Νέα κεντρικότητα της μισθολογικής διεκδίκησης: η διεκδίκηση για τον μισθό είναι αθέμιτη

Terminal-Rage

 

Η διεκδίκηση δεν δομεί πια μια σχέση με το κεφάλαιο η οποία εμπεριέχει την ικανότητα του προλεταριάτου να βρει μέσα του την ίδια του τη βάση, την ίδια του τη συγκρότηση, την ίδια του την πραγματικότητα, πάνω στο θεμέλιο μιας εργατικής ταυτότητας την οποία επιβεβαίωνε η αναπαραγωγή του κεφαλαίου μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές διαδικασίες της. Το προλεταριάτο αναγνωρίζει το κεφάλαιο σαν τον λόγο ύπαρξής του, σαν την ίδια του την ύπαρξη ορθωμένη απέναντί του, σαν τη μοναδική αναγκαιότητα της δικής του ύπαρξης. Το προλεταριάτο βλέπει εφεξής την ύπαρξή του ως τάξης να αντικειμενοποιείται στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου σαν κάτι που του είναι ξένο και που οδηγείται να το αμφισβητήσει.

Απόσπασμα από το άρθρο “Η τωρινή στιγμή” που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό SIC:

Με την κρίση του «φορντιστικού καθεστώτος συσσώρευσης» και το ξεπέρασμά του μέσα στην αναδιάρθρωση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στις δεκαετίες του 1970 και ’80, η μισθολογική διεκδίκηση γίνεται βαθμιαία, μέσα στη σχέση προλεταριάτου και κεφαλαίου, αθέμιτη και ακόμα «εκτός συστήματος». Το «μοίρασμα του πλούτου», εκτός από θεμελιωδώς συγκρουσιακό ζήτημα μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, έγινε και ταμπού.

Η επίθεση στον μισθό δεν αποτελεί ένα αναλλοίωτο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού το οποίο διαρκώς επιδεινώνεται: ενώ το κεφάλαιο είναι αξία εν κινήσει, και άρα η εκμετάλλευση της εργασίας είναι ο ίδιος ο ορισμός του, η σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία μέσα στη συνολική διαδικασία αναπαραγωγής είναι πάντοτε ιστορικά συγκεκριμένη. Στην προηγούμενη φάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960, η εκμετάλλευση αυτή παρήγε τους όρους πραγματοποίησής της που ήταν τότε οι βέλτιστοι από την ίδια τη σκοπιά της αξιοποίησης του κεφαλαίου. Αυτό περιλάμβανε όλα όσα έκαναν την αναπαραγωγή του προλεταριάτου προσδιοριστικό στοιχείο της αναπαραγωγής του ίδιου του κεφαλαίου: δημόσιος χαρακτήρας παρεχόμενων υπηρεσιών, περιχαράκωση της συσσώρευσης σε έναν εθνικό χώρο, έρπων πληθωρισμός που «σβήνει» την τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών, «μοίρασμα των οφελών από την αύξηση της παραγωγικότητας». Απ’ όλα αυτά προέκυπτε μια συγκρότηση και θεμιτότητα, μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, του προλεταριάτου ως εθνικού συνομιλητή σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, και μάλιστα από τη σκοπιά του ίδιου του κεφαλαίου. Από τη σοσιαλδημοκρατία έως το συμβουλιακό ρεύμα, εκείνο που διαμορφωνόταν ήταν η εργατική ταυτότητα.

[…]

Ο μισθός δεν είναι πια στοιχείο της συνολικής ρύθμισης του καπιταλισμού: υπάρχει αποσύνδεση ανάμεσα στην αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης και την αξιοποίηση του κεφαλαίου· υπάρχει αποσύνδεση ανάμεσα στο εισόδημα και την κατανάλωση, μέσω της μαζικής χρηματοπιστωτικής κινητοποίησης των μισθολογικών εισοδημάτων (τα χρέη και τα συνταξιοδοτικά ταμεία υποκαθιστούν τον άμεσο και έμμεσο μισθό και συντείνουν στον αποκλεισμό του από τον τρόπο ρύθμισης)· η κατάτμηση της εργασιακής δύναμης γίνεται λειτουργικό χαρακτηριστικό αυτού του μισθολογικού καθεστώτος. Η επισφάλεια δεν είναι μόνο το μέρος εκείνο της απασχόλησης που μπορεί να χαρακτηριστεί επισφαλές με τη στενή έννοια. Έχοντας τώρα ενσωματωθεί σε όλους τους κλάδους δραστηριότητας, αποτελεί βέβαια «απειλή» για όλες τις λεγόμενες «σταθερές» θέσεις εργασίας. Οι σταθερές θέσεις εργασίας αποκτούν τα χαρακτηριστικά της επισφάλειας, όπως ιδίως την ελαστικότητα, την κινητικότητα, τη διαρκή διαθεσιμότητα, την εξωτερική ανάθεση εργασιών που καθιστά επισφαλή ακόμα και τη «σταθερή» απασχόληση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και τη λειτουργία βάσει επιμέρους στόχων στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο κατάλογος των συμπτωμάτων που παρουσιάζει η διάδοση της επισφάλειας στις τυπικά σταθερές θέσεις εργασίας είναι μεγάλος.

Υπάρχει σήμερα στη μισθολογική διεκδίκηση μια δυναμική την οποία αυτή δεν μπορούσε να έχει πριν. Δυναμική εσωτερική, η οποία της δίνεται από το σύνολο της σχέσης μεταξύ προλεταριάτου και κεφαλαίου στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής όπως προέκυψε από την αναδιάρθρωση και όπως τώρα μπαίνει σε κρίση. Η σημασία της μισθολογικής διεκδίκησης έχει αλλάξει.

[…]

Βέβαια, η κατανομή της εργάσιμης ημέρας μεταξύ αναγκαίας εργασίας και υπερεργασίας πάντοτε ορίζει την πάλη των τάξεων. Τώρα όμως, στο πλαίσιο του αγώνα γύρω από αυτή την κατανομή, συμβαίνει το παράδοξο ότι, μέσα σε εκείνο ακριβώς που ορίζει το προλεταριάτο, στο πιο ενδόμυχο είναι του, σαν τάξη αυτού του τρόπου παραγωγής και τίποτε άλλο, εμφανίζεται πρακτικά και συγκρουσιακά ότι η ταξική του ύπαρξη γίνεται για το προλεταριάτο το όριο του ίδιου του του αγώνα ως τάξης. Εκεί έγκειται ο τωρινός κεντρικός χαρακτήρας της μισθολογικής διεκδίκησης στην πάλη των τάξεων. Μέσα στην πιο κοινότοπη εξέλιξη της μισθολογικής διεκδίκησης, το προλεταριάτο βλέπει την ύπαρξή του ως τάξης να αντικειμενοποιείται σαν κάτι που του είναι ξένο, στον βαθμό που η ίδια η καπιταλιστική σχέση θέτει το προλεταριάτο στο εσωτερικό της σαν έναν ξένο.

Οι προλετάριοι δεν βρίσκουν στο κεφάλαιο, δηλαδή στη σχέση τους με τον εαυτό τους, παρά μόνο όλες τις διαιρέσεις της μισθωτής εργασίας και της ανταλλαγής, και καμία οργανωτική ή πολιτική μορφή, καμία διεκδίκηση, δεν μπορεί πια να υπερβεί αυτή τη διαίρεση. Μέσα στην ίδια τη δυναμική της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η διεκδίκηση εμφανιζόταν σαν συναλλαγή προσαρμοσμένη στους μετασχηματισμούς της σχέσης εκμετάλλευσης: η θεμιτότητά της θεμελιωνόταν στον αναγκαίο δεσμό ανάμεσα στους μετασχηματισμούς της παραγωγικής διαδικασίας και τις συνθήκες της αναπαραγωγής. Η αναδιάρθρωση που καθορίζει τη μορφή της σχέσης στον τωρινό κύκλο αγώνων σάρωσε αυτή την ανάγκη, στερώντας από τη διεκδίκηση τη θεμιτότητα που της προσέδιδε ο προηγούμενος κύκλος αγώνων. Η διεκδίκηση δεν δομεί πια μια σχέση με το κεφάλαιο η οποία εμπεριέχει την ικανότητα του προλεταριάτου να βρει μέσα του την ίδια του τη βάση, την ίδια του τη συγκρότηση, την ίδια του την πραγματικότητα, πάνω στο θεμέλιο μιας εργατικής ταυτότητας την οποία επιβεβαίωνε η αναπαραγωγή του κεφαλαίου μέσα στις συγκεκριμένες ιστορικές διαδικασίες της. Το προλεταριάτο αναγνωρίζει το κεφάλαιο σαν τον λόγο ύπαρξής του, σαν την ίδια του την ύπαρξη ορθωμένη απέναντί του, σαν τη μοναδική αναγκαιότητα της δικής του ύπαρξης. Το προλεταριάτο βλέπει εφεξής την ύπαρξή του ως τάξης να αντικειμενοποιείται στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου σαν κάτι που του είναι ξένο και που οδηγείται να το αμφισβητήσει.

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *