Γραμματικό Αττικής για τον ίδιο λόγο. Αυτά, πριν και μετά τη δολοφονία του Αλέξη. Για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν αδύνατο να κεφαλαιοποιήσει αυτούς τους αγώνες πολιτικά, τουλάχιστον με τον ίδιο τρόπο όπως προσπάθησε με την εξέγερση του Δεκέμβρη. Όταν στις 7/7/2009, η αστυνομία επιτέθηκε στην αναρχική/αντιεξουσιαστική διαδήλωση που πορευόταν προς τον Άγιο Παντελεήμονα, με φασίστες να ρίχνουν μολότωφ πίσως από τις αστυνομικές γραμμές, κανένα μέλος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν εκεί επειδή καμία παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ανεκτή.

 

6.

 

Αν και θεωρητικά χρήσιμη, η έννοια της μηδενικής ανοχής αντιμετωπίζεται τις περισσότερες φορές ως συνέπεια της κυριαρχίας του δόγματος της ασφάλειας και υποβάλλει την εντύπωση πως ο κρατικός μηχανισμός είναι πλήρως στρατιωτικοποιημένος κι επομένως αδιαπέραστος στην ταξική πάλη και τις κοινωνικές αντιθέσεις εν γένει. Μετά την υιοθέτηση του μνημονίου τον Μάη του 2010 και την άνοδο του κοινωνικού θερμομέτρου έκτοτε, ο ελληνικός καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός εισέρχεται σε μια περίοδο όπου η σχέση κεφάλαιο θα αναπαράγεται μέσω πολιτικής κρίσης.

 

7.

 

Υιοθετώντας μια πιο διαλεκτική προσέγγιση όσον αφορά τη σχέση ανάμεσα στο κράτος και τις μορφές της ταξικής πάλης, θα μπορούσε να ειπωθεί πως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού που επικράτησε να αποκαλείται “κράτος έκτακτης ανάγκης” είναι να ορίζει (και να ορίζεται από) τον υπερπληθυσμό. Διαχωρισμός, κατακερματισμός, στιγματισμός, ταξινόμηση, περιθωριοποίηση, αποκλεισμός, καταστολή αυτού που είναι κατάλληλο για καπιταλιστική χρήση και αυτού που δεν είναι, συνιστούν τις κύριες λειτουργίες του. Αυτά τα γνωρίσματα δεν πρέπει να θεωρούνται αφηρημένες ιδέες που ίπτανται στο κενό. εκφρασμένο με βαρύτερους θεωρητικούς όρους, το κράτος έκτακτης ανάγκης έχει μια απαραίτητη βιοπολιτική διάσταση υπό συνθήκες πραγματικής υπαγωγής όχι μόνο της εργασίας αλλά και ολόκληρου του κοινωνικού σχηματισμού υπό το κεφάλαιο.

 

8.

 

Στις 31 Μαρτίου 2009, 150 μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, με τον Τσίπρα στις γραμμές τους, καταλαμβάνουν για μια ώρα τα κεντρικά γραφεία της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, της μεγαλύτερης ελληνικής τράπεζας, στη Σταδίου και μετά αποχωρούν από τη σκηνή με πολύ περισσότερη έμπνευση και αυτοπεποίθηση. στις 14 Φλεβάρη του 2013, οι μπάτσοι χτυπάνε ανελέητα μέλη της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ που αποπειράθηκαν να καταλάβουν το γραφείο του γενικού γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών το οποίο βρίσκεται μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω στον ίδιο δρόμο. Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται στην προσπάθεια ανακατάληψης του κτιρίου της κατάληψης Σκαραμαγκά -που καταλήφθηκε άμεσα μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη- στο κέντρο της Αθήνας, τον Ιούλη του 2011 και τον Γενάρη του 2013 αντίστοιχα. Τι κείτεται ανάμεσα στις δύο αυτές στιγμές; Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια αντιφατική κίνηση που παράχθηκε ιστορικά χοντρικά τη διετία 2010-2012 η οποία όχι μόνο προκάλεσε την αυταρχική στροφή του κράτους, αλλά ταυτόχρονα αύξησε σταθερά την απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο προς την εργατική τάξη αλλά γενικότερα σε όσους “χτυπήθηκαν από το μνημόνιο”, ως το αυτοαποκαλούμενο κόμμα-κίνημα.

 

9.

 

Με το ρίσκο να υπεραπλουστευθεί ένα σύνθετο και απολύτως μη ομογενές κίνημα, είναι δυνατό να συγκεκριμενοποιηθεί αυτή η διαδικασία με έναν προτιμητέο τρόπο αν κάποιος επικεντρωθεί στον τρόπο με τον οποίο η κρατική καταστολή αντιμετώπισε τις καταλήψεις ως κεντρική μορφή αγώνα. Μιλώντας ποιοτικά, μια μεγάλη ποικιλία στόχων επιλέχθηκε από τα “αντιμνημονιακά” υποκείμενα των οποίων η ταξική σύνθεση ήταν τα πάντα εκτός από σταθερή, μολονότι με μια αδιαμφισβήτητη γεύση εργατικής και μεσαίας/μικροαστικής τάξης: στη Νέα Ευκαρπία κάτοικοι μαζί με τις δημοτικές αρχές καταλαμβάνει τον ΧΥΤΑ. η ΠΟΕ-ΟΤΑ, το συνδικάτο των δημοτικών υπαλλήλων, πραγματοποιεί διάφορες καταλήψεις δημαρχείων. η ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, το συνδικάτο των εργατών της ΔΕΗ, καταλαμβάνει το Κέντρο Μηχανογράφησης στον Χολαργό. η πολιτική πρωτοβουλία «Δεν Πληρώνω» καταλαμβάνει τα δημόσια γραφεία της ΔΕΗ στην Καλλιθέα. το Υπουργείο Υγείας καταλαμβάνεται από τους ίδιους τους δημόσιους υπαλλήλους του. το Ταμείο Ασφαλίσεως Μηχανικών καταλαμβάνεται από τους ίδιους τους εργαζομένους σε αυτό. συμβασιούχοι εργάτες του δήμου καταλαμβάνουν το δημαρχείο Αθηνών. κατάληψη του λογιστικού κέντρου της επιχείρησης Γερολυμάτος στη βιομηχανική ζώνη στα Οινόφυτα ως διαμαρτυρία για απλήρωτους μισθούς. απόστρατοι αξιωματικοί προσπαθούν να εισβάλλουν στο Γενικό Επιτελείο στην Αθήνα διαμαρτυρόμενοι ενάντια στις περικοπές του εισοδήματός τους. ντόπιοι κλείνουν την είσοδο στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας διαμαρτυρόμενοι για την παρουσία μεταναστών στην περιοχή. ένα μείγμα στρατιωτικών έφεδρων αξιωματικών, αριστερών πολιτικοποιημένων, μιας μειοψηφίας χούλιγκανς ποδοσφαιρικής ομάδας και “σύνηθεις” αγανακτισμένοι εισβάλλουν στην επίσημη στρατιωτική παρέλαση στη Θεσαλλονίκη διαμαρτυρόμενοι για τους “διεφθαρμένους πολιτικούς” κλπ. Αν κανείς λάβει υπόψη του πως αυτό το “υποκείμενο των καταλήψεων” δεν ήταν ποτέ πλήρως παρών στις πλατείες των μεγάλων ελληνικών πόλεων, όπου πολιτικοποιημένοι και φοιτητές υπερεκπροσωπήθηκαν, τότε κάποιος μπορεί πιθανόν να καταλάβει τον δυισμό από τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κι οι ΑΝΕΛ -αντιστοίχως, η πολιτική ενσάρκωση της κάτω και πάνω πλατείας Συντάγματος στην Αθήνα- αναδύθηκαν: επιτυγχάνοντας να τοποθετηθούν στο κέντρο των πλατειών, έγιναν οι πολιτικοί εκπρόσωποι ενός κινήματος που κανείς άλλος δεν ήταν εκεί να εκπροσωπήσει.

 

10.

 

Θα ήταν κρίσιμη αβλεψία να θεωρηθεί ότι η μορφή και το περιεχόμενο αυτών των καταλήψεων είναι είναι άνευ θεωρητικών επιπτώσεων. αντ’αυτού, είναι το ίδιο το γεγονός της κατάληψης ενός δημόσιου κτηρίου ή τμήματος ενός δημόσιου χώρου που χρειάζεται να ερμηνευτεί. Πέρα από την κρίσιμη αναγνώριση πως τμήματα του ντόπιου προλεταριάτου αμφισβήτησαν την τρέχουσα αναδιάρθρωση διεκδικώντας τουλάχιστον ένα τμήμα της ιδιοκτησίας του λεγόμενου “δημόσιου πλούτου”, το γεγονός πως διάφορες άλλες κοινωνικές ομάδες και τμήματα του προλεταριάτου επίσης επέλεξαν τις καταλήψεις ως μέσο άσκησης πίεσης προς το κράτος φανερώνει πρώτα απ’όλα την κεντρικότητα της γαιοπροσόδου στον ελληνικό καπιταλιστικό κοινωνικό σχηματισμό η οποία και καθορίζει τη σχέση του κάθε ατόμου με το κράτος. Πιο συγκεκριμένα, αυτή η σχέση ορίζεται από το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης, αλλά επίσης από την κουλτούρα της μονιμότητας, η οποία συνδέεται τόσο με την εξαγωγή πολιτικής προσόδου στον δημόσιο τομέα όσο και με τη διαδεδομένη αγωνιστική στάση που είναι πολύ επηρεασμένη από την κυριαρχία της αριστερής κουλτούρας. Το σύγχρονο κίνημα καταλήψεων πρέπει να ερμηνευτεί υπό το φως της υποχώρισης του κράτους από την αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης και την ταυτόχρονη αμφισβήτηση του πολιτικού βάρους του μικροαστικού στρώματος εντός της κρατικής δομής. Οι διαδοχικές συγκυβερνήσεις των ΝΔ και ΠΑΣΟΚ έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν για να εμβαθυνθεί ο διαχωρισμός ανάμεσα στο κράτος και την κοινωνία των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία το 2015 υποσχόμενος τη συμφιλίωσή τους. και το σημαντικό μεταναστευτικό κίνημα καταλήψεων που κορυφώθηκε με την “απεργία πείνας των 300 μεταναστών” -οι οποίοι κατέλαβαν τη Νομική στην Αθήνα για μερικές μέρες αψηφώντας το καθεστώς της αφάνειας στο οποίο οι μετανάστες είναι καταδικασμένοι- είχε ήδη πεταχτεί στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.

 

11.

 

Καμία ουσιαστική συζήτηση δεν μπορεί να γίνει σχετικά με την εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, και τους πιθανούς ταξικούς αγώνες του μέλλοντος, αν κάποιος δε λάβει σοβαρά υπόψη του την ιστορική ιδιαιτερότητα των τοπικών συνελεύσεων που σχηματίστηκαν αμέσως μετά το κινήμα των πλατειών το καλοκαίρι του 2011. Μολονότι κανείς μπορεί να θυμηθεί διάφορα παραδείγματα τοπικών κινητοποιήσεων σε αστικές περιοχές όλα αυτά τα χρόνια, αυτές πάντα γίνονταν προωθώντας συγκεκριμένα αιτήματα τα οποία συνήθως αφορούσαν την ποιότητας ζωής στη γειτονιά ή τα προάστια: ενάντια στην περιβαλλοντική μόλυνση και υποβάθμιση, ακτιβισμοί για ελεύθερους δημόσιους χώρους κλπ. Το ίδιο ισχύει και για τις τοπικές κινητοποιήσεις σε μη αστικές περιοχές, όπου γίνονται σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα σε ντόπιους και μπάτσους, καθώς οι πρώτοι διαδηλώνουν συνήθως ενάντια σε ένα μεγάλο καπιταλιστικό πρότζεκτ. σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως, δε δημιουργούνται από τους συμμετέχοντες τυπικά οργανωμένες και σταθερές συνελεύσεις. Στην περίπτωση των τοπικών συνελεύσεων που προέκυψαν από την πλατεία Συντάγματος, μιλάμε για συνελεύσεις οργανωμένες γύρω από το προάστιο που απαιτούν από το κράτος την απόσυρση του μνημονίου. Θα πρέπει να έχει γίνει φανερό μέχρι τώρα ότι, συγκρινόμενο με τα συγκεκριμένα αιτήματα γύρω από την ποιότητα ζωής, το ίδιο το επίπεδο συνάρθρωσης των αιτημάτων έχει μετατοπιστεί κι έχει γίνει περισσότερο άμεσα πολιτικό.

 

12.

 

Είναι σε όλους γνωστό πως το πρώτο αίτημα το οποίο μπήκε μπροστά από τις συνελεύσεις γειτονιών, κι αυτό στο οποίο ο “λαός” ανταποκρίθηκε περισσότερο από κάθε άλλο, ήταν η απόσυρση του “χαρατσιού”, του νεοεπιβληθέντος φόρου κατοικίας. Αλλά κάποιος δεν μπορεί να επικαλεστεί την ύπαρξη συνέχειας ανάμεσα στα κινήματα γειτονιάς του παρελθόντος και του σήμερα υποδεικνύοντας μόνο τη σταθερή κεντρικότητα της γαιοπροσόδου. παρά το γεγονός πως οι ελληνικές οικογένειες πάντα θεωρούσαν την ιδιοκατοίκηση ιερή. Μια τέτοια οπτική χάνει τον μετασχηματισμό της αιτηματικής δομής. Στην περίπτωση με το χαράτσι, οι συνελεύσεις απευθύνουν το αίτημα κατ’ευθείαν στην κρατική διοίκηση χωρίς την παρεμβολή ή τη μεσολάβηση των τοπικών δημοτικών αρχών. Με αυτό τον τρόπο, καταστρατηγώντας και αποφεύγοντας την αντιπαράθεση με τους κρατικούς θεσμούς σε τοπικό επίπεδο, δημιουργείται ο μύθος πως η παρουσία του κράτους εκεί δεν αποτελεί απειλή για την αυτονομία του κινήματος. και, ακόμα χειρότερα, πως μπορεί να υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στις συνελεύσεις και τις (αριστερές) τοπικές αρχές. Αυτή η άμεση πολιτικοποίηση των αιτημάτων δημιούργησε το έδαφος για την μελλόντική εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοτικές εκλογές του 2014 ακριβώς στα προάστια όπου ήταν παρούσες ενεργές τοπικές συνελεύσεις. Μερικοί αναρχικοί, που αποτέλεσαν την πλειοψηφία των ιδρυτών αυτών των συνελεύσεων, ακόμα αναρωτιούνται πως αυτό κατέστη δυνατόν, μιας και εκείνη την περίοδο μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήτανε καν παρόντα στις συνελεύσεις…

 

13.

 

Αυτή η μετατόπιση στο πεδίο της διεκδίκησης, κι ως εκ τούτου στη μορφή και το περιεχόμενο της λεγόμενης “τοπικής δράσης”, δεν πρέπει να θεωρείται ως άμεση συνέπεια της νέας μορφής οργάνωσης καθεαυτής, επειδή δεν μπορεί να εξηγήσει το πως, για παραδείγμα, έγινε δυνατό μια τοπική συνέλευση να μπει στα τοπικά γραφεία της ΔΕΗ και άμεσα να απειλήσει τον διοικητή να σταματήσει να εκτελεί διακοπές ηλεκτροδότησης. Όμως, η προσπέραση των υπάρχουσων μεσολαβήσεων -κανένα κόμμα ή συνδικάτο δεν ήταν ικανό να παρέμβει σε αυτό το επίπεδο και να εκτελέσει τον παραδοσιακό του ρόλο της μεσολάβησης του αγώνα- δεν είναι εξαρχής ταυτόσημη με την παραγωγή της αποδυνάμωσής τους.

 

14.

 

Μιλώντας για τις συνθήκες που κατέστησαν ικανή την ανάπτυξη μητροπολίτικών κινημάτων στην Αθήνα, οι οποίες μέχρι πρόσφατα δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές, ο κοινωνιολόγος Κωνσταντίνος Καβουλάκος[9] γράφει:

 

“Οι συνθήκες, που επικρατούσαν γενικά στην ελληνική κοινωνία και πιο συγκεκριμένα στην πόλη των Αθηνών, εμπόδιζαν την ανάπτυξη μητροπολιτικών κινημάτων. Η υπετροφία του πολιτικού, η κυριαρχία της πολιτικής ζωής και της δημόσιας σφαίρας από τα κόμματα, το χαμηλό επίπεδο της ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών κι οι πελατειακές σχέσεις αποτελούσαν, και μέχρι ένα ορισμένο επίπεδο ακόμα αποτελούν, ένα αρνητικό πλαίσιο για την ανάπτυξη κινημάτων. Την ίδια στιγμή, το μοτίβο της ανάπτυξης της πόλης των Αθηνών ευνόησε ατομικές-οικογενειακές στρατηγικές και περιόρισε την πιθανότητες αύξησης της συλλογικής συνείδησης και δράσης. Μητροπολιτικοί αγώνες που αναπτύχθηκαν με την πάροδο του χρόνου δεν απέκτησαν ένα κεντρικό πολιτικό χαρακτήρα και στην ουσία δεν υποστηρίχτηκαν από κεντρικούς πολιτικούς παράγοντες της χώρας. Σε μερικές περιπτώσεις,“δικαιώθηκαν” μέσω αποσπασματικών μεταρρυθμίσεων ή μέσω της πολιτικής της ανοχής από το κράτος οδηγώντας στην ενίσχυση του πατερναλιστικού ρόλου του κράτους και της εξάρτησης των πολιτών από δίκτυα πελατειακών σχέσεων.

 

Με αυτή την έννοια, η ανάδυση και εξέλιξη των τοπικών συνελεύσεων γειτονιών δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να ερμηνευτεί με όρους συνέχειας της προηγούμενης φάσης των μητροπολιτικών κινημάτων. η ατροφία του παρελθόντος δεν μπορεί να αποτελέσει αιτία από μόνη της. Αυτή η ασυνέχεια ανάμεσα στις παρελθοντικές και παρούσες μορφές μητροπολιτικών κινημάτων αρχικά παράχθηκε κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Δεκέμβρη το 2008 και μετά, σε πιο γενικό επίπεδο, κατά τη διάρκεια του κινήματος των αγανακτισμένων το 2011. δηλαδή, μέσω ενός συγκρουσιακού πλαισίου κρίσης.

 

Η μετατόπιση της αιτηματικής δομής αποτελεί ιστορικό προϊόν της ασυνέχειας που παράχθηκε εντός της κρίσης και μπορεί κανείς να καταλάβει τις πλήρεις επιπτώσεις της αν, και μόνο αν, λάβει υπόψη του ορισμένες από τις θεμελιώδεις αντιστροφές που έλαβαν χώρα από τότε που γράφει ο Καβουλάκος (2008):

  • Η κυριαρχία της πολιτικής ζωής και της δημόσιας σφαίρας από τα κόμματα και τα συνδικάτα υπόκειται σε βαθιά κρίση.
  • Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, πιο γενικά, το ίντερνετ έχουν καθιερώσει μια ιδιαίτερα καινούρια δημόσια σφαίρα και “κοινωνία των πολιτών”.
  • Η ύφεση έχει σοβαρά κλονίσει τις προϋπάρχουσες ατομικές και κοινωνικές στρατηγικές επιβίωσης σε μη αμελητέα τμήματα του πληθυσμού της εργατικής και μεσαίας τάξης.
  • Το κράτος έχει αποτινάξει τον πατερναλιστικό του ρόλο καθώς κάθε διεκδίκηση γύρω από τη αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης έχει παντελώς απονομιμοποιηθεί.
  • Τελευταίος, αλλά όχι ασήμαντος παράγοντας, ο τεράστιος αντίκτυπος των κοινωνικών κινημάτων που ανεπαρκώς κατηγοριοποιούνται κάτω από την ταμπέλα “αραβική άνοιξη”.

 

15.

 

Ανάμεσα σε άλλα, το άλλο πρόσωπο της σύγκλισης αυτών των αντιστροφών -οι οποίες αποτέλεσαν ιστορικές αντιφάσεις με την ευρύτερη έννοια και παρήγαγαν την ανάδυση των τοπικών συνελεύσεων γειτονιών- ήταν η κατάδειξη των δημοτικών αρχών ως ο αδύναμος κρίκος του κρατικού μηχανισμού. Και με αυτή την έννοια, είναι κάθε άλλο παρά τυχαίο πως ένα συγκεκριμένο κομμάτι της αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα, που προβλεπόταν από την εφαρμογή του μνημονίου, πράγματι επηρέασε το “τοπικό κράτος” εκείνη τη χρονική στιγμή. Αλλά, προκειμένου να εκτιμηθεί με σωστό τρόπο τον ΣΥΡΙΖΑ ως τη νέα μεσολάβηση που παράχθηκε από αυτό το κίνημα, πρέπει να καταδειχθεί ο διπλός χαρακτήρας αυτού του κινήματος. Με άλλα λόγια, το κράτος μεταρρυθμίστηκε και εξορθολογίστηκε τόσο από τα πάνω όσο κι από τα κάτω: η στήριξη της παροχής δωρεάν μαθημάτων για μαθητές από εθελοντές άνεργους καθηγητές και η επαναδιατύπωση της διαχείρισης της ανεργίας αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

 

16.

 

“Οι άντρες [κι οι γυναίκες] φτιάχνουν τη δική τους ιστορία, αλλά δεν τη φτιάχνουν όπως θέλουν: δεν την φτιάχνουν υπό συνθήκες που διαλέγουν οι ίδιοι, αλλά υπό συνθήκες που υπάρχουν ήδη, δοσμένες και κληρονομημένες από το παρελθόν. Η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σαν εφιάλτης τα μυαλά των ζωντανών. Κι όπως μοιάζουν να ασχολούνται με την επαναστατικοποίηση των εαυτών τους και των πραγμάτων, δημιουργώντας κάτι που δεν υπήρχε πριν, ακριβώς τέτοιες εποχές επαναστατικής κρίσης εναγωνίως καλούν τα πνεύματα του παρελθόντος στην υπηρεσία τους, δανειζόμενοι από αυτούς ονόματα, συνθήματα μάχης και στολές ώστε να παρουσιάσουν αυτή τη νέα σκηνή στην παγκόσμια ιστορία σε από καιρό καθιερωμένη μεταμφίεση και δανεισμένη γλώσσα.”

Καρλ Μαρξ, 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη

 

Αν κανείς μπορεί να βρει κάποια ίχνη συνέχειας με το πρόσφατο παρελθόν, αυτά σίγουρα θα εντοπίζονται στην λεγόμενη “υπερτροφία του πολιτικού”, δηλαδή ότι το καπιταλιστικό κράτος είναι η μόνη δυνατή έκφραση, και εγγύηση, του συλλογικού συμφέροντος και με αυτή την έννοια της δημοκρατίας (συμπεριλαμβανομένης και της άμεσης) ως του μόνου δυνατού ορίζοντα συλλογικής δράσης. Η πόλωση ανάμεσα σε “αριστερά” και “δεξιά” βαραίνει πάρα πολύ στην ιστορία της πολιτικοποίησης και της εξουδετέρωσης των ταξικών αγώνων στην Ελλάδα. Η απαίτηση προς το κράτος να ακυρώσει τον φόρο κατοικίας ή το μνημόνιο δεν ήταν μόνο αντανάκλαση της διαταξικής σύνθεσης των πρώτων, και πολύ μεγαλύτερων σε μέγεθος, τοπικών συνελεύσεων, αλλά επίσης επαλήθευση του γεγονότος πως ακόμα κι η υπεράσπιση των συμφερόντων της ατομικής ιδιοκτησίας μπορεί ακόμα να γίνει υπό την αιγίδα της αριστεράς. Στα μυαλά των εμψυχωτών των τοπικών συνελεύσεων –των οποίων, ας το ξαναπούμε, ένα πλειοψηφικό κομμάτι αποτελείτο από αναρχικούς, αντιεξουσιαστές κι ανθρώπους που δεν ανήκαν σε κάποιο συγκεκριμένο κόμμα- η εξέλιξη των κοινωνικών κινημάτων είναι μη αναγώγιμα συνδεδεμένη με μια αριστερή αγωνιστική στάση που συνδέεται με την κυριαρχία της αριστερής κουλτούρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την πλήρη έκφραση αυτής της στάσης στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Αλλά ας μην ξεχνάμε πως, πέρα από τις βίαιες συγκρούσεις το καλοκαίρι του 2011 γύρω από την πλατεία Συντάγματος, οι πιο βίαιες αντιδράσεις ενάντια στην επιβολή του μνημονίου ήταν: αυτές των ταξιτζήδων που όχι μόνο συγκρούστηκαν με την αστυνομία στους δρόμους κοντά στο κοινοβούλιο αλλά επίσης απέκλεισαν συντονισμένα λιμάνια κι αεροδρόμια σε όλη τη χώρα. αυτές των φορτηγατζήδων που δεν απέφυγαν ακόμα και να πυροβολήσουν απεργοσπάστες με κανονικές σφαίρες. και πάνω από όλα ο αγώνας στην Κερατέα που έπειτα από βίαιες πολύμηνες συγκρούσεις αποδείχτηκε το μόνο κοινωνικό κίνημα που αντέκρουσε τα προγραμματισμένα σχέδια κατασκευής ενός ΧΥΤΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να επικαλεστεί οποιαδήποτε σχέση με την εξέλιξη αυτών των κινημάτων, τα οποία κατευθύνθηκαν από τα συμφέροντα των μικροϊδιοκτητών. όσον αφορά τη δεξιά, ποτέ δεν είχε μια ξεκάθαρη ιστορική σύνδεση με ένα μαζικό κίνημα στην Ελλάδα. Η απουσία ξεκάθαρης έκφρασης ενός δεξιού πολιτικού σημείου – απομεινάρι του εμφυλίου και του γεγονότος πως η δεξιά και το κράτος πάντα υπήρξαν άρρηκτα συνδεδεμένα- έχει οδηγήσει στον μύθο πως όλα τα κινήματα μπορούν να μεσολαβηθούν και αντιπροσωπευτούν από την αριστερά. Και φυσικά δημιουργεί τη ψευδαίσθηση -που προάγεται από αρκετές εκατοντάδες αριστερούς ακαδημαϊκούς παγκοσμίως, των οποίων η επαγγελματική καριέρα είναι ακόμα συνυφασμένη με αυτή την “ηγεμονία της αριστερής κουλτούρας”- πως η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2015 ήταν η πολιτική έκφραση των αντιμνημονιακών κινημάτων γενικά.

 

17.

 

Απαραιτήτως, το να λες πως η αριστερά είναι η αριστερά του κεφαλαίου περνά μέσα από την υπόδειξη της ταύτισής της με το κράτος τόσο ως μηχανισμό όσο κι ως σχέση. λέγοντας δηλαδή πως η αριστερά είναι η αριστερά του κράτους. Όσοι δοξάζουν τα κινήματα των συνελεύσεων, χωρίς να τα θέτουν σε αμφισβήτηση, συνήθως ξεχνούν το γεγονός πως οι τοπικές συνελεύσεις δημιουργήθηκαν μετά το “διάταγμα” της κεντρικής συνέλευσης της κάτω πλατείας Συντάγματος για επέκταση του κινήματος στις γειτονιές της Αθήνας. οι ελάχιστες προϋπάρχουσες συνελεύσεις γειτονιών, ήδη υποδηλώνοντας ένα πιο διάχυτο μοντέλο, δεν μπόρεσαν να προσανατολίσουν το κίνημα όπως έκανε η, σε μικρογραφία υβριδική κρατική δομή, της πλατείας Συντάγματος. Η κρατικοποίηση ενός κινήματος είναι μια διαδικασία που ξεκινά ήδη εσωτερικά με τον σχηματισμό της διάκρισης ανάμεσα σε πολιτική εκπροσώπηση και σε απλούς συμμετέχοντες πολύ πριν φτάσει στα κοινοβουλευτικά έδρανα. Πέρα από αυτό το πρώτο βήμα σε επίπεδο βάσης προς την ταυτοποίηση της αριστεράς με το κράτος, οι περισσότερο εμφανείς σχέσεις του κινήματος των συνελεύσεων με τον ΣΥΡΙΖΑ σπάνια έρχονται στο προσκήνιο: πέρα από τις δημοτικές εκλογές του 2014 που αναφέρθηκαν νωρίτερα, δεν ήταν οι κοινοβουλευτικές εκλογές τον Μάη του 2012 η νέα μάχη που έπρεπε να δωθεί, που προκάλεσε την απότομη παρακμή του πρότζεκτ των συνελεύσεων; Τι πραγματικά προκάλεσε την εγκατάλειψη του κεντρικού συντονισμού των συνελεύσεων γειτονιών που έγινε στην Πάντειο τον Γενάρη του 2012, με περισσότερες από 45 συνελεύσεις και περισσότερους από 500 συμμετέχοντες, αν όχι η προοπτική μιας εκλογικές επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ;

 

18.

 

Σε κάθε περίπτωση, το κράτος κι οι μηχανισμοί του ένιωσαν την πίεση από τις κινητοποιήσεις ενάντια στον φόρο κατοικίας και προσπάθησαν να απορροφήσουν τους διαταξικούς κλυδωνισμούς με διάφορες κατασταλτικές τακτικές. Υπό μια έννοια, η τρέχουσα αναδιάρθρωση του κράτους εν μέσω κρίσης, αυτό που έχει αποκαλεστεί “κράτος έκτακτης ανάγκης”, θα μπορούσε να ταυτοποιηθεί ως η αντίδραση του κεφαλαίου σε αυτού του είδους τα διαταξικά κινήματα. Το πρωτοφανές επίπεδο της βίας ενάντια στο ντόπιο πληθυσμό στις Σκουριές και την Κερατέα, όπου ένα συμπαγές τοπικό διαταξικό μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων αναμετρήθηκε με την αστυνομία του κεφαλαίου, θα πρέπει να τονίσει επιπλέον τη βαρύτητα αυτού του συγκεκριμένου ερωτήματος και να βοηθήσει να επικεντρώσουμε στην αναγκαιότητα της τρέχουσας αναδιάρθρωσης της σχέσης κεφάλαιο. αναδιάρθρωσης που εμπεριέχει την καταστροφή, αν είναι αναγκαίο, την αξιολόγηση, τον μετασχηματισμό και την αναδημιουργία του συνόλου των κοινωνικών σχέσεων που θα συμπεριληφθούν στο νέο μοντέλο συσσώρευσης. Αλλά αν κανείς πρέπει να δράσει στο εσωτερικό ενός διαταξικού κινήματος, η όξυνση ποιου είδους κοινωνικών αντιφάσεων συνδέεται με την προοπτική της επανάστασης αν όχι αυτή ανάμεσα σε εργάτες κι αφεντικά; Η τεράστια και πολύμορφη συμμετοχή μελών του ΣΥΡΙΖΑ, και βουλευτών φυσικά μετά τις εκλογές του 2012, στο κίνημα στις Σκουριές από το 2011 κι έπειτα, συνιστά το πραγματικό έδαφος όπου αρχίζουν να δίνονται οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. Αλλά αυτές δεν είναι υπέρ των εργατών. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσε να αναδυθεί ως ο πολιτικός υπερασπιστής των διαταξικών κινημάτων μόνο πάνω στο πτώμα της εργατικής ταυτότητας: το ίδιο πτώμα που οι εργάτες του χρυσωρυχείου -οι οποίοι επιτέθηκαν, μαζί με την αστυνομία, σε απλούς κατοίκους της περιοχής, αλληλέγγυους αριστεριστές και αναρχικούς και αφεντικά της τοπικής τουριστικής βιομηχανίας για να υπερασπιστούν τις θέσεις εργασίας “τους”- κλώτσησαν για άλλη μια φορά στο κεφάλι.

 

19.

 

Σίγουρα, κι εντός συγκεκριμένων ορίων, αυτή η αντίφαση ανάμεσα στη διαταξική σύνθεση και την ανάγκη για έναν ταξικό προσανατολισμό παίχτηκε στις εσωτερικές διαδικασίες των τοπικών συνελεύσεων με περισσότερο ή λιγότερο τεταμένο τρόπο. Ακριβώς επειδή ήταν ριζωμένες στο αστικό περιβάλλον της αθηναϊκή μητρόπολης κι όχι στο τελείως διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον της ελληνικής επαρχίας -όπου επικρατούν οι σχέσεις γης και αίματος κι όπου οι κοινωνικές ιεραρχίες είναι πολύ περισσότερο έντονες- οι συνελεύσεις γειτονιών αναγκάστηκαν γρήγορα να επεκτείνουν τον κατάλογο των δραστηριοτήτων τους και να θέσουν την αναγκαιότητα ικανοποίησης των αναγκών εργαζόμενων και ανέργων. Θέτοντας, όμως, προλεταριακές ανάγκες στο προσκήνιο και ξεκινώντας να οργανώνουν ανταλλακτικά παζάρια, τράπεζες χρόνου, ανταλλαγή υπηρεσιών, συλλογικές κουζίνες κλπ -και ταυτόχρονα έχοντας να αντιμετωπίσουν τον άμεσο ανταγωνισμό της εκκλησίας, των media, καθώς και συγκεκριμένων πρωτοβουλιών από κάποιους δημάρχους όσον αφορά την “ανακούφιση όσων χτυπήθηκαν από την κρίση”- αποδείχτηκε ως το γεγονός που πυροδότησε τη σταδιακή παρακμή του κινήματος των πλατειών. επειδή η προαναφερθείσα αντίφαση δεν μπορούσε να βρει χώρο να κινηθεί. Μόνο πολιτικά κόμματα μπορούν να ισχυριστούν ότι καλύπτουν τις ανάγκες των πάντων. Γι’αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού απέτυχε να φτιάξει τις δικές του συνελεύσεις γειτονιών, επέλεξε να στηρίξει κοινωνικά παντοπωλεία, που πουλούσαν αγροτικά προϊόντα χωρίς μεσάζοντες πριν παρέμβει άμεσα στην υποστήριξη συσσιτίων για τους ανέργους. Τον Σεπτέμβρη του 2011, αμέσως μετά την ανάδυση του κινήματος των αγανακτισμένων στην Ελλάδα, το ίδιο το κράτος που κατηγορείτο για βαριά καταστολή πέρασε το νόμο 4019/2011 εισάγοντας τη βάση της νομοθεσίας σχετικά με την κοινωνική οικονομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα. το απαραίτητο πλαίσιο για τη νομική διαχείριση όλων των αυτοοργανωμένων δραστηριοτήτων. Αυτό το μακρόπνοο σχέδιο αντιμετώπισης των νεοαναδυόμενων κινημάτων, όσο κι αν περιορίστηκε η εφαρμογή του, αναμένεται να επεκταθεί από την παρούσα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ώστε να αντιμετωπιστεί η συνέχιση των μέτρων λιτότητας μετά τη πρόσφατη προσωρινή συμφωνία με την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ τον Φλεβάρη του 2015. Και φυσικά, όλοι οι άκριτοι υποστηρικτές της “υπαρκτής αυτοδιαχείρισης” από όλο το αριστερό πολιτικό φάσμα, συμπεριλαμβανομένων των αναρχικών -αυτοί οι ίδιοι που μερικά χρόνια πριν οργάνωναν ολόκληρα εναλλακτικά φεστιβάλ για “την αλληλέγγυα και συνεργατική οικονομία”- παρέλειψαν εκείνη την περίοδο να γιορτάσουν την ψήφιση αυτού του νόμου ως μια επιτυχία του κινήματος της αυτοοργάνωσης. για τις θεωρίες που εξαίρουν την αυτοδιαχείριση ως την προτιμότερη οδό προς την επανάσταση, είναι αναγκαίο να θεωρούν το χρήμα και το κράτος ως αντικείμενα κι όχι ως τρόπους συσχέτισης των ανθρώπων μεταξύ τους, ως μορφές κοινωνικοποίησης.

 

20.

 

Στις 29 Μάη 2011, και ταυτόχρονα με μία από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις μπροστά από το ελληνικό κοινοβούλιο, ένα άλλο ρατσιστικό πογκρόμ ενάντια σε μετανάστες λάμβανε χώρα λιγότερο από ένα χιλιόμετρο μακριά, γύρω από την πλατεία Ομονοίας. Οι ναζί της Χρυσής Αυγής, πολιτικά αποκλεισμένοι από την αγανακτισμένη δημοκρατία, πέρασαν μέσα από της αστυνομικές γραμμές κι έκαναν ακόμη μία προσπάθεια να επιβάλλουν την ατζέντα τους σχετικά με το μέλλον του κέντρου της Αθήνας και ακόμη παραπέρα. Αν υπάρχει ένας σοβαρός λόγος για τον οποίο το κίνημα των πλατειών δεν μπορεί να θεωρείται πως αποτελεί κομμάτι της κληρονομιάς της εξέγερσης του Δεκέμβρη είναι πως με κανέναν τρόπο δεν επέτρεψε στους κοινωνικά αποκλεισμένους, κυρίως μετανάστες, να ενσωματωθούν σε αυτό -πέρα από το να πουλάνε νερό, καπέλα και πράσινα laser. Περιττό, πιθανόν, να πούμε πως οι αποκλεισμοί ποτέ δεν αποτέλεσαν εμπόδιο στις δημοκρατικές διαδικασίες, όσο “επαναστατικές” κι αν ισχυρίστηκαν πως είναι.

 

21.

 

Η κριτική που ασκήθηκε στο κίνημα των αγανακτισμένων ότι υπήρξε ουσιώδης έκφραση της τρέχουσας εθνικής ενότητας συνήθως συνήθως παραλείπει να καταδείξει τις συγκεκριμένες πτυχές του κινήματος που υποδεικνύουν κάτι τέτοιο. ο απλός εντοπισμός και η καταμέτρηση ελληνικών σημαιών μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή δεν αποτελεί κάτι παραπάνω από ένα παιχνίδι για βαριεστημένους πολιτικάντηδες. Αυτό που χρειάζεται να εξηγηθεί είναι γιατί η πλατεία Συντάγματος έπρεπε να διαχωριστεί σε πάνω και κάτω πλατεία. μια πόλωση που υπερβαίνει τη διάκριση δεξιάς-αριστεράς που προαναφέρθηκε. Διαιρεμένη με αυτό τον τρόπο και ειδωμένη στο σύνολό της, η πλατεία Συντάγματος προσπάθησε προσωρινά να αποτελέσει τη μεσολάβηση όλων των μεσολάβησεων, δηλαδή ένα κράτος σε φευγαλέα μορφή. με την έννοια πως αποκάλυψε την κρυμμένη πόλωση, τον κρυμμένο οργανωτικό πυρήνα όλων των μεσολάβησεων που είχαν καταρρεύσει εκείνη την περίοδο. Μιλώντας συγκεκριμένα, είναι η απόλυτη κατάρρευση του παλιού δημοκρατικού κόμματος του ΠΑΣΟΚ που ενεργοποίησε τη μαζική παρουσία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στους δρόμους σε διάφορες περιστάσεις και για μεγάλο χρονικό διάστημα. και που συνεπώς συνοψίζει καλύτερα την προαναφερθείσα πόλωση: αναγνώριση της ταυτότητας της ντόπιας εργατικής τάξης εντός του κράτους και από το κράτος σημαίνει να είσαι ταυτόχρονα και υπέρ του εθνικισμού και υπέρ του σοσιαλισμού. Η κρίση επιτάχυνε την διαδικασία κατακερματισμού της εργατικής τάξης που λαμβάνει χώρα εδώ και δεκαετίες και με αυτό τον τρόπο ώθησε τους εξατομικευμένους εργάτες, και τις πολιτικές μεσολαβήσεις που ισχυρίζονται πως αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα του λαού εν γένει, να αναπαραχθούν στην πλατεία Συντάγματος. Γι’αυτό και η νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είναι μόνο αυτή που σχηματίστηκε από τα κόμματα που επωφελήθηκαν περισσότερο απο το κίνημα της πλατείας Συντάγματος, αλλά και η κυβέρνηση που αυτή τη στιγμή εξισορροπεί ανάμεσα σε κράτος και κοινωνία, κράτος και κίνημα, επειδή ως ενότητα δεν μπορεί να μιλήσει πολιτικά με άλλον τρόπο.

 

22.

 

“Η Ελλάδα είναι η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας και παράνομης μετανάστευσης… υπάρχουν τόσοι άνεργοι όσοι παράνομοι μετανάστες κι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί”.

Αντώνης Σαμαράς, πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας

κατά την επίσκεψη του στη Μάλτα, 21.10.2013

 

Προς το παρόν, το ελληνικό κράτος έχει παγιδευτεί σε μια θεμελιωδη αντίφαση: ενώ κατά τις περασμένες δεκαετίες έχει συγκροτηθεί στη βάση της “εξαγωγής αντιφάσεων”. Δηλαδή, όταν ο προλεταριακός πληθυσμός που οριοθετείτο από τα σύνορα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού ήταν περισσότερο από τον αναγκαίο ή πολύ “ανήσυχος” για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της καπιταλιστικής συσσώρευσης, η μετανάστευση αποτέλεσε πάντα έναν βασικό μηχανισμό εξασθένησης της ταξικής πάλης μέσω της αποσύνδεσης σημαντικών κομματιών του πληθυσμού μεταξύ τους. Σήμερα, αυτή η λύση δεν μπορεί να επιλεχθεί όχι μόνο επειδή, λόγω της παγκόσμιας ύφεσης παρέχεται μια διέξοδος στις ξένες αγορές εργασίας αποκλειστικά σε ένα μικρό κομμάτι της ντόπιας ειδικευμένης εργατικής τάξης, αλλά επίσης επειδή η χρόνια εκμετάλλευση αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων, αν όχι μερικών εκατομμυρίων, “ανειδίκευτων” μεταναστών εργάτων είναι βαθιά ριζωμένη στον κύκλο αξιοποίησης πάρα πολλών μικρών και μεσαίων κεφαλαίων. κι ως αποτέλεσμα, κανείς δεν μπορεί να θέσει σοβαρά το ζήτημα μαζικών απελάσεων των “παράνομων μεταναστών”. Ούτε καν ο πρώην πρωθυπουργός. Αν κανείς προσθέσει σε αυτή τη δομική αδυναμία του ελληνικού κράτους την τεράστια αύξηση των αιτημάτων, που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για περισσότερο “αποτελεσματική” συνοριακή αστυνόμευση -ειδικές υπηρεσίες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για τις οποίες το ελληνικό κράτος έχει λάβει πολλά χρήματα- λόγω του πολέμου στη Συρία και τις γενικευμένες αναταραχές στη βόρεια Αφρική μετά την αραβική άνοιξη, τότε ίσως γίνεται πιο καθαρό γιατί η θέση της Ελλάδας εντός του ευρωπαϊκού καταμερισμού της εργασίας δε θα αλλάξει δραστικά και μόνο μια ακραία κατάσταση θα οδηγήσει στο πολυσυζητημένο εικαζόμενο Grexit. Για να εφαρμοστεί μια συνεκτική στρατηγική καπιταλιστικής συσσώρευσης, ένα κράτος πρέπει πρώτα να καθορίσει το προφίλ του εργαζόμενου πληθυσμού, της μεγαλύτερης από όλες τις παραγωγικές δυνάμεις, εντός του κοινωνικού σχηματισμού που τελεί υπό την κυριαρχία του. Είναι σημαντικό το ελληνικό κράτος να μην εγκαταλείψει τη θεμελιώδη λειτουργία της αστυνόμευσης των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανεξαρτήτως του πόσα πολλά χρόνια θα ασφυκτιά μια “σοβαρή” στρατηγική ενδογενούς καπιταλιστικής συσσώρευσης. Η σημασία αυτή τονίζεται αντιστρόφως από το γεγονός πως κανείς δεν την ανέφερε κατά τη διάρκεια του θεάτρου των πρόσφατων διαπραγματεύσεων στο Eurogroup.

 

23.

 

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα από ένα ναζιστικό κάθαρμα στο Κερατσίνι στις 17 Σεπτεμβρίου 2013 αποτέλεσε πραγματικό σημείο καμπής για τον τρόπο με τον οποίο το κράτος θα επαναπροσδιόριζε τον εσωτερικό εχθρό. Σύμφωνα με ορισμένες δημοσκοπήσεις εκείνης της περιόδου, η Χρυσή Αυγή -από το 2009, προωθημένη φουλ από τα mainstream media και την ενεργή υποστήριξη της αστυνομίας στον δρόμο προκειμένου να φέρει σε πέρας το “ανεπίσημο” κομμάτι της στρατηγικής της αντιεξέγερσης- επρόκειτο να κερδίσει διψήφιο ποσοστό των ψήφων: μια καθαρά ανοδική πορεία ύστερα από το σεβαστό 6,92% των εκλογών του Ιούνη 2012. τις ίδιες εκλογές όπου, ανάμεσα σε άλλους αγχωμένους αριστερούς, πολλοί αναρχικοί ανοιχτά υποστήριξαν και ψήφισαν τους “συντρόφους” του ΣΥΡΙΖΑ με τη δικαιολογία πως “κάποιος πρέπει να αντισταθμίσει την αυξανόμενη επιρροή της ΧΑ”. Ακόμα και το ενδεχόμενο κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ ΝΔ και μιας “σοβαρής” ΧΑ αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης σε συγκεκριμένους κύκλους υψηλά ιστάμενων Ελλήνων καπιταλιστών εκείνο το φθινόπωρο. Αλλά ξαφνικά τα πάντα άλλαξαν: η ηγετική ομάδα του ναζιστικού κόμματος μπήκε στη φυλακή, σταδιακά όλοι οι βουλευτές του ακολούθησαν την ίδια πορεία, οι επιδοτήσεις που λάμβανε από το κράτος κοπήκαν, πολλά κομματικά γραφεία έκλείσαν και τα περιουσιακά στοιχεία ορισμένων καπιταλιστών που το στήριζαν μπλοκαρίστηκαν. Σήμερα, αυτοί που είναι ακόμα ερωτευμένοι με την ΕΣΣΔ, το ΕΑΜ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τους σταλινιστές του ΚΚΕ της εποχής που υποτίθεται δημιουργούν ΤΗΝ ελληνική επαναστατική παράδοση –άσχετα με το αν αυτοαποκαλούνται αναρχικοί ή όχι- δεν αναγνωρίζουν στην πλήρη του έκταση το γεγονός πως κανένα πολιτικό κόμμα, οργάνωση ή χώρος δεν έχει υποστεί ποτέ τέτοιο επίπεδο καταστολής μετά τη χούντα των συνταγματαρχών.

 

24.

 

Καθώς το κράτος γινόταν αντιναζιστικό και στην πραγματικότητα ικανοποιούσε ένα κεντρικό αίτημα του αντιφασιστικού κινήματος των τελευταίων δύο χρόνων τουλάχιστον -το ίδιο κράτος υπό την κυριαρχία του οποίου είχαν πολλαπλασιαστεί τα στρατόπεδα κράτησης για τους “παράνομους” μετανάστες, μετανάστες συλλαμβάνονταν και δέρνονταν για πλάκα στο κέντρο της Αθήνας, οροθετικές σεξεργάτριες και αναρχικές-αντιεξουσιαστικές καταλήψεις είχαν διαπομπευτεί στα media ως “υγειονομική βόμβα” και “κέντρα ανομίας” αντιστοίχως, και Ρομά είχαν υποστεί μια σειρά από κτηνώδεις αστυνομικές εισβολές στους καταυλισμούς τους – η συνήθης συζήτηση της δεκαετίας του ’80 περί “ενσωμάτωσης”, “αφομοίωσης” κλπ απλά δεν έλαβε χώρα. Με το κοινωνικό χαλί να τραβιέται κάτω από τα πόδια σου, η τότε πραγματικά ισχυρή αίσθηση πως ένα άλλο κοινωνικό πεδίο δράσης ήδη αφηνόταν να ρυθμιστεί από το νόμο σύντομα αντικαταστάθηκε από το τακτικό συμπέρασμα πως θα μπορούσε να θεωρηθεί ως “νίκη του κινήματος” όταν το κράτος δρα εκ μέρους σου. αυτός είναι ο λόγος που καμιά πραγματική συνάντηση δεν παράχθηκε ανάμεσα στο αντιφασιστικό κίνημα και τους έντονους αγώνες ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας που ξεκίνησαν μετανάστες στη Μανωλάδα, στην Αμυγδαλέζα και στη Σκάλα Λακωνίας. Αυτό το εξωστρεφές αίσθημα πως “το κράτος μπορεί να γίνει δικό μας” και την ίδια στιγμή η ειλικρινής γονυκλισία μπροστά στη στρατηγική σύνδεση του αντιφασισμού με τις επαναστατικές τακτικές της αριστεράς, ο μόνος ιστορικά συνεπής, αποτέλεσαν ένα σημαντικό μονοπάτι για την νομιμοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ ως το νέο Λαϊκό Μέτωπο παρόλο το γεγονός πως τα μέλη του ποτέ του δεν έχουν αντιμετωπίσει φασίστες στους δρόμους. Όταν στις 31 Γενάρη 2015 πραγματοποιήθηκε η πρώτη διαδήλωση μετά τις εκλογές στο κέντρο της Αθήνας, οργανωμένη από μερικές αναρχικές και μερικές κομμουνιστικές ομάδες με την αντιφασιστική πρόθεση να μπλοκάρουν την ετήσια συγκέντρωση των ναζι της ΧΑ, δεν αποτέλεσε έκπληξη που η παρουσία της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ ήταν παραπάνω από ανεκτή, ως εκ τούτου αποδεχόμενοι πως το κράτος μπορούσε να είναι παρών και στις δύο πλευρές του οδοφράγματος.

 

25.

 

Βήμα-βήμα, η ΧΑ προώθησε την πολιτική της ατζέντα και επιβεβαίωσε τον εαυτό της τόσο στο επίπεδο του δρόμου όσο και στο κοινοβουλεύτικο επίπεδο. και, με την αναμφισβήτη στήριξη από τους μπάτσους, αμφισβήτησε τη σύνδεση που ποτέ κανείς δεν παραδέχτηκε –η οποία στις Σκουριές για παράδειγμα άγγιξε το επίπεδο του αντικειμενικού συνασπισμού- ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρος ως αντίστοιχα το κοινοβουλεύτικο και το δρομίσιο τμήμα “ενός” ενιαίου κόμματος. Όμως δε συνιστά σύμπτωση το γεγονός ότι το κράτος αποφάσισε να την μεταχειριστεί ως εγκληματική οργάνωση μόνο όταν έγινε παράγοντας αποσταθεροποίησης που οι δημοκρατικές δυνάμεις έπρεπε να αντιμετωπίσουν ώστε να εξαλειφθεί κάθε εμπόδιο στην καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Κοιτώντας αναδρομικά, η ΧΑ είχε συνεισφέρει στην αύξηση της κοινωνικής έντασης χωρίς κάποια συγκεκριμένη χρησιμότητα για το κυβερνόν καθεστώς: χρειάζεται απλώς να θυμηθούμε των πόλεμο ανακοινώσεων ανάμεσα στο ναζιστικό κόμμα και τους συνδέσμους της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ, δύο από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες, ύστερα από κάποιες αντιναζιστικές επιθέσεις. Αλλά το ίδιο το γεγονός πως μετά τη δολοφονία του Φύσσα οι ναζί έκαναν δημόσιο πως ένας βίαιος εμφύλιος πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη, ειδικά μετά τον θάνατο ενός νεαρού προλετάριου στο Περιστέρι ύστερα από συμπλοκή με ελεγκτή εισιτηρίων μερικές εβδομάδες νωρίτερα, αρκεί για το κράτος για να επιτεθεί στον πρώην συνεργάτη του.

 

26.

 

Ο αντιναζισμός έγινε η κυρίαρχη κρατική ιδεολογία όχι απλά επειδή ένα σημαντικό κομμάτι των ψηφοφόρων πρέπει να αποθαρρυνθεί να ξαναψηφίσει τους ναζί: κάθε πολιτικός παράγοντας που ισχυρίζεται πως είναι γνησιότερος εκπρόσωπος του εθνικού αισθήματος -και με αυτό τον τρόπο να αμφισβητήσει το μονοπώλιο του ορισμού του έθνους, δηλαδή του λαού, από το κράτος- υπονομεύει τον ίδιο τον ορισμό του έθνους-κράτους και δείχνει την τρέχουσα αποεθνικοποίηση του κράτους στην εποχή της κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου. Και, ως συνέπεια, βλάπτει την ικανότητα της κυβέρνησης να κινητοποιεί τον πληθυσμό στο όνομα του εθνικού συμφέροντος. Η διαχείριση του κινήματος PEGIDA στη Γερμανία και η διαδήλωση για το Charlie στα Ηλίσια Πεδία, και τα δύο έδειξαν προς το ίδιο διακύβευμα: το κράτος χρειάζεται να προωθεί την ιδεολογία της ανοχής, του πολυπολιτισμού, των δικαιωμάτων για τον σκοπό της διαφύλαξης της κοινωνικής συνοχής από απρόβλεπτες κινητοποιήσεις βάσης εμπνευσμένες από την δεξιά πτέρυγα του πολιτικού φάσματος. πως η μόνη έγκυρη ερμηνεία του εθνικού συμφέροντος είναι το συμφέρον του καπιταλιστικού καθεστώτος της συσσώρευσης. Όταν οι περισσότεροι από τους μικρότερους καπιταλιστές, μαζί με ευρεία τμήματα της μεσαίας τάξης και φυσικά σημαντικά κομμάτια της εργατικής τάξης, είναι ανίκανα να ενεργοποιήσουν τις προϋποθέσεις του νέου καθεστώτος καπιταλιστικής συσσώρευσης το οποίο θα περιλαμβάνει ατομικά κεφάλαια, προσδοκίες κοινωνικής ανέλιξης και προσδοκίες μιας καλύτερης ζωής -όλα αυτά πακεταρισμένα μαζί σε ένα διαταξικό μπλοκ- και το κράτος θεωρείται πως ευθυγραμμίζεται με συγκεκριμένα συμφέροντα, τότε η κοινωνία των πολιτών αυτονομείται. ελλείψει επαναστατικής διαδικασίας, προκύπτει η αναγκαιότητα ανάδυσης κοινωνικών κινημάτων που τείνουν να αναπαράγουν τους δεσμούς μεταξύ κράτους και κοινωνίας των πολιτών. κινήματα τα οποία είναι τα ίδια κράτος και κοινωνία των πολιτών μαζί. Αυτός είναι ο λόγος που η πιθανή συμμετοχή του ακροδεξιού, ανοιχτά ρατσιστικού και ομοφοβικού κόμματος των ΑΝΕΛ σε μια μελλοντική κυβέρνηση υπό την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ είχε ανακοινωθεί σχεδόν ένα χρόνο νωρίτερα και δε συνιστά μαϊντανό ή έναν “αναπόφευκτο συμβιβασμό” της τελευταίας στιγμής ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση με κάθε κόστος. Οι καιροί αλλάζουνε: το 2007, ένας αναρχικός, περισσότερο πολιτικοποιημένος και λιγότερο επισφαλής εργάτης, ντυμένος με κουστούμι μπορούσε πολύ εύκολα να ξεγελάσει τους προσωπικούς φρουρούς ασφαλείας και να δείρει τον μελλοντικό πρόεδρο των ΑΝΕΛ με το πρόσχημα πως είναι η προσωποποίηση της ακροδεξιάς και του ίδιου του βαθέους κράτους -ας μην ξεχνάμε πως ο Καμμένος ήταν άμεσα εμπλεκόμενος στη μυστική μεταφορά του Οτσαλάν στην Κένυα πριν το ελληνικό κράτος τον παραδώσει στις τούρκικες μυστικές υπηρεσίες. το 2015, ένας αναρχικός, περισσότερο επισφαλής εργαζόμενος και λιγότερο πολιτικοποιημένος, μπόρεσε να επιλέξει τον “ρεαλισμό” και, ύστερα από μερικά χρόνια ύφεσης και της αδάμαστης πίεσης της επιβίωσης, να ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ προσδοκώντας μια μικρή βελτίωση του/της ζωής του σηκώνοντας τους ώμους σχετικά με την παρουσία του Καμμένου στην κυβέρνηση.

 

27.

 

Το 2012, κατά την εννιάμηνη απεργία με παράλληλο αποκλεισμό του εργοστασίου της Ελληνικής Χαλυβουργίας στην Αθήνα, κανένας υπουργός δεν ασχολήθηκε να επισκεφτεί τους απεργούς πριν στείλει τις αστυνομικές δυνάμεις. αντιθέτως, το 2013, ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης ταξίδεψε άμεσα στην Μανωλάδα να μιλήσεις στους μετανάστες εργάτες γης που απεργούσαν στα φραουλοχώραφα -αφήνοντας στην άκρη το γεγονός πως τα μισθολογικά αιτήματα δεν ικανοποιήθηκαν σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις. Σε μια άβολη αναλογία για το διεθνές fan club των Βαρουφάκη, Τσίπρα και της παρέας τους, ο υποστηριζόμενος από τον ΣΥΡΙΖΑ υπουργός Εργασίας ανέβαλε μέχρι τα τέλη του 2016 την εκπλήρωση της υπόσχεσης που δώθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας περί αύξηση του μισθού στα 751 ευρώ συζητώντας αποκλειστικά με την οργάνωση των μικροαφεντικών. μερικές μέρες νωρίτερα, ο καινούριος, υποστηριζόμενος από τον ΣΥΡΙΖΑ, υπουργός Δικαιοσύνης άμεσα επισκέφθηκε το στρατόπεδο κράτησης στην Αμυγδαλέζα, όπου μετανάστες είχαν βάλει φωτιά σε κάποια κοντέινερς όταν ένας από αυτούς αυτοκτόνησε. Η μη συστημικότητα της μισθολογικής διεκδίκησης χρείαζεται να βρει της έκφρασή της στη μορφή του κράτους, σε αυτή τη περίπτωση συνοδευόμενη από τον ανελαστικό χαρακτήρα της αναδιάρθρωσης και της συνέχισης του δυαδικού κράτους.

 

28.

 

Κατά την απεργία πείνας του αναρχικού κρατούμενου Νίκου Ρωμανού ανάμεσα στα τέλη του Νοέμβρη 2014 και τις αρχές Δεκέμβρη 2014, πιθανώς η κυρίαρχη ατάκα ήταν πως στον Ρωμανό έπρεπε να δωθούν οι άδειες για εκπαιδευτικούς λόγους επειδή “χρειάζεται ανάσες ελευθερίας”. Κατά τη διάρκεια των φιλοκυβερνητικών συγκέντρωσεων μπροστά από το κοινοβούλιο στις 15 Φλεβάρη 2015, όπως και καθόλη τη διάρκεια των εβδομάδων που το θέατρο των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ λάμβανε χώρα, το κεντρικό σύνθημα ήταν ότι “ο ελληνικός λαός χρείαζεται μια ανάσα αξιοπρέπειας”. Δεν πρέπει απλά να γελάμε με την ετοιμότητα του γραφείου προπαγάνδας της κυβέρνησης στην υιοθέτηση κάθε διαθέσιμου συμβολικού μηνύματος. η ενσωμάτωση στην επικοινωνιακή σου στρατηγική σημαινόντων από κάθε χρησιμοποιήσιμη κυκλοφορία ιδεών, αισθημάτων, παθών κλπ δεν αποτελεί ένδειξη πολιτικής δύναμης, αλλά κοινωνικής αδυναμίας. Σήμερα ήταν οι αναρχικοί, αλλά αύριο; Η πρόκληση πανικού στο χρηματιστήριο Αθηνών, ο δείκτης του οποίου συνέχιζε να ανεβαίνει για δύο συνεχόμενες μέρες μετά τις εκλογές της 25 Γενάρη 2015 πριν μειωθεί λίγο την τρίτη μέρα και, υποθέτουμε, μόνο ύστερα από τις σκληρές ανακοινώσεις ενάντια στην τρόικα και τη Γερμανία από συγκεκριμένα μεγαλοστελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι τακτική που μπορεί πραγματικά να έχει μεσοπρόθεσμη χρησιμότητα: η εμφάνιση του χρηματικού κεφαλαίου με τη μορφή τη πίστωσης δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να παρέχει στον εαυτό του συγκεκριμένους μηχανισμούς ακριβής αξιολόγησης της αστάθειας και του ρίσκου συγκεκριμένων κοινωνικών καταστάσεων. και, περαιτέρω, σίγουρα δεν του λείπει η συμπαγής κοινωνικής υποστήριξη. Αλλά ο κύβος ερρίφθη: για τη νέα κυβέρνηση υπό την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πολύ δύσκολο να αποσαγηνεύσει τη μάζα των αντιμνημονιακών ψηφοφόρων της πουλώντας τους τα αποτελέσματα της παρούσας διαπραγμάτευσης, κόβωντας έτσι τόσο γρήγορα τα σχοινιά του κοινωνικού ανελκυστήρα ο οποίος τον σήκωσε στα σαλόνια της παγκόσμιας καπιταλιστικής διαχείρισης. Το παιχνίδι με την διαλεκτική του κινήματος δεν υπήρξε ποτέ ακίνδυνο.

 

29.

 

La formation des deux faces d’une médaille – d’une part le régime du refus de droits à l’égard de certains réfugiés, d’autre part la nouvelle alliance au niveau de l’Etat et de la société – fait penser à l’évolution qui a conduit à „ l’Etat double “. C’est par ce terme qu’Ernst Fraenkel a caractérisé en 1941 la division de l’Allemagne – au début des années 30 – en un „Etat des mesures d’urgence“ (« Maßnahmenstaat ») et un „Etat des normes“ (« Normenstaat »). „L’Etat des mesures d’urgence“, Fraenkel l’a vu se constituer dans les décrets d’urgence, dans le recours renforcé à la „détention préventive“, dans les mesures arbitraires, à base politique, contre les opposants et les émigrés juifs venus de l’Est. En accentuant „l’Etat des mesures d’urgence“, le national-socialisme a, aux yeux de Fraenkel, adopté la voie de l’arbitraire et de la radicalisation. „L’Etat des normes“, en revanche, était, selon Fraenkel, le visage que le national-socialisme naissant montrait à la population non persécutée. Vis-à-vis de cette partie de la population, l’Etat de droit avait fait place à la garantie de la normalité, garantie permettant à la société, au travail et à la sécurité sociale de fonctionner comme auparavant. „L’Etat des mesures d’urgence“ et „l’Etat des normes“ auraient, selon Fraenkel, évolué en symbiose.

Helmut Dietrich, Le territoire de l’action humanitaire.

La frontière extérieure de l’espace Schengen

 

Είναι σημαντικό να υπενθυμίσουμε πως σχεδόν όλα τα κόμματα που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στήριξαν τα διαδοχικά μνημόνια που επιβλήθηκαν από τη διεθνή του κεφαλαίου αντιμετώπισαν την καταστροφή: το παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα του ΠΑΣΟΚ ήταν το πρώτο που υπέστη σχεδόν πλήρη διάλυση. η ΝΔ ακόμα κρατάει ένα σεβαστό σκληρό πυρήνα ψηφοφόρων, αλλά έχει ξεκάθαρα μειωθεί σε μέγεθος και κοινωνική επιρρόη καθώς η εκλογική της βάση είναι η πιο ηλικιωμένη όλων. το ακροδεξιό ΛΑΟΣ εξαφανίστηκε από τον πολιτικό χάρτη μαζί με την κεντροαριστερή ΔΗΜΑΡ η οποία τόλμησε να πάρει τη θέση του ΛΑΟΣ στη κυβέρνηση συνεργασίας των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μετά τις εκλογές του Ιούνη 2012 κι αποχώρησε ύστερα από μερικούς μήνες. Είναι θεμιτό να αμφισβητήσουμε την ικανότητα και των δύο παρόντων κυβερνητικών κομμάτων να αντισταθούν στη κοινωνική πίεση σε μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο επίπεδο, ειδικά μετά την αποτυχία του θεάτρου για πολλαπλούς ρόλους που έλαβε χώρα στις Βρυξέλες, καθώς κανένα από τα δύο δεν μπορεί νηφάλια να ισχυριστεί ότι μπορεί να διαχειριστεί και να απορροφήσει την κοινωνική αντίδραση στα επερχόμενα μέτρα λιτότητας. ειδικά τώρα που η πλήρης αξιολόγηση των προηγούμενων μνημονιακών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της αναγκαιότητας της αναδιάρθρωσης του ίδιου του κρατικού μηχανισμού, βρίσκεται προ των πυλών. Οι “αναρχικοί ενάντια στην ΕΕ” και οι τροτσκιστές του ΕΕΚ, που και οι δύο παραστάθηκαν για πρώτη φορά στις αντιμερκελικές φυλοκυβερνητικές συγκέντρωσεις στην πλατεία Συντάγματος στις 15 Φλεβάρη, μαζί με τους αριστερούς της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να έχουν κάτι παραπάνω από μια αίσθηση του χιούμορ ώστε πραγματικά να πιστεύουν πως θα μπορούσαν να ηγηθούν της κοινωνικής δυσαρέσκειας ενάντια στην παρούσα κυβέρνηση. η ψευδαίσθηση πως κανείς μπορεί πραγματικά να παίξει κατά βούληση με την υλική πραγματικότητα της εθνικής προτίμησης έχει αποδειχτεί πως είναι μεταδοτική σε ολόληρο το πολιτικό φάσμα και αιματηρά καταστροφικό στο τέλος. Αλλά ποιος άλλος μένει να ασχοληθεί με ένα πιθανότατα αποσαγηνεύμενου διαταξικού μπλοκ; Οι υποστηρικτές της προοπτικής μιας μελλοντικής παρέμβασης του στρατού πραγματικά υποτιμούν τόσο την κοινωνική αντοχή των νεοφιλελεύθερων επιταγών ύστερα από σχεδόν τέσσερις δεκαετίες ύπαρξης όσο και την κεντρικότητα της ταξικής σύνθεσης του προλεταριάτου, καθώς ασχολούνται με το ζήτημα της μορφής του κράτους εξαίρεσης. Στρατιωτικές χούντες έχουν επιβληθεί μόνο όπου η εργατική τάξη είναι περισσότερο ή λιγότερο εθνικά ομοιογενής και συνέδεσαν την επιβίωσή τους με την κλιμάκωση της οικονομικής ανάπτυξης. Αυτή ξεκάθαρα δεν είναι η περίπτωση της Ελλάδας όπου όχι μόνο είναι αδύνατο να εγκαθιδρυθεί μια αναπτυξιακή δικτατορία -η ακόμα μεγαλύτερη υποτίμηση της εργασιακής δύναμης για το ξεπέρασμα της κρίσης κερδοφορίας δεν απαιτεί την παρέκλιση από την κοινοβουλευτική δημοκρατία: η Βουλγαρία και τα Βαλκάνια είναι πολύ κοντά για να ξεχαστούν- αλλά επίσης περισσότερο από ένα εκατομμύριο μετανάστες είναι παρόν και υπάρχουν ισχυρά μαφιόζικα κυκλώματα που αποκτούν τεράστια κέρδη από το trafficking. Πιθανόν, η εσωτερική σταθερότητα των καπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών όπου επικρατούν νεοφιλελεύθερες επιταγές είναι, μεταξύ άλλων, περισσότερο εξαρτημένο από την ενδυνάμωση των διαιρέσεων εντός του πολυεθνικού προλεταριάτου παρά από την απλή ενοποίησή του υπό ένα δικτατορικό καθεστώς, το οποίο μπορεί να ρισκάρει να διαχειριστεί όλους τους εργάτες το ίδιο. Η πρόσφατη εκλογή του δεξιού χεριού ενός πολύ γνωστού μαφιόζου εφοπλιστή ως δημάρχου Πειραιά, του μεγαλύτερου ελληνικού λιμανιού, και η μερική ιδιωτικοποίηση της κρατικής εξουσίας που υπονοεί, ίσως προσφέρει μια πιο παραγωγική λύση στο πρόβλμα.

 

30.

 Δυστυχώς, είμαστε ακόμα προλετάριοι…

 

Αθήνα, 24/2/2015

Α.

 

 

[1] Πίσω στο 1989, όταν η εργατική τάξη ήταν ακόμα αναγνωρισμένη ως εταίρος εντός του κράτους, και γενικότερα εντός της σχέσης κεφάλαιο, και τα συνδικάτα και τα αριστερά κόμματα ακόμα διατηρούσαν μεγάλο μέρος της ιδεολογικής τους αύρας ως φορείς των εργατικών επαναστάσεων, ο νεοσυσταθείς συνασπισμός κομμάτων “Συνασπισμός” (του οποίου ένα από τα ιδρυτικά μέλη ήταν το τότε ΚΚΕ) αντιμετώπισε μια τεράστια εσωτερική πολιτική κρίση όταν συνεργάστηκε με τη δεξιά ΝΔ για να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας -η πρώτη “κυβέρνηση εθνικής ενότητας” ύστερα από την πτώση της χούντας το 1974 κι η πρώτη που περιλάμβανε αριστερό κόμμα- ωθώντας ένα μεγάλο μέρος των μελών του να αποχωρήσουν. Οι συνέπειες του διπολισμού ανάμεσα σε “αριστερά” και “δεξιά”, τόσο χαρακτηριστικού του ελληνικού πολιτικού περιβάλλοντος σε όλες τις διαστάσεις του, ήταν ακόμα ισχυρές. Τώρα, 26 χρόνια αργότερα, και με την προφανή υποχώρηση της εργατικής ταυτότητας, μοιάζει φυσιολογικό να στηρίζει κανείς μια αριστερή-ακροδεξιά κυβέρνηση. Κατά τη γνώμη μας, το μόνο ασφαλές μέτρο της ιστορικής απόστασης ανάμεσα σε αυτές τις δύο στιγμές είναι η εκτενής αναδιάρθρωση των παραγωγικών σχέσεων και η πολύ σημαντική αλλαγή της σύνθεσης της εργασιακής δύναμης έκτοτε.

[2] Όσοι θέλουν να μάθουν περισσότερα γι’αυτή τη συνέντευξη, η οποία δυστυχώς δεν μπορεί να αναπαραχθεί πλήρως εδώ, μπορούν να τη βρουν στο παρακάτω link: https://www.youtube.com/watch?v=I8V1-2hLFlc.

[3] Αυτό το σημείο είναι σημαντικό επειδή δίνει ένα άλλο νόημα στους αγώνες που μόνο τώρα έρχονται στο προσκήνιο, όσο αδύναμα κι αν συμβαίνει αυτό, και διεκδικούν κάτι από την κυβέρνηση. Η θεώρηση του ΣΥΡΙΖΑ ως νεοφιλελεύθερο κόμμα αποκλείει εξαρχής την πιθανότητα πως το κυβερνόν κόμμα θα μπορούσε να επιδιώξει την ενσωμάτωση/αφομοίωση των αγώνων ως κίνητρο για την ατζέντα μιας νεοδιορισθείσας κυβέρνησης παρόλο το αδύνατο ενός τέτοιου ενδεχόμενου. Η απόδειξη από τους πρώτους τέσσερις μήνες δείχνουν το αντίθετο: ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματικά προσπαθεί να καθιερώσει μια διαλεκτική ανάμεσα στο κόμμα και τα κινήματα, όσο κατακερματισμένα και εξατομικευμένα κι αν εμφανίζονται. το τελευταίο γεγονός αντανακλάτει στην ίδια τη δομή του ως κόμμα και στα στελέχη τα οποία επιλέγει για ευαίσθητες και χαρακτηριστικές κυβερνητικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένου του Woland. Για παράδειγμα, μετά τον θάνατο των τεσσάρων εργατών κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης στα “Ελληνικά Πετράλαια” μερικές εβδομάδες πριν -μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές εταιρείες η οποία αποτελεί συνιδιοκτησία του ελληνικού κράτους και του Λάτση, νούμερο 782 στη λιστα Forbes, και όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πρόσφατα αποκαταστήσει στενές σχέσεις με το συνδικάτο- ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο ανέχεται μερικές συμβολικές επιθέσεις αναρχικών στα κεντρικά γραφεία των ΕΛΠΕ, στην κατοικία του Λάτση και στο φιλανθρωπικό ίδρυμα του Λάτση, αλλά τα μέλη του με κομματικά πανό επισήμως συμμετείχαν στη διαδήλωση ενάντια στα ΕΛΠΕ στη Θεσσαλονίκη. Ένα από τα επιχειρήματα υπέρ της θεώρησης του ΣΥΡΙΖΑ ως νεοφιλελεύθερο κόμμα υπογραμμίζει το μείγμα τακτικών καταστολής και διαίρεσης που ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιεί από τη στιγμή που κατέλαβε κυβερνητικές θέσεις και την αναπόφευκτη ανάγκη να κατευθύνει κι ακόμα καταστρέψει κάθε κοινωνική αντίσταση στη λιτότητα ακόμα κι αν έρχεται από ισχυρά κατεστημένα συμφέροντα του μικροαστικού στρώματος ή/και της μεσαίας τάξης.

Η έλλειψη ενός μαζικού (εργατικού) υποκειμένου δε σημαίνει πως η προοπτική μιας καινούριας, όσο ασταθής κι είναι, κοινωνικής δημοκρατίας έχει γίνει παρωχημένη μια και για πάντα. Αλλά χρειάζεται να συνυπολογίσουμε πως το ζήτημα της περιφεριοποίησης διαπερνά και μετακινεί σε διαφορετικό επίπεδο τη διάκριση μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικής δημοκρατίας.

[4] Φυσικά, στην πολύ μεγάλη απεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ στην εργατική τάξη ειδικά μετά τις εκλογές του 2015, κανείς πρέπει να προσθέσει τη ψήφο των επίσης μεγάλων κομματιών της παραδοσιακής μικροαστικής τάξης και των αγροτών.

[5] Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να σημειώσουμε πως μερικοί σύντροφοι δεν πιστεύουν πραγματικά πως τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που πήραν μέρος στους αγώνες του 2010-2012 στ’ αλήθεια είχαν στο μυαλό τους πως η κατάκτηση κρατικής εξουσίας ήταν με οποιοδήποτε τρόπο επικείμενη. τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2012 ήταν απόλυτη έκπληξη γι’αυτούς. Παράλληλα, άλλοι σύντροφοι αρνούνται το γεγονός πως όσοι κατέβηκαν στους δρόμους την περίοδο 2010-2012 ψήφισαν μαζικά ΣΥΡΙΖΑ υπενθυμίζοντας το ιστορικό προηγούμενο του Μάη του ’68 στη Γαλλία όταν, αμέσως μετά το τεράστιο κύμα απεργιών, ο Ντε Γκωλ κέρδισε στις εκλογές.

[6] Για περισσότερα σχετικά, δες το παρακάτω link: http://www.pandiera.gr/%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81-%CE%AF%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B5%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE-%B5%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81%CE%AF%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%B5%CF%82

[7] Ακόμα και το σχήμα της “εποχής των ταραχών” δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί πλήρως μπροστά στην επανεμφάνιση των πρόσφατων ταραχών στις ΗΠΑ.

[8] Τα Παιδία Της Γαλαρίας είναι τυπικό παράδειγμα αυτού.

[9] Κάρολος Ιωσήφ Καβουλάκος, Προστασία και διεκδίκηση δημοσίων χώρων: Ένα κίνημα της πόλης στην Αθήνα του 21ου αιώνα, 2008.