Η μνήμη χρυσόψαρου και η ελληνική “νύχτα των μεγάλων μαχαιριών”

Αναδημοσίευση από πολυεργαλείο

Ο σύγχρονος φασισμός ορίζεται ως η εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης ακραία υποτίμηση της εργατικής δύναμης μέσω της υλικής, ψυχολογικής και βιολογικής εξολόθρευσης ενός μεγάλου κομματιού του πλεονάζοντος προλεταριακού πληθυσμού και της εκμαίευσης/εξαγοράς της συναίνεσης ενός μεγάλου κομματιού των (πρωην) μικροαστικών στρωμάτων στην ασκούμενη πολεμική πολιτική. Ο σύγχρονος φασισμός αποτελεί την ακραία μορφή της κεφαλαιοκρατικής σχέσης, που κυοφορείται μέσα από την αστική δημοκρατία ενάντια στην οργανωμένη άρνηση της εργατικής τάξης κι ορθώνεται οπότε πάνω σε 3 πυλώνες: Υπάρχει ο φασισμός του κράτους, του παρακράτους και της κοινωνίας.

Ο κρατικός φασισμός εξολοθρεύει συστηματικά τον μεταναστευτικό προλεταριακό πληθυσμό, μέσω της Frontex, του φράχτη στον Έβρο, των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Σφίγγει τον αστυνομικό/στρατιωτικό κλοιό γύρω από τον ντόπιο προλεταριακό πληθυσμό, αφού πρώτα έχει προχωρήσει σε σοκαριστική μισθολογική υποτίμηση του. Οικοδομεί μια νέου τύπου συναίνεση των νοικοκυραίων πάνω στην παραχώρηση προνομίων στη βάση της εθνικής ταυτότητας και των παραδοσιακών αξιών της (ιδιοκτησία, θρησκεία, οικογένεια, αντικομμουνισμός) και “πουλάει προστασία” στο μικρομεσαίο κεφάλαιο μέσω της υποτιμημένης “μαύρης” εργασίας και της αστυνομικής εξασφάλισης από την “προλεταριακή αταξία”. Μέσω των ΜΜΕ διαμορφώνει τη “μνήμη χρυσόψαρου” που επιζητά από τον πληθυσμό, ώστε να κατασκευάζει κατά το δοκούν την εθνική ενότητα. Όσο η συναίνεση εξασφαλίζεται μέσω των παραπάνω, διατηρεί την προηγούμενη φορεσιά των αστικοδημοκρατικών κοινοβουλευτικών μορφών, αυστηροποιώντας το θεσμικό πλαίσιο έτσι ώστε να εξοστρακίζεται ο ταξικός ανταγωνισμός και ταυτόχρονα ελαστικοποιώντας τις εκτροπές του, μονιμοποιώντας την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Τέλος, προνοεί για την περίπτωση που η συναίνεση καταρρεύσει και η εξουσία του απειληθεί από μια μαζική προλεταριακή ανταρσία, διατηρώντας σε εφεδρεία τους μηχανισμούς του παρακράτους και του στρατού.

Ο παρακρατικός φασισμός κάνει ως γνωστόν τη βρώμικη δουλειά που δεν αντιστοιχεί στους επίσημους κρατικούς φορείς. Στελεχώνεται από μπάτσους, στρατιωτικούς, δικαστικούς, εκαμίτες, πράκτορες που έχουν την ευελιξία και τους κατάλληλους συνδέσμους ώστε να επιτεθούν “νύχτα” στον εσωτερικό εχθρό. Χρηματοδοτούνται από βρώμικο χρήμα μεγαλοκαπιταλιστών και παρεκκκλησιαστικών οργανώσεων, ενώ συντηρούνται οικονομικά μέσω της “μαύρης οικονομίας”, μπραβιλικιών, πουλώντας προστασία σε μικροεμπόρους και λοιπά μαφιόζικα. Υπάρχουν παράλληλα με το ελληνικό κράτος κοντά έναν αιώνα, από τη στιγμή δηλαδή που συγκροτήθηκαν κι οι πρώτες κομμουνιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης. Μεγάλωσαν στον μεσοπόλεμο, έπαιξαν κομβικό ρόλο στην κατοχή και τον εμφύλιο ως “τάγματα ασφαλείας”, τιμήθηκαν γι’ αυτό μεταπολεμικά, μπήκαν σε εφεδρεία μεταπολιτευτικά και από το ’80 κι έπειτα χρησιμοποιούνταν κυρίως εναντίον της εξεγερμένης προλεταριακής νεολαίας ως “αγανακτισμένοι πολίτες” δίπλα στα ΜΑΤ. Στρατολογoύν στελέχη από τη βάση του κοινωνικού φασισμού, εξασφαλίζοντας τους οικονομικά. Κύριος φορέας λοιπόν εδώ και 30 χρόνια του παρακράτους αποτελεί η ναζιστική οργάνωση Χρυσή Αυγή του πράκτορα Μιχαλολιάκου.

Ο κοινωνικός φασισμός συγκροτείται από την επιθυμία των μικροαστικών (αυτοαπασχολούμενων/μισθωτών) στρωμάτων να διατηρήσουν τα οικονομικά τους προνόμια και την οικογενειακή τους ιδιοκτησία έναντι της “διπλής απειλής εξαφάνισης”, από το μονοπωλιακό κεφάλαιο και από την προλεταριακή ανταρσία. Στρέφονται ρητορικά έναντι του κράτους που υπερασπίζεται τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, ενώ στην πραγματικότητα επιζητούν μια νέου τύπου συμμαχία μαζί του ενάντια στο προλεταριάτο. Με αντάλλαγμα την οικονομική εξασφάλιση σε πελατειακές δομές και παντιέρα την εθνική ενότητα και τα συντηρητικά ιδεώδη είναι πρόθυμοι να πατήσουν επί των πτωμάτων όσων θα περισσέψουν από το στένεμα και το ξαναμοίρασμα της πίτας. Ο κοινωνικός φασισμός έχοντας ως διαχρονικό σύμβολο τον “κυρ Παντελή”, “κοιτούσε τη δουλειά” του επί χούντας, το ’74 έγινε “αντιφασίστας” που ψήφιζε Καραμανλή, το ’77 φώναζε η “Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες”, το ’81 στήριξε την “αλλαγή” και διόρισε το παιδί του στο δημόσιο, το ’90 ζητούσε “σύνορα με την Σερβία” και τα έσπαζε στα μπουζούκια, έζησε τη χρυσή του εποχή επί Σημίτη και την απογείωση του σε εκείνο το άθλιο καλοκαίρι του 2004, συνδέθηκε ψυχή και σώματι με ότι σκουπίδι έχει αναδείξει ο σύγχρονος τηλεοπτικός ελληνικός πολιτισμός. Τέλος, ο κοινωνικός φασισμός εισχωρεί και στις προλεταριακές συνοικίες μέσω της επιθυμίας για επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες του αίματος, της φυλής και της δύναμης που θα εξασφαλίσει τα πιο αρρενωπά μέλη της παρακμάζουσας εργατικής κοινότητας.

Το 2012 είχαμε την ανάδειξη του φασιστικού παρακράτους από τους υπονόμους του συστήματος σε διακριτή κοινοβουλευτική δύναμη. Αιτία ήταν η προλεταριακή αναστάτωση που είχε προηγηθεί από τον Δεκέμβρη του ’08 και τις πλατείες του ’11. Η αναβάθμιση του παρακράτους προωθήθηκε από το κράτος ως απάντηση στην κρίση συναίνεσης που είχαν δημιουργήσει αυτά τα μαζικά κινηματικά συμβάντα. Χρηματοδοτήθηκε από το εφοπλιστικό κεφάλαιο έτσι ώστε να αποτελέσει παραστρατιωτικό βραχίονα επίθεσης στις κατακτήσεις της οργανωμένης εργατικής τάξης. Στηρίχθηκε εκλογικά από τις μικροαστικές μάζες του κοινωνικού φασισμού που απέσυραν την υποστήριξη τους σε Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, ΛΑ.Ο.Σ. ενώ απενοχοποιήθηκε κοινωνικά από τη βιομηχανία του θεάματος. Μετατόπισε την πολιτική ατζέντα σε ακροδεξιά κατεύθυνση και βοήθησε στην υπουργοποιήση φασιστών όπως ο Βορίδης κι ο Άδωνις. Ψήφισε ότι νομοσχέδιο βοηθούσε τα σχέδια του μεγάλου κεφαλαίου. Αποτέλεσε το καταλληλότερο άλλοθι επίθεσης στο ανταγωνιστικό κίνημα μέσω της “θεωρίας των δύο άκρων”. Οργάνωσε τάγματα εφόδου εναντίον μεταναστών, συνεπικουρώντας τα φασιστικά πογκρόμ της ΕΛ.ΑΣ. και στράφηκε εναντίον συνδικαλιστικών και κινηματικών δομών. Δολοφόνησε μεγάλο αλλά άγνωστο αριθμό μεταναστών και τέλος τον αντιφασίστα ράπερ Παύλο Φύσσα.

 

Όλα τα παραπάνω είναι λίγο-πολύ γνωστά σε όσους/ες δεν έχουμε μνήμη χρυσόψαρου.

 

Αυτό που είναι αντικείμενο διερεύνησης είναι γιατί μετά την τελευταία δολοφονία, το κράτος επέλεξε να διαλύσει οργανωτικά τον παρακρατικό του βραχίονα. Η επίθεση του κράτους (η καρατόμηση βασικών συνδέσμων σε ΕΥΠ, ΕΛ.ΑΣ. και τ’ ότι τα δικαστικά στοιχεία συλλέγονταν πολύ πριν της δολοφονίας) θυμίζει ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ μαφιών. Φαίνεται ότι ο παρακρατικός φασισμός είχε τον τελευταίο χρόνο αποκτήσει μεγαλύτερο του ανεκτού βαθμό αυτονομίας από τους άμεσους εργοδότες του (το “βαθύ κράτος” της ΕΥΠ και της ΕΛ.ΑΣ.), αυτονομία που στηριζόταν στην χρηματοδότηση του από το εφοπλιστικό κεφάλαιο και στην πολιτική του συμμαχία με τη διάχυτη μάζα του κοινωνικού φασισμού.

 

Όσον αφορά το πρώτο, επαναλαμβάνω την εκτίμηση ότι εκτυλίσσεται στο παρασκήνιο μια σύγκρουση στρατηγικής στο εσωτερικό της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης. Το ότι αναγνωρίζουμε συγκρούσεις συμφερόντων στους Έλληνες μεγαλοαστούς σημαίνει καταρχήν ότι δεν αποδεχόμαστε τη συνωμοσιολογική ερμηνεία της ιστορίας, όπου όλα είναι προαποφασισμένα από λίγους στο σκοτάδι και εμείς προσπαθούμε να ανακαλύψουμε την κρυμμένη αλήθεια. Το ένα μπλοκ αποτελείται από τράπεζες, ιδιοκτήτες μίντια και γενικά τις δυνάμεις του κεφαλαίου που δεν μπορούν να φανταστούν την βιωσιμότητα της κερδοφορίας τους εκτός ευρωζώνης. Στο άλλο άκρο φαίνεται να βρίσκονται μερίδες του εφοπλιστικού κεφαλαίου που η κερδοφορία τους δεν εξαρτάται τόσο από το νόμισμα που χρησιμοποιείται στο ελληνικό κράτος (η αξιοποίηση του κεφαλαίου τους γίνεται σε μεγάλο βαθμό απεδαφικοποιημένα), όσο από τον βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης. Και όλα αυτά σε ένα γενικότερο πλαίσιο όπου πολλοί οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν νέα επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και η οικονομία των ΗΠΑ παραπαίει. Η διατήρηση της Ελλάδας στο υπάρχον καθεστώς δανεισμού είναι επισφαλής σε μια ευρωζώνη που θα αδυνατεί να σηκώσει την πτώχευση μεγαλύτερων χωρών, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Αυτή τη στιγμή όμως, η στρατηγική του αστικού μπλοκ όπως εκφράζεται από την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση Σαμαρά συνηγορεί στο “Ευρώ και Άγιος ο Θεός”. Της καρατόμησης της Χρυσής Αυγής είχε προηγηθεί η φυλάκιση του εφοπλιστή και συνιδιοκτήτη του Πρώτου Θέματος Β. Ρέστη τον Ιούλιο, όπου στα ψιλά είχε περάσει η είδηση ότι ο διοικητής του Τμήματος Ασφαλείας Νίκαιας, Δημήτρης Γιοβανίδης επιτέθηκε στη δικαστική έδρα με το άκουσμα της απόφασης. Ο ίδιος σύμφωνα με κατάθεση πρωήν μέλους των ναζί αποτελούσε τον βασικό αξιωματικό που τους κάλυπτε στις αγαθοεργίες τους εκεί κοντά στο λιμάνι. Επίσης τελευταία αγαθοεργία των βωθρολυμάτων στη Βουλή ήταν η υπερψήφιση της τροπολογίας που επέτρεπε το ξέπλυμα μαύρου χρήματος από εφοπλιστές, διάταξη που πήγε να περάσει στα μουλωχτά και τελικά αποσύρθηκε.

 

Δεν είμαστε προφήτες για να ξέρουμε αν η στρατηγική της πρόσδεσης στο άρμα του ευρώ είναι βιώσιμη για το αστικό μνημονιακό μπλοκ (έτσι κι αλλιώς το πρόβλημα της υποτίμησης μας ως εργατών δεν εξαρτάται από το νόμισμα που θα κυκλοφορεί…). Ξέρουμε όμως ότι συνεπάγεται μεγάλο πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, εφ’ όσον με τα περί πρωτογενούς πλεονάσματος (που από 2 και κάτι δις κατέληξε 80 ψωροεκατομμυριάκια) έχουν αρχίσει να γελάνε κι οι πέτρες και ένας νέος δανεισμός μαζί με ένα νέο μνημόνιο (ή ακόμα και κούρεμα καταθέσεων;), μαζί με περαιτέρω απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και κατασχέσεις σπιτιών καθίστανται μονόδρομος. Τα υλικά συμφέροντα της μικροαστικής βάσης της δεξιάς πολυκατοικίας σίγουρα δεν συνηγορούν υπέρ της μνημονιακής ασφυξίας γι’ αυτό και φούσκωναν τα δημοσκοπικά ποσοστά της φασιστικής υπόγας της Χρυσής Αυγής. Τα μόνα υλικά συμφέροντα που δύναται να συγκρατήσουν τα εκλογικά ποσοστά της ΝΔ είναι αυτά που προσδοκούν σε μια νέου τύπου συναίνεση μέσω της οικοδόμησης ενός εμφυλιοπολεμικού κράτους και της “παροχής προστασίας” προς την αντικομμουνιστική βάση. Το “ξεκαθάρισμα λογαριασμών” με τους αυτονομημένους -αλλά πάνω απ’ όλα χρήσιμους ηλίθιους– ναζί, μαζί με τον ταυτόχρονο προσεταιρισμό του κοινωνικού φασισμού της βάσης κωδικοποιείται και ως “θεωρία των άκρων”. Αν από την άλλη το μνημονιακό πλάνο αποτύχει (είτε λόγω έντασης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, είτε γιατί το ελλαδικό προλεταριάτο θα αντισταθεί στον εκφασισμό/θα μπλοκάρει την αναδιάρθρωση) θα έχει ως Plan b έτοιμο ένα φασιστικό “αντι”συστημικό πόλο από εφέδρους – εκαμιτες – δικαστικούς – δελτάδες – μπάτσους – μπράβους – μικροαστούς ελληνόψυχους ναζί που θα αναλάβει να μας πνίξει στο αίμα και να μας βάλει να “ανασυγκροτούμε τη χώρα” για τα συμφέροντα των εφοπλιστών και της κόσκο. Σε αυτή την περίπτωση δώστε ιδιαίτερη προσοχή και στην ταχύτητα με την οποία εκδόθηκε το πόρισμα πως ο Στρατός δεν έχει καμία –μα καμία- σχέση με την Χ.Α

 

 Και το ανταγωνιστικό/αντιφασιστικό κίνημα που βρίσκεται, βαράει κανά ρόλο, μέσα σε όλη αυτήν τη “νύχτα των μεγάλων μαχαιριών”; Ο γράφων δεν πιστεύει ούτε σε συνωμοσίες, ούτε στην τύχη. Αργά ή γρήγορα η δολοφονία κάποιου εξ’ ημών ήταν δεδομένη για ένα φασιστικό κράτος που είχε οπ-λύσει τα χέρια του φασιστικού παρακράτους και συνέλεγε στοιχεία για τις δολοφονίες μεταναστών που είχαν προηγηθεί. Πιθανότατα η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου να ήθελε να τεστάρει τις αντιδράσεις μας 5 χρόνια μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη, έχοντας αναβαθμίσει το κατασταλτικό know how και ποντάροντας στην απομόνωση μας μέσω της στρατηγικής της έντασης και της θεωρίας των δυο άκρων. Από την άλλη, ισχύει ότι “δεν γνωρίζει κανένας εάν θα μπορούσαν οι αντιδράσεις για την δολοφονία να μετατραπούν σε εξέγερση, ακριβώς γιατί κανένας πολιτικός χώρος και καμιά ομάδα ή συλλογικότητα δεν το επιδίωξε“. Αυτή η αίσθηση της τραγικής αμηχανίας που ακολούθησε το πρώτο βράδυ της σκληρής καταστολής των μεγάλων συγκρούσεων στην Αμφιάλη και σε πολλές πόλεις ανά την Ελλάδα, έδωσε τη θέση της σε μαζικές αντιφασιστικές πορείες στις γειτονιές της μητρόπολης και όπου βρίσκονταν ανά την Ελλάδα γραφεία των ναζί. Ήταν η επικύρωση ότι τα βωθρολύμματα είχαν “καεί” ως χαρτί αντιεξέγερσης του συστήματος εναντίον της προλεταριακής νεολαίας στους δρόμους που κινούμαστε. Είχαν προηγηθεί της δολοφονίας οι ήττες τους στους δρόμους της Πάτρας, του Αγρινίου, των Χανίων, του Βόλου, των Ιωαννίνων, των ανατολικών συνοικιών της Αθήνας, του Περιστερίου, της Τούμπας, η απομόνωση τους στα περισσότερα γήπεδα και σε πολλά σχολεία ανά την επικράτεια. Είχε προηγηθεί η ιδεολογική ηγεμονία των ριζοσπαστικών/αντιφασιστικών αντιλήψεων στη χιπ-χοπ μουσική που ακούει μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης νεολαίας της εργατικής τάξης.

 

Δεν μπορούμε να μιλάμε για νίκη από τη στιγμή που έχουμε απέναντι μας χρυσαυγίτες με στολές, υπάκουους στον μεγαλομαφιόζο Δένδια κι όχι στον μικρομαφιόζο Μιχαλολιάκο, έτοιμους να εντείνουν τη λυσσαλέα τους επίθεση ενάντια στις δομές μας και στους κοινωνικούς μας χώρους. Όπως και μια προσωρινά ακέφαλη βάση κοινωνικού φασισμού, που στις τελευταίες εκλογές μέτρησε 440.000 κεφάλια. Μπορούμε να υποσχεθούμε όμως σε κάθε φυρερίσκο του “συνταγματικού τόξου” και σε κάθε (κρυφο)φασίστα της γειτονιάς μας ότι με εμάς δεν θα ξεμπερδέψουν τόσο εύκολα.

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *