Daily Archives: September 7, 2013

Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός και η αυτοδιαχείριση ως ουτοπικός ορίζοντας της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης

Ο χρηµατοπιστωτικός καπιταλισµός και η αυτοδιαχείριση ως ουτοπικός ορίζοντας της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης

αναδημοσίευση από blaumachen

Το κεφάλαιο ως χρήµα και το χρήµα ως κεφάλαιο, ιστορία και φετιχισµός

 

Tο κεφάλαιο µε τη µορφή του χρήµατος συνδέεται µε τη µορφή της κεφαλαιακής σχέσης Χ-Ε-Χ΄, πρόκειται για το λεγόµενο χρηµατικό κεφάλαιο. Το Χ αυτής της σχέσης λειτουργεί ως χρήµα το οποίο µπαίνει στη διαδικασία παραγωγής και µετατρέπεται σε κεφάλαιο. Το χρήµα λειτουργεί απευθείας ως κεφάλαιο µέσω της µορφής Χ-Χ΄. Με την ιδιότητά του να λειτουργεί ως κεφάλαιο, το χρήµα γίνεται ένα sui generis εµπόρευµα, και µέσω αυτής της µετατροπής του σε εµπόρευµα, το χρήµα ως κεφάλαιο αποτελεί τη µετατροπή του ίδιου του κεφαλαίου,ως κεφαλαίου, σε εµπόρευµα. Αυτές οι δύο µορφές (Χ-Ε-Χ΄ και Χ-Χ΄) αποτελούν δύο διαφορετικούς τρόπους µορφοποίησης των εννοιών κεφάλαιο και χρήµα. Έχει σηµασία να εστιάσουµε στο ότι σε αυτές τις µορφές το χρήµα δεν λειτουργεί απλά σαν χρήµα –αν και εµφανίζεται να λειτουργεί απλά έτσι– αφού θέτει σε ενέργεια τη διαδικασία παραγωγής και πραγµατοποιεί την υπεραξία, στην πρώτη περίπτωση το γεγονός αυτό εµφανίζεται άµεσα, ενώ στη δεύτερη δεν εµφανίζεται άµεσα.

Το κρίσιµο στοιχείο εδώ είναι να έχουµε πάντα στο µυαλό µας ότι το κεφάλαιο είναι κοινωνική σχέση που µορφοποιεί συνολικά την κοινωνία. Η έννοια µε την οποία ο Μαρξ συµπύκνωσε αυτή τη µορφοποιητική λειτουργία της εκµετάλλευσης είναι ο ΚΤΠ. Η έννοια του τρόπου παραγωγής και ειδικότερα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (ΚΤΠ) δεν αποτελεί την έννοια ενός εµπειρικά δεδοµένου καπιταλισµού (π.χ. του καπιταλισµού της Αγγλίας του 1867) αλλά η θεωρητική της λειτουργία είναι να εντοπίζει την ειδοποιό διαφορά της συγκεκριµένης (καπιταλιστικής) ταξικής εκµετάλλευσης, τον πυρήνα των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων εκµετάλλευσης, ο οποίος διαφοροποιεί το συγκεκριµένο «τρόπο» εκµετάλλευσης από οποιονδήποτε άλλο. Ο ΚΤΠ δεν αναφέρεται µόνο στο επίπεδο της εκµετάλλευσης. Αναφέρεται και στον τρόπο µε τον οποίο µετασχηµατίζεται η υπεραξία σε πρόσθετο κεφάλαιο, δηλαδή έµµεσα αναφέρεται σε όλα τα επίπεδα της καπιταλιστικής κοινωνίας, σε όλες τις σχέσεις και τους ρόλους που απορρέουν από αυτές, ώστε να αναπαράγεται η καπιταλιστική κοινωνία.

Ο ΚΤΠ, όµως, ως έννοια, έχει το δικό του πεδίο όρασης· αναφέρεται στον πυρήνα της διαδικασίας µορφοποίησης της κοινωνίας, στην κυρίαρχη όψη της: στη διευρυµένη αναπαραγωγή των δύο απαραίτητων όρων για την αναπαραγωγή του συνόλου της κοινωνίας, του κεφαλαίου και της εργασίας. Κάθε καπιταλιστικός κοινωνικός σχηµατισµός όµως έχει και µια ιστορία. Ο ταξικός συσχετισµός των δυνάµεων, και γενικότερα οι κοινωνικοί ρόλοι που τον στηρίζουν και στηρίζονται σε αυτόν, υφίστανται σωρεία µετασχηµατισµών και µεταβολών, που όλες τους αποκρυσταλλώνονται σε µετασχηµατισµούς των µορφών µέσα από τις οποίες υλοποιείται η κυριαρχία του ΚΤΠ. Πρόκειται για µετασχηµατισµούς των ιστορικών όρων εµφάνισης των σχέσεων. Χωρίς την ανάλυση αυτών ακριβώς των ιστορικών αποτελεσµάτων και της δυναµικής της ταξικής πάλης, η οποιαδήποτε µελέτη της δοµής ενός τρόπου παραγωγής, είναι ελλειπής και, σε τελική ανάλυση, µεθοδολογικά λανθασµένη.

Η γενική αυτή ανάλυση εφαρµόζεται στο συγκεκριµένο θέµα που µας αφορά εδώ. Ονοµάζουµε τον σύγχρονο καπιταλισµό χρηµατοπιστωτικό γιατί ενώ η χρηµατοπιστωτική σφαίρα είναι «αναγκαία» για τη λειτουργία κάθε καπιταλισµού, άρα εντάσσεται στην έννοια του ΚΤΠ, στον σύγχρονο νεοφιλελεύθερο καπιταλισµό, έχει ποιοτικά διαφοροποιηµένο ρόλο συγκριτικά µε αυτόν που είχε στην περίοδο πριν την ανάδυσή του, π.χ. τη δεκαετία του 1950. Στην περίοδο του αναδιαρθρωµένου καπιταλισµού η µορφή Χ-Χ΄ παίζει πλέον ειδικό και πρωτεύοντα ρόλο στη µορφοποίηση της κοινωνίας από τη σχέση της εκµετάλλευσης. Όταν λέµε λοιπόν ότι το κεφάλαιο γίνεται εµπόρευµα εννοούµε ότι η κοινωνική σχέση κεφάλαιο γίνεται εµπόρευµα (sui generis) και λόγω του ρόλου αυτής της µορφής το µέλλον της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι αυτό που γίνεται εµπόρευµα.

Στο τοκοφόρο κεφάλαιο (Χ-Χ΄) φαίνεται η επιστροφή του σαν κεφάλαιο να εξαρτάται από την απλή συµφωνία ανάµεσα σε δανειστή και δανειζόµενο.1 Ο Μαρξ αποκαλεί τη µορφή Χ-Χ΄ «παράλογη», «φετιχιστική», «εξωτερική». Ο Μαρξ εδώ, όπως και στην ανάλυση του φετιχισµού του εµπορεύµατος, δεν εννοεί ότι η µορφή Χ-Χ΄ είναι «ψευδής». Δεν εννοεί ότι η µορφή αυτή αποτελεί µόνο µία µορφή που δεν έχει νόηµα ως µορφή, αλλά η «αλήθειά» της «κρύβεται» στην αναπτυγµένη έκφραση της Χ-[Χ-Ε-Χ΄]-Χ΄. Και εδώ, όπως σε όλες τις εκφάνσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας, ο φετιχισµός αντιστοιχεί σε µία αναγκαία, κοινωνικά έγκυρη οργάνωση της καθηµερινής λειτουργίας του κατόχου του κεφαλαίου αλλά και όλων των υπόλοιπων δρώντων παραγόντων που εµπλέκονται στην καθηµερινή αναπαραγωγή της καπιταλιστικής κοινωνίας. Όταν ο Μαρξ λέει «εξωτερική» µορφή δεν παραπέµπει σε µία επιφάνεια που πίσω της κρύβεται η ουσιαστική πραγµατικότητα αλλά σε µία οργάνωση του «εσωτερικού» έτσι ώστε το Χ-Χ΄ να αποτελεί όχι µόνο αποτέλεσµα της λειτουργίας και συγχρόνως «εµπράγµατη» µορφή του σκοπού της διαδικασίας Χ-Ε-Χ΄ αλλά ταυτόχρονα να αποτελεί όρο για την οµαλή λειτουργία του Χ-Ε-Χ΄.

Παρέκβαση σχετικά µε τη µέθοδο του Μαρξ

Η µέθοδος του Μαρξ δεν είναι αυτοανάπτυξη λογικών κατηγοριών. Η ανάπτυξη της έννοιας του χρήµατος από την αρχή του πρώτου τόµου έως το σηµείο που εµφανίζεται το χρήµα ως κεφάλαιο στον τρίτο τόµο (στο κεφάλαιο για το τοκοφόρο κεφάλαιο και στη συνέχεια) αποτελεί µία από τις κινήσεις που ως σύνολο συνθέτουν την εννοιολογική ανάπτυξη της ολότητας του ΚΤΠ. Η ανάπτυξη όλων των κατηγοριών γίνεται µε τη µέθοδο της διαλεκτικής, αλλά όχι στο κενό. Η ανάπτυξη γίνεται δεδοµένης της ύπαρξης και της ιστορίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και εµβαπτίζεται ως ανάπτυξη µέσα σε αυτήν την ιστορία. Η ιστορία (κυρίως ως ταξική πάλη) αποτελεί για τον Μαρξ απαραίτητο στοιχείο συγκρότησης του εννοιολογικού του συστήµατος συνολικά, δεν είναι απλώς ένα στοιχείο «χρήσιµο» ή «διευκρινιστικό». Δεν αποδεικνύει ο Μαρξ αυτά που λέει µε «εµπειρικά παραδείγµατα». Αντίθετα δοµεί τις έννοιές του στη βάση της ύπαρξης του εξωτερικού από το εννοιολογικό του σύστηµα «πραγµατικού», δηλαδή δεδοµένης της ανεξάρτητης από την οργανωµένη σκέψη ύπαρξης της πρώτης, θολής αναπαράστασης του χαοτικού συγκεκριµένου. Μόνο µέσα από τον συνεχή αναστοχασµό αυτής της ανεξάρτητης ύπαρξης του χαοτικού συγκεκριµένου και µέσα από την εύρεση και παρουσίαση της ειδικής αλληλεπίδρασής της µε κάθε έννοια που κατασκευάζεται, και µε κάθε µετάβαση από µια «απλή» έννοια σε µια «πιο πλούσια» έννοια, µόνο µε αυτή τη διπλή κίνηση αναπτύσσεται το οικοδόµηµα του πλούσιου συγκεκριµένου, δηλαδή το οικοδόµηµα της οργανωµένης σκέψης. Η ιστορική πρακτική είναι το στοιχείο που «εµπλουτίζει» την έννοια. Αυτός ο εµπλουτισµός γίνεται µε την τοποθέτηση της έννοιας στο ιστορικό της πλαίσιο, δηλαδή, µε την εµβάπτισή της στην ολότητα των σχέσεων που έχουν παραχθεί ιστορικά. Οι συνθήκες, η ιστορική πρακτική, είναι που καθιστούν αναγκαία τη µετάβαση στην πιο «πλούσια» έννοια και δείχνουν την κατεύθυνση αυτής της µετάβασης. Μόνο έτσι το χάος της πρώτης πρόσληψης και η πραγµατικά «ακατάστατη» εµφάνιση της πραγµατικότητας µπορεί να «τακτοποιηθεί» ως εννοιολογικό σύστηµα. Σύµφωνα µε αυτή την ανάγνωση της µέθοδου του Μαρξ, µόνο όταν (εκκινώντας από το χρήµα) φτάνουµε στo χρηµατοπιστωτικό σύστηµα (µία από τις κινήσεις της εννοιολογικής ανάπτυξης της ολότητας του ΚΤΠ) εµφανίζεται ρητά η ολοκληρωµένη µορφή (της έννοιας) του χρήµατος ως κεφάλαιο, Χ-Χ΄ όπου ήδη το Χ = Χ-Ε-Χ΄. Το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα υπάρχει ήδη όταν γράφει ο Μαρξ. Με τον ειδικό τρόπο που αναπτύσσει ο Μαρξ τις αρχικές «απλές» έννοιές του όταν ξεκινάει από την ανταλλαγή, αφήνει ανοικτή την ανάγκη της ύπαρξης των πιο «πλούσιων» εννοιών. Πρόκειται για µία κίνηση από τη µία έννοια στην άλλη που αναπτύσσει επαρκώς τις αρχικές έννοιες στη µετέπειτα πιο πλούσια µορφή τους. Το χρήµα, όταν ο Μαρξ έχει φτάσει στο «κατασκευαστικό» σηµείο που του επιτρέπει να µιλήσει για το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα, και λειτουργεί αλλά και εµφανίζεται να λειτουργεί πλέον ως κεφάλαιο. Εµφανίζεται δηλαδή σύµφωνα µε την έννοια του κεφαλαίου ως αυτοαξιοποιούµενη αξία. Αξίζει να παρατηρήσουµε ότι ο Μαρξ εµφανίζει για πρώτη φορά το χρήµα ως κεφάλαιο ήδη στο τέταρτο κεφάλαιο του πρώτου τόµου του Κεφαλαίου αλλά τότε «διακόπτει» την εξέλιξη της έννοιας γιατί πολύ απλά, στο σηµείο που βρίσκεται η κατασκευή του, δεν µπορεί να τη συνεχίσει. Για να µπορέσει να προχωρήσει την ανάλυσή του για το χρήµα πρέπει πρώτα να αφήσει τη φασαριόζικη και «φασµατική» σφαίρα της κυκλοφορίας και να µπει µαζί µε τον εργάτη (που τον σέρνει ο κεφαλαιοκράτης από πίσω του) στη σφαίρα της παραγωγής (όπου εξαφανίζεται µαζί µε τον Μπένθαµ η ισότητα και η ελευθερία). Επανέρχεται λοιπόν στο χρήµα στον τρίτο τόµο µόνο όταν έχει εξηγήσει α) µέσω της έννοιας της υπεραξίας ότι η ανταλλαγή δεν είναι παρά ο τρόπος ύπαρξης της εκµετάλλευσης στην καπιταλιστική κοινωνία, β) ότι η κεφαλαιακή σχέση µπορεί να αναπαράγεται διευρυνόµενη ακόµη και αν υπάρχουν µόνο δύο «καθαρές» τάξεις καπιταλιστών και εργαζόµενων, και γ) ότι ο τρόπος ύπαρξης της αξίας είναι το κέρδος και ότι το κεφάλαιο εµφανίζεται στην κυκλοφορία µε τη µορφή του χρήµατος (χρηµατικό κεφάλαιο).2 Μόνο τότε εµφανίζεται η ανεπτυγµένη µορφή του χρήµατος ως κεφάλαιο, το τοκοφόρο κεφάλαιο, η µορφή Χ-Χ΄.

Η σχέση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος µε την παραγωγή

(δηλαδή την εκµετάλλευση)

Με την εµφάνιση του τοκοφόρου κεφαλαίου το χρήµα εµφανίζεται όχι µόνο να λειτουργεί ως κεφάλαιο, δηλαδή να προκαταβάλλεται ως χρηµατικό κεφάλαιο για να εκκινήσει η διαδικασία παραγωγής, αλλά να εκχωρείται σε κάποιον ως κεφάλαιο. Ο Μαρξ προειδοποιεί ότι ναι µεν «σαν κεφάλαιο υπάρχει το κεφάλαιο στην πραγµατική κίνηση, όχι στο προτσές της κυκλοφορίας αλλά µόνο στο προτσές της παραγωγής, στο προτσές εκµετάλλευσης της εργασιακής δύναµης»αλλά «το ζήτηµα έχει όµως διαφορετικά µε το τοκοφόρο κεφάλαιο και ακριβώς αυτή η διαφορά αποτελεί τον ειδικό του χαρακτήρα». Η διαφορά είναι ότι «ο κάτοχος του χρήµατος που θέλει το χρήµα του σαν τοκοφόρο κεφάλαιο, το εκχωρεί σε έναν τρίτο, το ρίχνει στην κυκλοφορία το κάνει εµπόρευµα σαν κεφάλαιο».3 Η αξία χρήσης αυτού του εµπορεύµατος είναι η παραγωγή κέρδους. Η παραχώρηση, δηλαδή ο δανεισµός του χρήµατος για ένα ορισµένο χρονικό διάστηµα και η επανείσπραξη του ίδιου χρήµατος µε τόκο (υπεραξία), είναι η µορφή της κίνησης του τοκοφόρου κεφαλαίου.4 Το τοκοφόρο κεφάλαιο είναι ο τρόπος µε τον οποίο το χρήµα συµπεριλαµβάνει ως χρήµα τη µορφή του κεφαλαίου και εποµένως ο τρόπος µε τον οποίο το χρήµα δεν είναι µόνο µορφή εµφάνισης της αξίας και γενικό ισοδύναµο αλλά συγχρόνως είναι αυτοαξιοποιούµενο µέγεθος.

Continue reading